Είναι περίπλοκο το θέμα

335 39 12
                                    


Ισμήνης POV
Το ίδιο βράδυ.

Μετά από πέντε ώρες δρόμο, φτάνω επάνω, στα βόρεια προάστια, και συγκεκριμένα στην πόλη της Κοζάνης. Αφήνω το αυτοκίνητο μου στο πάρκινγκ του ξενοδοχείου, κι έπειτα μπαίνω μέσα στο κτίριο. Έχω αγωνία για την αυριανή μέρα. Έρχομαι εδώ με τόσες ελπίδες, τόσα όνειρα για τον τόπο μου, τόσες σκέψεις που θέλω πραγματικά να υλοποιήσω, αν φυσικά μου το επιτρέψουν και οι συνθήκες. Αυτά σκέφτομαι μέχρι την στιγμή που βρίσκομαι στο δωμάτιο μου. Αύριο θα συναντηθώ μαζί με τον δήμαρχο της πόλης και έπειτα θα με οδηγήσει στο χωριό που αντιμετωπίζει το πρόβλημα με την μετεγκατάσταση. Ξαφνικά, ο ήχος του τηλεφώνου μου με βγάζει από τις σκέψεις μου. Με μερικές προσπάθειες, καταφέρνω να το βγάλω από την τσάντα μου. Στην οθόνη εμφανίζεται το όνομα του Μιχάλη. Ανακούφιση με κατακλύζει.
«Έλα Μιχάλη»
«Έλα κορίτσι μου, που είσαι; έφτασες;»
Μα φυσικά, έπρεπε να περιμένω ότι θα απαντούσε η μάνα μου. Στριφογυρίζω τα μάτια.
«Ναι ρε μαμά, είμαι ήδη στο ξενοδοχείο»
«Είχε κίνηση στον δρόμο;»
Είμαι τόσο κουρασμένη για να δίνω άσχετες λεπτομέρειες στην μάνα μου. Άλλωστε είναι αργά, πρέπει να ξεκουραστώ.
«Μαμά, θέλεις καλύτερα να τα πούμε πιο αναλυτικά αύριο; δεν έχω όρεξη και πρέπει να σηκωθώ και νωρίς αύριο»
Εφτά ώρες ταξίδι με το αμάξι, δεν είναι και λίγες. Έκανα ανοησία που δεν ήρθα με το αεροπλάνο τελικά. Ύστερα θα νοίκιαζα ένα αμάξι και όλα μια χαρά.
«Μια ζωή να απαρνείσαι την μανούλα»
Ωχ, αρχίζει το δράμα τώρα.
«Μαμά, να χαρείς, όχι τέτοια ώρα»
Την ικετεύω, όσο πιο χαριτωμένα μπορώ.
«Τέλος πάντων, σε αφήνω αν είναι. Το πρωί όμως μόλις ξυπνήσεις να με πάρεις κατευθείαν τηλέφωνο!»
Στριφογυρίζω τα μάτια μου.
«Εντάξει μαμά, εσένα θα πάρω πρώτη. Καληνύχτα τώρα»
«Περίμενε! θέλει να σου μιλήσει και ο Μιχάλης»
Σωστά, αφού αυτός με πήρε τηλέφωνο. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα, ακούω την φωνή του μέσα από την γραμμή.
«Έλα αγάπη μου, πως πάει;»
Ξεφυσάω με ανακούφιση, καθώς τσιμπάω το κόκαλο της μύτης μου.
«Είμαι πτώμα και το να ακούω τώρα την φλυαρία της μάνας μου... πίστεψε με, δεν με βοηθάει καθόλου»
Γελάει μόλις ακούει την απάντηση μου.
«Έλα, μην γκρινιάζεις. Πρέπει να είσαι άνετη για την αυριανή μέρα»
Ο ενθουσιασμός του πραγματικά με τονώνει. Αν και δεν με φοβάμαι, ξέρω ότι θα τα πάω καλά.
«Θα ήθελα να ήμουν εκεί, μαζί σου»
Συμπληρώνει λίγο πιο σιγανά. Είμαι σίγουρη ότι δεν ήθελε να τον ακούσει η μαμά μου. Χαμογελάω.
«Κι εγώ θα σε ήθελα εδώ, δίπλα μου, αλλά αυτήν την μάχη πρέπει να την δώσω μόνη μου»
Έχω την ανάγκη να την δώσω μόνη μου. Θέλω να αποδείξω στον εαυτό μου ότι μπορώ να ανταπεξέλθω. Η πολιτική δεν είναι συναίσθημα, έτσι μου έλεγε ο πατέρας μου. Πρέπει να μάθεις να λειτουργείς με μαθηματικές κινήσεις, απορρίπτοντας κάθε ίχνος αδυναμίας!
«Το ξερω αγάπη μου, όπως ξέρω ότι θα την κερδίσεις αυτήν την μάχη. Δεν σε φοβάμαι»
Πλησιάζω το παράθυρο του δωματίου μου, με το χαμόγελο να έχει εξαφανιστεί τώρα από το πρόσωπο μου.
«Τέλος πάντων, σε αφήνω να ξεκουραστείς. Θα τα πούμε αύριο μωρό μου»
«Καλό βράδυ»
Λέω και μετά τερματίζω την κλήση μας. Καλύτερα να κάνω ένα μπάνιο και να κοιμηθώ. Χρειάζομαι ενέργεια.

Την επόμενη μέρα, κατά της έντεκα το πρωί, κατεβαίνω στην ρεσεψιόν για να συναντήσω τον δήμαρχο της πόλης, τον κύριο Ανδρεάδη.
«Καλημέρα σας»
Τον χαιρετώ μόλις φτάνω κοντά του, ανταλλάσοντας μια τυπική χειραψία μαζί του.
«Καλώς ήρθατε, κυρία Παπακωνσταντίνου»
Μου ανταποδίδει τον χαιρετισμό. Η έκφραση του είναι ψυχρή, ίσως και επαγγελματική θα τολμούσα να πω. Προτιμώ να συνεργάζομαι με τέτοια άτομα, πιστεύω πως αντιμετωπίζουν με μεγαλύτερη σοβαρότητα τα θέματα.
«Πως ήταν η πρώτη σας διανυκτέρευση στην πόλη μας;»
Με ρωτάει, καθώς μου κάνει νόημα με το χέρι του να προχωρήσω.
«Ομολογώ πολύ καλή. Το συγκεκριμένο ξενοδοχείο είναι άψογο»
Τον διαβεβαιώ, ενώ κατεβαίνουμε τα σκαλιά.
«Ωραία, πολύ χαίρομαι. Ξέρετε, έχω πολλά χρόνια εκλεγμένος σε αυτήν την πόλη. Κάνω ότι καλύτερο μπορώ, και νομίζω ότι είναι εμφανές»
Κουνάω θετικά το κεφάλι μου.
«Δείχνετε επαγγελματίας, κύριε Ανδρεάδη. Νομίζω πως θα συνεργαστούμε άψογα μεταξύ μας»
Αποκρίνομαι. Παρατηρώ επίσης πως έχουμε βγει έξω από το κτίριο.
«Κι εγώ αυτό νομίζω»
Λέει ενώ με οδηγεί σε μια μαύρη Mercedes. Ένας νεαρός μου ανοίγει την πίσω πόρτα, υποθέτω πως είναι ο οδηγός του.
«Ευχαριστώ»
Μουρμουρίζω καθώς μπαίνω μέσα.
«Ξέρετε, ήδη ετοιμαζόμαστε να διορθώσουμε δρόμους στην πόλη, να φτιάξουμε καινούργιες υποδομές»
Μου ανακοινώνει μόλις κάθεται δίπλα μου, στα πίσω καθίσματα. Παίρνω μια βαθιά ανάσα.
«Εγώ είμαι εδώ για να συζητήσω μαζί σας το θέμα του χωριού που μολύνεται από το εργοστάσιο»
Του υπενθυμίζω, με απόλυτα σοβαρό ύφος. Εκείνος μορφάζει, δείχνοντας να μην ευχαριστήθηκε από την απάντηση μου.
«Ναι, το γνωρίζω πολύ καλά. Όμως ξέρετε, το θέμα αυτού του χωριού....»
Αποκρίνεται, με την φωνή του να βγαίνει διστακτική και με την πρόταση του να μένει στην μέση.
«Είναι λιγάκι περίπλοκο»
Τα φρύδια μου σμίγουν.
«Δηλαδή;»
Ρωτάω, επιμένοντας να μάθω περισσότερες λεπτομέρειες.
«Όπως γνωρίζετε, έχει ξανά γίνει μια ακόμα προσπάθεια για την μετεγκατάσταση αυτού του χωριού. Αλλά δυστυχώς δεν καταφέραμε τίποτα τότε, γιατί οι κάτοικοι δεν ήταν αποφασισμένοι, όπως δεν είναι και τώρα»
Ομολογώ ότι δεν μου αρέσει το ύφος που χρησιμοποιεί, είναι σαν να ειρωνεύεται την προσπάθεια αυτού του χωριού να απομακρυνθεί από την μόλυνση.
«Δεν σας καταλαβαίνω»
Λέω λιτά.
«Κάποιοι κυνηγούν το χρήμα και κάποιοι το μέλλον. Θα το καταλάβετε στην συνέχεια»
Νομίζω ότι αυτά που είπαμε για τώρα αρκούν. Ήδη μου έδωσε πολλά να επεξεργαστώ. Εντάξει, δεν πίστευα πως είναι απλή αυτή η υπόθεση, μα δεν περίμενα να γίνει ξαφνικά και τόσο περίπλοκη. Ίσως βιάστηκα να κρίνω κάποιες καταστάσεις.



Λοιπόν λοιπόν λοιπόν, νέα ιστορία, νέα πρόσωπα - για τα δικά μου δεδομένα - και μια νέα υπόθεση. Ελπίζω πραγματικά να σας αρέσει η ιστορία και να την βρείτε ενδιαφέρουσα. Τα λέμε στο επόμενο κεφάλαιο! 😁

Γη & ουρανόςWhere stories live. Discover now