Ο καθένας με τα προβλήματα του

289 37 8
                                    

Ισμήνης POV

«Έχω μπερδευτεί λιγάκι μαζί τους»
Εξομολογούμαι στον Μιχάλη, κρατώντας το τηλέφωνο κοντά στο αυτί μου. Εδώ και μία ώρα δεν έχω σταματήσει να κόβω βόλτες μέσα στο δωμάτιο μου.
«Γιατί μωρό μου; σου είπαν κάτι;»
«Βασικά, δεν υπάρχει μια κοινή γνώμη. Ο καθένας λέει τα δικά του, και αυτό είναι που με μπερδεύει. Μίλησα και με έναν τύπο....»
Ακόμα τριγυρίζουν τα λόγια του μέσα στο κεφάλι μου. Προσπαθώ να τα βάλω όλα κάτω, μπας και συμπληρώσω επιτέλους το παζλ, μα πάντα καταλήγω στο συμπέρασμα ότι κάποιο κομμάτι μου λείπει!
«Για τι μιλήσατε; για την μετεγκατάσταση;»
«Βασικά μου έλεγε τα προβλήματα που έχουν προκληθεί στο χωριό με την ιδέα της μετεγκατάστασης»
Δεν ξέρω αν το κατάλαβε έτσι όπως το έθεσα.
«Μάλιστα, και ποια είναι τα προβλήματα δηλαδή;»
«Μου μίλησε για το σχολείο τους, για τις δουλειές, και για το δίκτυο ύδρευσης»
Εκτός αν μου ξέφυγε κάτι. Ακούω τον Μιχάλη από την άλλη γραμμή να γελάει πνιχτά.
«Μωρό μου, μην ασχολείσαι με το τι λένε στο χωριό. Εσύ επικεντρώσου στον στόχο σου, και αυτός είναι να σηκώσεις το χωριό»
Τελικά μάλλον δεν με κατάλαβε.
«Αν δεν ψάξω το πρόβλημα από την ρίζα, τότε δεν θα καταφέρω να βρω λύση. Ξες πως λειτουργώ, θέλω να ξέρω τα πάντα με απόλυτη λεπτομέρεια»
Του εξηγώ ίσως για χιλιοστή φορά. Τον ακούω να ξεφυσά.
«Τέλος πάντων, καλύτερα να ξεκουραστείς, αρκετά τράβηξες μέσα σε μια μέρα»
Για να μαι ειλικρινής, έχει δίκιο. Χρειάζομαι ένα καυτό μπάνιο και μετά ύπνο. Άλλωστε σκοπεύω να ξανά πάω αύριο στο χωριό, και μάλιστα για συγκεκριμένο σκοπό.
«Έχεις δίκιο, αυτό θα κάνω»
«Ωραία, σε φιλώ μωρό μου. Ξεκουράσου και τα λέμε πάλι αύριο»
Μου λέει με γλυκό τόνο. Κουνάω αφηρημένα το κεφάλι μου.
«Καλό βράδυ»
Λέω και μετά τερματίζω την κλήση μας. Αύριο έχω σκοπό που θα ξαναπάω στο χωριό, αν και η επόμενη συνάντηση μου με τον πρόεδρο είναι κανονισμένη για μεθαύριο, αλλά κανείς δεν μου απαγορεύει να πάω και αύριο. Εύχομαι μόνο να είμαι τυχερή και να μην βρεθεί ξαφνικά μπροστά μου.

Στράτος POV
Την ίδια ώρα.

