ΟΛΑ ΣΤΟ ΦΩΣ (extra bonus)

396 19 3
                                    


ΑΠΡΙΛΙΟΣ 1939

Ο Μιλτιάδης Σεβαστός περπατούσε μέσα στο Θεσσαλικό κάμπο, φορώντας τις βαριές δερμάτινες μπότες του και κρατούσε από το χέρι τον μεγάλο του γιο, που έσερνε τα βήματα του νευρικά και κουνούσε τη σχολική του σάκα ατσούμπαλα. <<Φαγώθηκες να πάμε στο κοριτσάκι... Να ενοχλήσουμε και τους ανθρώπους>> μονολογούσε άκεφα. <<Η Λενιώ είναι άρρωστη. Θέλω να της δώσω τα μαθήματα για να μη μείνει πίσω>>, <<Άρρωστη λες πως είναι, τα μαθήματα θα κοιτάει; Ας γίνει καλά και...>>, <<Εγώ θέλω να της τα δώσω!>> τον διέκοψε θυμωμένα ο Λάμπρος κι ένα γελάκι ξέφυγε του πατέρα του. <<O νους σου, στα γαμπρίσματα μου φαίνεται πως είναι. Και την άλλη φορά, μας είπες θες να τη ζητήσεις. Εγώ θέλω να κοιτάς τα μαθήματα σου και να σπουδάσεις, όχι να έχεις το μυαλό σου στις παντρειές>>, <<Με μάλωσες και δεν θα το ξαναπώ>>, <<Και βέβαια σε μάλωσα. Ρεζίλι με έκανες στον πατέρα της. Να λέει πως έχει η κόρη του αγαπητικό!>>. Ο μικρός σταμάτησε να περπατά και τον κοίταξε θυμωμένα. <<Μη μου κάνεις μούτρα νεαρέ. Άντε, πάμε και μεγάλη η χάρη σου>>. Σταμάτησαν στην αυλή κι ο Μιλτιάδης κάρφωσε τα μάτια του στην Βαλεντίνη που κρεμούσε τη μπουγάδα της οικογένειας. Εκείνη του ανταπέδωσε τη ματιά κι ένιωσε μια φούντωση στο κορμί της. Τους πλησίασε δειλά και χαμογέλασε στο αγοράκι. <<Γεια σας κυρία Βαλεντίνη>> είπε ευγενικά το παιδί. <<Γεια σας. Κύριε Σεβαστέ...>> απάντησε ταραγμένα. <<Με ξεσήκωσε να έρθουμε για να δει πως είναι η Λενιώ. Της έφερε και τα μαθήματα που έχασε>>. Η όμορφη γυναίκα τον κοίταξε τρυφερά. <<Καλύτερα είναι, δόξα τω Θεώ. Θες να ανέβεις να τη δεις για πέντε λεπτά, μα μην πλησιάσεις και σε κολλήσει>>. Ο Λάμπρος χαμογέλασε πλατιά. <<Να πάω πατέρα;>>, <<Άντε, τράβα για πέντε λεπτά κι εγώ θα περιμένω εδώ. Μα μην αργήσεις!>>, <<Ευχαριστώ πολύ>> πέταξε ντροπαλά και ανέβηκε τρέχοντας τις σκάλες. Έμειναν μόνοι κι ο Μιλτιάδης κόλλησε τα μάτια του στη Βαλεντίνη. <<Να δεις, θα γίνεις συμπεθέρα μου στο τέλος. Τρώγεται ολημερίς με την κόρη σου>>. Εκείνη τον πλησίασε και αναστέναξε λάγνα. <<Είστε ομορφάντρες και γλυκομίλητοι. Κι ο γιος σου είναι ευγενικό αγόρι>>. Εκείνος την έπιασε από τον καρπό. <<Άσε τα παιδιά. Πότε θα σε δω μάτια μου; Έχω μέρες>>, <<Αρρώστησε η Λενιώ και...>>, <<Μα τώρα είναι καλά. Βρες μια δικαιολογία κι έλα στο μέρος μας το απόγευμα>>, <<Δεν είναι κι εύκολο>>, <<Εγώ θα περιμένω. Μου έλειψε η αγκαλιά και το χάδι σου. Το φιλί σου στα χείλη μου>>, <<Σταμάτα να χαρείς. Μη με ξεσηκώνεις>>, <<Μακάρι να σε φιλούσα και τώρα>>, <<Μη και το κάνεις! Να χαρείς!>> απάντησε τρέμοντας και τράβηξε απαλά το χέρι της.

You've reached the end of published parts.

⏰ Τελευταία ενημέρωση: Dec 22, 2023 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

ΕυγενίαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα