κεφάλαιο 40

12.1K 1.1K 69
                                    


ΣΤΕΛΙΟΣ

Αν έμενα κι'άλλο κοντά της δεν ήξερα πως θα αντιδρούσα στη συνέχεια. Την άκουγα να μου μιλάει και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν εκείνη στην αγκαλιά του Στράτου.. της είπα να τα μαζέψει και να φύγει. Δεν μπορούσα άλλο να την βλέπω, η αμφιβολία με έκαιγε και το σπίτι μου φαινόταν μικρό. Δεν μπορούσα να αναπνεύσω από την ένταση. Κατέβηκα τις σκάλες και εκείνη φώναζε το όνομα μου. Άλλη μια σκηνή εμφανίστηκε στο μυαλό μου... εκείνη από κάτω του, να φωνάζει το όνομα του.

Κοιτάζω τους φίλους μου, όλοι έχουν μείνει στη θέση τους και εκτός από τον Δημήτρη κανένας δεν μου μιλάει. Τους λέω να κάτσουν να απολαύσουν τη βραδιά και φεύγοντας λέω στον εαυτό μου "Χρόνια μου πολλά!". Μπαίνω στο αυτοκίνητο και κατεβαίνω στην παραλία... κάθομαι στην αμμουδιά και κοιτάζω τα φώτα που λαμπιρίζουν απέναντι.. Δεν μπορώ να το χωνέψω ότι η Αλίκη, μου έκρυψε κάτι τέτοιο, για να το έκανε πάει να πει ότι δεν ήταν μια αθώα συνάντηση όπως την περιγράφει εκείνη. Κοιτάω το κύμα που σκάει στην αμμουδιά, κάθε φορά που φεύγει παίρνει μαζί του και μερικούς κόκκους άμμου... έτσι και εκείνη, κάθε φορά που βρισκόμασταν έπαιρνε ένα κομμάτι μου, ένα κομμάτι της καρδιάς μου... της το χάριζα, ήταν δικό της... 

Ξαπλώνω πίσω και στο μυαλό μου έρχονται περιστατικά από την αρχή της γνωριμίας μας.. το τρακάρισμα, η συνάντηση μας στο εστιατόριο των γονιών της, η ξενάγηση που μας παράτησε μέσα στον ήλιο, το πάρτι στην παραλία, το πρώτο φιλί που ανταλλάξαμε, οι συναντήσεις μας στην ταράτσα του σπιτιού της, το βράδυ που της έκανα έρωτα για πρώτη φορά... συνεχίζω να αναπολώ τις όμορφες στιγμές που περάσαμε το καλοκαίρι και μετά αναγκαστικά έρχονται στο μυαλό μου τα άσχημα...

Σηκώνομαι όρθιος και κατευθύνομαι στο αμάξι μου. Χρειάζομαι επειγόντως ένα ποτό. Μπαίνω στο πρώτο μπαράκι που βρίσκω μπροστά μου και κάθομαι στο μπαρ. Κάνω νόημα στον μπάρμαν και μου φέρνει ένα ουίσκι... η ζήλεια που νιώθω είναι αφόρητη. Το κινητό μου χτυπάει και θέλω να είναι εκείνη.. βλέπω το όνομα του κολλητού μου. Το σηκώνω και με ρωτάει που είμαι. Μετά από δέκα λεπτά τον βλέπω να μπαίνει μέσα. Κάθεται δίπλα μου, παραγγέλνει και δε λέμε τίποτα..με ξέρει καλά. Μετά το δεύτερο ποτό τον ρωτάω που είναι η Αλίκη.

«Έφυγε.. μαζί με τον Φώτη και την Ηλιάνα, πήραν το αμάξι μου. Στέλιο ήταν πολύ χάλια..»

«Ωραία! Για να καταλάβει έστω και λίγο πως είναι να είσαι χάλια!»

«Εσύ την έδιωξες και η Άρτεμης της είπε για το σπίτι, ότι ανήκει στην οικογένεια σου..»

Βαρέα και Ακόμα πιο ΑνθυγιεινάΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα