Σαν να με κυνηγάει κάτι

181 23 0
                                    


Στράτος POV

Το ίδιο βράδυ, βρίσκομαι στο μαγαζί. Δεν είχα σκοπό να έρθω, αλλά μετά από τα σημερινά γεγονότα... δεν είχα και επιλογή. Επιστρέφω στο μπαρ, για να καθίσω στον σκαμπό.
«Τι έγινε; δεν έχουμε άλλες παραγγελίες;»
Με ρωτάει η μάνα μου, η οποία μόλις έχει βγει από την κουζίνα.
«Μπα, νέκρα απόψε»
Μουρμουρίζω, στηρίζοντας το κεφάλι με το χέρι μου. Ξαφνικά, νιώθω τα χέρια της στην πλάτη και στον ώμο μου.
«Τι έχεις αγόρι μου;»
Άντε πάλι με αυτές τις ερωτήσεις.
«Τίποτα μωρέ μάνα, απλά δεν έχω όρεξη σήμερα»
Λέω, νιώθοντας την καρδιά μου να βουλιάζει όλο και περισσότερο στο κενό.
«Που εξαφανίστηκες νωρίς το πρωί;»
Η ερώτηση της με αιφνιδίασε. Γυρίζω το κεφάλι μου στο πλάι, ώστε να την κοιτάξω κατάματα.
«Στα χωράφια. Κανόνισα με τον Βάγγο να....»
«Στράτο!»
Πετάει, κόβοντας την πρόταση μου. Μάλλον το ψέμα δεν είναι το φόρτε μου, ιδιαίτερα όταν μιλάω με την μάνα μου.
«Πήγες να την βρεις;»
Με ρωτάει, εντελώς σοβαρή. Σκέφτομαι το πως θα της φέρω το επόμενο μου ψέμα, αν θα ακουστεί πειστικό. Γαμώτο, δεν θέλω να μάθει για την σημερινή μου συνάντηση με την Ισμήνη. Θα αρχίσει το κήρυγμα και δεν έχω καμία όρεξη να ακούσω.
«Ρε μάνα, μήπως σε πείραξε η ζέστη; αφού δεν είναι εδώ εκείνη»
«Ο Απέργης είπε ότι ήρθε»
Γαμώτο, δεν κρατάει και αυτός μια φορά το στόμα του κλειστό.
«Ωραία, και που θες να το ξέρω εγώ αυτό;»
«Αφού μας το ανακοίνωσε προχθές το βράδυ ρε Στράτο! Μην μου το παίζεις χαζός τώρα! Σίγουρα θυμάσαι τα όσα είπε»
Στριφογυρίζω τα μάτια μου.
«Ναι, άλλη δουλειά δεν είχα, θα παρακολουθώ το τι λέει ο Απέργης»
Καλά, αυτό έχει και μια μεγάλη δόση αλήθειας.
«Στράτο, εύχομαι μόνο να μην μου λες ψέματα»
Λέει, παίρνοντας το αυστηρό της ύφος, με αυτό που με κοιτούσε κάθε φορά που έκανα αταξία όταν ήμουν μικρός. Μάλλον κάποια πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ.
«Ωχου ρε μάνα! με την καχυποψία σου!»
Πετάω απότομα, ενώ σηκώνομαι από την θέση μου.
«Που πας τώρα;»
Με ρωτάει, την στιγμή που αρπάζω τα κλειδιά του αμαξιού από το ράφι.
«Να πάρω λίγο αέρα»
Απαντάω, φεύγοντας έξω με μεγάλες δρασκελιές.
«Εεεε! που πας;»
Με φωνάζει ο Νίκος.
«Θα έρθω σε λίγο»
Απαντάω λιτά. Σε τουλάχιστον τρία λεπτά, έχω μπει στο αγροτικό και είμαι έτοιμος να φύγω. Γαμώτο, ούτε για δέκα δευτερόλεπτα δεν μπορώ να αντέξω αυτήν την πίεση. Ανάθεμα την ώρα και την στιγμή που την πέτυχε στο μαγαζί η μάνα μου, ανάθεμα! Οδηγώ σταθερά, φτάνοντας τελικά έξω από το χωριό. Για λίγο σκέφτομαι να γυρίσω πίσω, μα η καρδιά μου είναι τώρα η πυξίδα μου, αυτή και ο οδηγός μου.

Γη & ουρανόςOnde histórias criam vida. Descubra agora