Μήπως φταίει εκείνος;

201 27 3
                                    


Το ίδιο βράδυ, καθόμαστε στο τραπέζι μαζί με τον Μιχάλη, τρώγοντας σε ένα ήσυχο κλίμα το γεύμα μας. Εκείνος έχει σχεδόν τελειώσει, ενώ εγώ παίζω με το φαγητό μου. Νιώθω πως δεν θα μπορέσω ούτε να το μασίσω. Αφήνω με παραίτηση το πιρούνι μου κάτω.
«Μωρό μου, γιατί δεν τρως;»
Με ρωτάει ο Μιχάλης. Αποφεύγω να τον κοιτάξω κατάματα.
«Δεν έχω όρεξη να φάω»
Απαντάω χαμηλόφωνα, διπλώνοντας τα χέρια μου πάνω στο τραπέζι.
«Ισμήνη, κάτι σου συμβαίνει»
Συμπεραίνει, προκαλώντας μου ένα μικρό κύμα πανικού. Παλεύω για να φανώ ψύχραιμη.
«Γιατί το λες αυτό;»
«Γιατί το βλέπω ρε Ισμήνη! Από την στιγμή που επέστρεψες, δείχνεις διαφορετική, περίεργη»
Περίεργη; αυτός ο χαρακτηρισμός δεν μου άρεσε καθόλου.
«Αν θυμάμαι καλά, εμείς συζητούσαμε τα πάντα. Γιατί δεν μου μιλάς τώρα;»
Το πόδι μου ανεβοκατεβαίνει νευρικά στο πάτωμα. Αισθάνομαι ότι με πνίγει με τις λέξεις του. Και τώρα γεννάται το πραγματικό ερώτημα, γιατί δεν του μιλάω για την απόφαση μου; γιατί δεν μοιράζομαι τις σκέψεις μου μαζί του; Θεέ μου, κάτι έχω πάθει.
«Συγγνώμη»
Ξεστομίζω, χωρίς να προλάβω να το επεξεργαστώ μέσα στο μυαλό μου. Σηκώνω το βλέμμα για να ανακαλύψω ότι με καρφώνει ήδη με τα καστανά του μάτια.
«Για ποιον λόγο μου ζητάς τώρα συγγνώμη;»
«Επειδή έχεις δίκιο. Αισθάνομαι σαν να έχω εκτροχιαστεί»
Του αποκαλύπτω, κουνώντας καρτερικά το κεφάλι μου. Ξαφνικά είμαι τόσο εξαντλημένη από όλη αυτή την ιστορία.
«Μήπως ευθύνεται εκείνος;»
Ορίστε; αναφέρεται σε κάποιον συγκεκριμένα; Για άλλη μια φορά σήμερα, βρίσκομαι σε πανικό.
«Ποιος εκείνος;»
«Ο τύπος που μιλούσατε, λίγο πριν έρθω να σε πάρω»
Στον Στράτο αναφέρεται. Ξεροκαταπίνω, με το βλέμμα μου να περιπλανιέται σε όλο το δωμάτιο.
«Αποφάσισα να παρατήσω την υπόθεση της μετεγκατάστασης»
Του αποκαλύπτω, θέλοντας έτσι να τον αποσπάσω από οτιδήποτε αφορά τον Στράτο και την σημερινή μας συνάντηση.
«Γιατί;»
Με ρωτάει, δείχνοντας συγκλονισμένος.
«Επειδή δεν νομίζω ότι θα τα καταφέρω. Δεν είμαι εγώ ο κατάλληλος άνθρωπος για να ασχοληθεί με αυτό»
Αν και βρίσκομαι ακόμα σε δίλημμα. Ο πρόεδρος μου έδωσε περισσότερη τροφή για σκέψη.
«Ισμήνη, τι λες; έκανες τόσο κόπο για να πάρεις αυτήν την υπόθεση στα χέρια σου. Νόμιζα ότι το έβλεπες κάτι σαν κληρονομιά από τον πατέρα σου»
Τα τελευταία του λόγια με αφήνουν εμβρόντητη.
«Δεν το είχα σκεφτεί έτσι»
Μουρμουρίζω με ειλικρίνεια, νιώθοντας εντελώς χαμένη. Ο Μιχάλης απλώνει το χέρι του για να το ακουμπήσει πάνω στο δικό μου.
«Μην πετάξεις τον κόπο σου στα σκουπίδια, σε παρακαλώ»
Με κοιτάζει παρακλητικά, με τις κόρες των ματιών του να διαστέλλονται. Θεέ μου, αυτός ο άντρας με συγκινεί. Η ανάσα μου έχει επιταχυνθεί.
«Θα ήταν κρίμα κορίτσι μου. Έκανες τόσα πολλά για να φτάσεις μέχρι εδώ. Πάλεψες μωρό μου, και σου αξίζει να φτάσεις μέχρι το τέλος, να κερδίσεις αυτήν την μάχη»
Τα λόγια του μου δίνουν ελπίδα. Χωρίς δεύτερη σκέψη, ορμάω στα χείλη του, χαρίζοντας του ένα απρόσμενο φιλί.
«Έχεις δίκιο»
Τώρα το βλέπω καθαρά, αυτή η υπόθεση μου ανήκει! Ευτυχώς που δεν με άκουσε ο πρόεδρος εκείνη την ημέρα, ευτυχώς! θα το μετάνιωνα για μια ζωή. Πέφτω στην αγκαλιά του Μιχάλη, σφίγγοντας τον επάνω μου. Αυτός είναι η μοναδική σανίδα σωτηρίας μου. Είμαι τόσο τυχερή που τον έχω στην ζωή μου, και ορκίζομαι πως δεν θα τον προδώσω!

Το επόμενο πρωί, πηγαίνω νωρίς στο γραφείο μου, ώστε να τακτοποιήσω κάποια θέματα.
«Καλημέρα Βίκυ»
Λέω και αφήνω το ποτήρι με τον καφέ πάνω στην έδρα της.
«Ευχαριστώ. Ισμήνη, ξέρεις...»
«Άσε, μη μου πεις ακόμα. Ας πιούμε μια γουλιά καφέ και μετά συζητάμε τα πάντα»
Την κόβω, καθώς ανοίγω την πόρτα του γραφείου μου.
«Ισμήνη!»
Με προειδοποιεί η Βίκυ, χωρίς να καταλαβαίνω τον λόγο. Όταν τον βλέπω όμως να κάθεται στον καναπέ, τα καταλαβαίνω όλα. Τον παρακολουθώ να σηκώνεται όρθιος.
«Μπορούμε να μιλήσουμε κατ' ιδίαν;»
Με ρωτάει με απόλυτα σοβαρή έκφραση. Ξεροκαταπίνω. Μήπως να τον διώξω καλύτερα; αλλά έτσι θα δώσω τροφή για σκέψη στην Βίκυ. Να πάρει, με έχει στριμώξει ξανά σε μια κόλλα χαρτί.
«Βίκυ, να μη μας ενοχλήσει κανείς, σε παρακαλώ»
Λέω ενώ γυρίζω από την άλλη για να την κοιτάξω κατάματα. Μου γνέφει καταφατικά ως απάντηση. Κλείνω την πόρτα, και έπειτα εστιάζω την προσοχή μου στο πρόσωπο του.
«Τι δικαιολογία της είπες;»
«Την ίδια που είπες κι εσύ στον Μιχάλη»
Απαντάει λιτά, κρύβοντας τα χέρια στις θηλιές του τζιν του. Ξεροκαταπίνω ξανά.
«Γιατί ήρθες;»
Τον ρωτάω με ήπιο τόνο. Τα καστανά του μάτια, έχουν γίνει πλέον σκοτεινά, ίσως και θανάσιμα θα τολμούσα να πω. Η έκφραση του δείχνει μονάχα ένταση. Δεν ήρθε για καλό εδώ, το αισθάνομαι.
«Ούτε κι εγώ ξέρω»
Απαντάει τελικά με τον ίδιο τόνο. Σφίγγω τα δόντια μου.
«Επιμένεις λοιπόν να μου δημιουργείς προβλήματα»
Ξεστομίζω, προσπαθώντας να φέρω στην επιφάνεια το αίσθημα του θυμού. Έτσι αισθάνομαι πιο ασφαλής απέναντι του. Ακούγεται ανόητο, μα έτσι είναι. Κάνει ένα βήμα μπροστά.
«Είσαι αρραβωνιασμένη;»
Η ερώτηση του με σοκάρει.
«Περιμένεις να σου απαντήσω;»
Τα μάτια του χαμηλώνουν, κοιτώντας τα σταυρωμένα μου χέρια. Ένα στραβό χαμόγελο ικανοποίησης σχηματίζεται σε δευτερόλεπτα στο πρόσωπο του.
«Πάντως δεν βλέπω να φοράς βέρα. Και από ότι θυμάμαι, ούτε στο χωριό φορούσες»
Ασυναίσθητα κρύβω τα δάχτυλα μου, κοιτάζοντας τον απέναντι τοίχο.
«Μπορείς να φύγεις σε παρακαλώ; έχω πολύ δουλειά κι εσύ με καθυστερείς»
«Απάντησε μου σε αυτό που σε ρώτησα, και μετά θα φύγω»
Επιμένει να μάθει, γαμώτο!
«Στράτο, αυτό που κάνεις είναι παιδιάστικο και ανόητο»
«Θέλω να ξέρω»
Αυτό το πείσμα του φοβάμαι ότι θα με σκοτώσει. Κλείνω για μερικά δευτερόλεπτα τα μάτια μου, θέλοντας να βάλω τις σκέψεις μου σε τάξη.
«Φύγε, βγες από το γραφείο μου»
Απαιτώ, χάνοντας και την τελευταία στάλα ψυχραιμίας που μου χει μείνει.
«Αλλιώς; τι θα κάνεις; θα καλέσεις την ασφάλεια να με μαζέψει;»
«Ναι, αυτό ακριβώς θα κάνω»
Απαντάω, ανεβάζοντας άθελά μου τον τόνο της φωνής μου. Παρατηρώ το σαγόνι του να σφίγγεται. Είναι έτοιμος να μιλήσει, αλλά τελευταία στιγμή το καταπίνει. Τον παρακολουθώ να περνάει ξυστά από δίπλα μου. Η ανακούφιση μου δεν περιγράφεται. Κλείνω για μερικά δευτερόλεπτα τα μάτια, ίσα ίσα για να φέρω ξανά την καρδιά μου στην θέση της. Αντί όμως να ακούσω το χερούλι της πόρτας, ακούω αποφασιστικά βήματα να με πλησιάζουν από πίσω.
«Δεν θα φύγω έτσι»
Πριν καν το καταλάβω, με έχει τραβήξει στην αγκαλιά του, και τα χείλη του συνθλίβουν τα δικά μου.

Γη & ουρανόςWhere stories live. Discover now