Τι σου ζήτησε;

229 29 5
                                    

Στράτος POV

Ο καβγάς ανάμεσα σε μένα και τον Απέργη, με έριξε τελικά πίσω από τα κάγκελα της φυλακής. Με βάλανε σε κρατητήριο, λες και είμαι κανένας εγκληματίας. Κατά μία έννοια, ήταν αναμενόμενο. Νιώθω την πληγή στο κάτω χείλος μου να τσούζει. Γαμώτο! Έπρεπε να του είχα ρίξει κι άλλες. Βασικά όχι, έπρεπε να του είχα σπάσει τα μούτρα του γελοίου. Ελπίζω όμως τώρα να με πήρε και λίγο στα σοβαρά. Το πιο αστείο της υπόθεσης ήταν ο αστυνομικός, που με κοιτούσε λες και ήμουν κανένας δολοφόνος. Τόση αγάπη έχουν στον Απέργη; τόσο καλά τους πληρώνει; Περπατάω πέρα δώθε μέσα στο κελί μου, με τα χέρια τοποθετημένα στο σβέρκο μου. Ξαφνικά, ακούω βήματα από τον διάδρομο. Αυτόματα μαρμαρώνω, εστιάζοντας έξω από τα κάγκελα.
«Εδώ είναι»
Ακούω μια αντρική φωνή να λέει. Σε λίγα δεύτερα, βλέπω εκείνην να στέκεται έξω από την καγκελόπορτα, ενώ ο αστυνομικός την ξεκλειδώνει.
«Άφησε μας μόνους»
Του ζητάει. Εκείνος της χαρίζει ένα νεύμα με το κεφάλι του και μετά εξαφανίζεται. Αυτόματα ένα στραβό χαμόγελο περηφάνιας ανεβαίνει στα χείλη μου.
«Είναι του στυλ σου τελικά, με μια κουβέντα.... τους πείθεις όλους»
Σχολιάζω περιπαιχτικά. Με τέσσερις δρασκελιές, βρίσκεται μέσα στο κελί μου.
«Πονάς;»
Με ρωτάει ανήσυχη. Λογικά παρατήρησε την πληγή στο χείλος μου.
«Όχι, καθόλου»
Απαντάω, γνέφοντας αρνητικά. Το βλέμμα της όμως δηλώνει πολλά.
«Δεν σου έβαλαν κάτι; καμιά αλοιφή;»
«Δεν χρειάζεται, είμαι εντάξει»
Αποκρίνομαι, χαμηλώνοντας για μερικά λεπτά τα μάτια μου στο πάτωμα. Σίγουρα για να βρίσκεται εδώ κάτι άλλο συνέβη. Εστιάζω την προσοχή μου ξανά στο πρόσωπο της.
«Ήρθες να μου πεις κάποιο κακό νέο;»
Την ρωτάω ευθέως, χωρίς περιστροφές. Για λίγο δείχνει να σοκάρεται, αλλά είναι μια εντελώς στιγμιαία αντίδραση. Γρήγορα ανακτά ξανά την παγωμένη της έκφραση.
«Όχι ακριβώς»
Δεν μπορώ να πω ότι δεν αισθάνομαι έκπληκτος από την απάντηση της.
«Σε μία ώρα θα είσαι ελεύθερος να φύγεις»
Συμπληρώνει, προκαλώντας τώρα σε μένα σοκ.
«Τι; μα πως;»
Δεν γίνεται να ξέφυγα τόσο γρήγορα από τον Απέργη, αποκλείεται να με άφησε!
«Το κανόνισα εγώ με τον Παύλο. Δεν χρειάζεται να ανησυχείς για τίποτα»
Με ενημερώνει, με μια απόλυτη ψυχραιμία στο πρόσωπο της. Αυτόματα νιώθω το μυαλό μου να σκοτεινιάζει από κάποιες άσχημες σκέψεις.
«Τι εννοείς; τι έκανες;»
Την παρακολουθώ να παίρνει μια βαθιά ανάσα.
«Του ζήτησα να μην υποβάλει μήνυση εναντίον σου»
Σαστίζω.
«Να μου υποβάλει μήνυση; αυτός μου επιτέθηκε πρώτος! το είδες κι εσύ με τα μάτια σου»
Με το ζόρι κρατάω σταθερό τον τόνο μου. Εκείνη κλείνει για μερικά δευτερόλεπτα τα βλέφαρά της, πριν εστιάσει ξανά την προσοχή της επάνω μου.
«Στράτο, σημασία έχει ότι ξέφυγες από μεγαλύτερους μπελάδες»
«Ναι, και έδωσα την ικανοποίηση στον Απέργη ότι με κρατάει στο χέρι»
Αντιγυρίζω απότομα, ανεμίζοντας με θυμό τα χέρια μου. Γαμώτο, αν είχα τη δύναμη, θα είχα γκρεμίσει όλους τους τοίχους εδώ μέσα. Τόση οργή νιώθω!
«Μπορείς να μην βλέπεις μόνο την αρνητική πλευρά;»
Λέει, με το παράπονο να χρωματίζει την χροιά της. Ξαφνικά, μια ιδέα τρυπώνει στο μυαλό μου. Την κοιτάζω.
«Τι σου ζήτησε ως αντάλλαγμα;»
Την ρωτάω ευθέως. Τα χείλη της συσπώνται, ενώ τα γαλανά της μάτια πέφτουν στο πάτωμα.
«Αυτό δεν σε αφορά»
«Τι. Σου. Ζήτησε;»
Προφέρω αργά και συλλαβιστά. Δεν τολμά να με κοιτάξει. Γαμώτο, πόσο σοβαρό είναι πια αυτό που της ζήτησε;
«Ισμήνη, αν δεν μιλήσεις τώρα, σου υπόσχομαι ότι θα πάω να τον βρω, και δεν με νοιάζει αν θα με στείλει φυλακή η ακόμα και για θανατική ποινή»
Η ένταση είναι ξεκάθαρη στην φωνή μου. Θεέ μου, καίγομαι μέσα μου! Περιμένω για λίγο, κοιτάζοντας την με υπομονετικό ύφος. Εκείνη μένει σιωπηλή, αποφεύγοντας ακόμη το βλέμμα μου. Κάθε λεπτό που περνάει πλέον, μου μοιάζει βασανιστικό.
«Εντάξει, αφού δεν θέλεις να μου το πεις εσύ....»
Κάνω να την προσπεράσω, μα το χέρι της ακουμπάει πάνω στο στήθος μου, σταματώντας ακόμα και τον χτύπο της καρδιάς μου.
«Γιατί επιμένεις να μάθεις για κάτι που δεν σε αφορά;»
Με ρωτάει με σταθερό τόνο, αλλά μπορώ να καταλάβω πως έχει εκνευριστεί. Στρέφω αργά το κεφάλι μου στο πλάι, ώστε να στυλώσω τα μάτια μου στα δικά της.
«Έκανες μια συμφωνία μαζί του εξαιτίας μου»
Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να πω κάτι παραπάνω. Ξαφνικά, παρατηρώ ότι τα πρόσωπα μας βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής, και το χέρι της αγγίζει ακόμα το στήθος μου. Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι διαπραγματεύτηκε με τον Απέργη εξαιτίας μου. Γιατί δεν με ρώτησε πρώτα; γιατί έδρασε χωρίς την γνώμη μου;
«Δεν ήσουν μόνο εσύ η αιτία»
Μου λέει με πείσμα. Τα γαλανά της μάτια όμως την προδίδουν.
«Έπρεπε να με ρωτήσεις πρώτα»
«Δεν υπήρχε λόγος. Απλώς έκανα το σωστό. Και ένα ευχαριστώ, μου αρκεί»
Ευχαριστώ; να της πω ευχαριστώ γιατί; που πήγε και έχωσε τον εαυτό της σε φασαρίες εξαιτίας μου; Γαμώ το πείσμα μου γαμώ. Τοποθετώ τα χέρια στους γοφούς, με το βλέμμα μου να ταξιδεύει στο πάτωμα.
«Αν ήξερα πως θα κατέληγε έτσι, δεν θα ερχομούν ποτέ σε αυτό το κωλοσυνέδριο»
Μουρμουρίζω, στρέφοντας πλέον όλες τις κατηγορίες προς τον εαυτό μου.
«Μην το ξαναπείς αυτό. Έπρεπε να είσαι εκεί, να πεις την γνώμη σου»
Γαμώτο, τρελαίνομαι που ακόμη και τώρα με υποστηρίζει, ενώ γνωρίζει κι η ίδια πως είμαι λάθος. Στυλώνω ξανά τα μάτια μου στα δικά της.
«Η παρουσία μου το προκάλεσε όλο αυτό Ισμήνη»
Λέω με πιο χαμηλό τόνο από όσο ήθελα. Η έκφραση της δηλώνει ξαφνικά θλίψη.
«Εγώ χαίρομαι που σε είδα εκεί πάντως»
Παραδέχεται με ακόμα πιο χαμηλό τόνο από τον δικό μου. Τα χείλη μου χωρίζονται, και η καρδιά μου χάνει έναν χτύπο της. Δεν το πιστεύω αυτό που μου προκαλεί. Την μία αισθάνομαι υπεύθυνος που πήγα και το προκάλεσα όλο αυτό, και την άλλη νιώθω πως ήταν η πιο σωστή πράξη που έχω κάνει ποτέ μου.
«Δεσποινίς Παπακωνσταντίνου;»
Ξαφνικά ακούμε τον αστυνομικό να την καλεί. Αυτό ήταν κάτι σαν κάλεσμα στην πραγματικότητα. Αμέσως κάνω ένα βήμα πίσω, ενώ παράλληλα χαμηλώνω το κεφάλι μου.
«Ο χρόνος σας τελείωσε»
Μας ενημερώνει, με την φωνή του να ακούγεται τώρα σε αρκετά κοντινή απόσταση. Και κάπου εδώ τελειώνει ο χρόνος μας, υποθέτω. Σηκώνω δειλά το κεφάλι για να την ξανά κοιτάξω.
«Γειά»
Λέει ξερά και μετά κάνει μεταβολή ώστε να φύγει από το κελί μου. Κλείνω για μερικά δευτερόλεπτα τα βλέφαρά μου.
«Άντε, φτηνά την γλίτωσες»
Σχολιάζει ξαφνικά ο αστυνομικός, με έναν αόριστα ειρωνικό τόνο. Αυτόματα εστιάζω την προσοχή μου στο πρόσωπο του. Θα μπορούσα να τον βρίσω για αυτό που μόλις ξεστόμισε, αλλά σκέφτομαι πως βρίσκομαι ήδη σε μπελάδες, δεν χρειάζεται να προσθέσω κι άλλα στο κεφάλι μου.

Γη & ουρανόςWhere stories live. Discover now