Από το μεσημέρι, ο Παύλος δεν έχει σταματήσει να πίνει τσίπουρα. Υποψιάζομαι ότι τον έχει ψιλοχτυπήσει το αλκοόλ, αλλά δεν τολμάω κιόλας να του κάνω κουβέντα. Με αυτόν εδώ γρήγορα βρίσκεις τον μπελά σου. Αφού δεν έχουμε και πολύ δουλειά απόψε, κάθομαι παρέα με τον Νίκο, στο δίπλα τραπέζι.
«Πρόεδρε λεγε! πως πήγε σήμερα;»
Τον ρωτάει ο Νίκος, πριν ανάψει ένα ακόμα τσιγάρο.
«Πιστεύω καλά. Αυτή η βουλευτίνα που ήρθε θα καταφέρει να μας κάνει την δουλειά. Σας το είπα και το ξαναλέω, το χωριό θα σηκωθεί!»
Υποστηρίζει με μεγάλο στόμφο. Αποφασίζω να μην σχολιάσω και να πιω την μπύρα μου.
«Εσένα τι σου έλεγε μέσα;»
Πετάει ξαφνικά ο Παύλος, κοιτάζοντας εμένα. Αφήνω το μπουκάλι, εστιάζοντας το βλέμμα μου πάνω του.
«Μην ανησυχείς, δεν θα τρίξει η καρέκλα σου»
Τον καθησυχάζω, προσπαθώντας να κρύψω την ειρωνεία μου. Εκείνος με κοιτάζει με ψυχρά ανέκφραστο ύφος.
«Σε ρωτούσε για το χωριό;»
Με ρωτάει. Του ρίχνω μια απαξιωτική ματιά.
«Παύλο, τι έπαθες; φοβάσαι μήπως σε κατηγόρησε στην βουλευτίνα;»
Τον ρωτάει ξαφνικά ο Νίκος, παίρνοντας το μέρος μου. Ο πρόεδρος δείχνει να ενοχλείται.
«Η βουλευτίνα ξέρει, και θα μας κρίνει σωστά, όλους μας!»
Τονίζει και αυτόματα το βλέμμα του εστιάζει σε μένα.
«Ναι, σωστά»
Το κατάλαβα το υπονοούμενο του, αλλά επειδή είμαστε στο μαγαζί, και επειδή δεν έχω όρεξη, αποφασίζω να μην το σχολιάσω.
«Έλα, χαλαρώστε τώρα. Να φέρω άλλη μια γύρα;»
Πετάγεται ξαφνικά ο πατέρας μου, προσπαθώντας να κατευνάσει την ένταση που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα σε μένα και τον Παύλο.
«Άστο Γιάννη. Έλα να σε πληρώσω καλύτερα»
Λέει εκείνος και έπειτα σηκώνεται για να τραβήξει διακριτικά τον πατέρα μου μέσα στο μαγαζί. Το βλέμμα μου τους ακολουθεί, και από τον τρόπο που τον βλέπω να μιλάει, μάλλον κάτι άσχημο του λέει.
«Μη δίνεις σημασία. Αυτά είναι μαλακίες του προέδρου, τώρα θα τον μάθουμε;»
Με συμβουλεύει ο Νίκος, δείχνοντας λιγάκι χαμένος.
«Εσύ μήπως να σταματήσεις με αυτό;»
Του προτείνω, μετακινώντας την μπύρα του ένα χιλιοστό αριστερά.
«Και μετά από αυτό τι θα μείνει ρε Στράτο;»
Με ρωτάει, κοιτώντας με κάπως ζαλισμένος.
«Νίκο, έχεις έναν Βαγγέλη από πίσω σου. Αν φύγεις κι εσύ, τι θα κάνει μετά;»
«Δεν τον φοβάμαι. Είναι τσακάλι, θα τα βγάλει πέρα και χωρίς εμένα»
Αντιγυρίζει με άνεση, τινάζοντας το τσιγάρο του στον αέρα.
«Και; θα μείνει μόνος του μέσα σε τέσσερις τοίχους»
«Θα κάνει οικογένεια και η πίκρα θα ξεχαστεί»
Γαμώτο, μου τη δίνει που έχει μια απάντηση για όλα.
«Είσαι εγωιστής Νίκο»
Και αυτό πρόκειται για δήλωση. Τα ζαλισμένα καστανά του μάτια, στρέφονται επάνω μου.
«Νεκρός είμαι Στράτο. Δεν μπορείς να καταλάβεις πως είναι, και σου εύχομαι να μην το νιώσεις ποτέ»
Λέει, και μετά ρουφάει το τσιγάρο του. Αφήνω μια ανάσα απογοήτευσης. Τι να πω, αυτός ο άνθρωπος θέλει να σκοτώσει τον εαυτό του, μου το έκανε ξεκάθαρο μόλις τώρα. Κρίμα μόνο για τον Βαγγέλη.
«Καλό βράδυ»
Μας εύχεται ο πρόεδρος πριν μπει μέσα στο αυτοκίνητό του. Σφίγγω τις γροθιές μου.
«Να σου πω εσένα»
Ξαφνικά ακούω τον πατέρα μου να λέει, και ξέρω ότι πηγαίνει για εμένα, χωρίς καν να χρειαστεί να τον κοιτάξω. Σηκώνομαι βαριεστημένα από την καρέκλα μου για να τον ακολουθήσω μέσα στην κουζίνα.
«Τι σου είπε;»
Τον ρωτάω ευθέως.
«Μπορείς να μην είσαι τόσο προκλητικός; Άστους! μην ασχολείσαι με κανέναν»
«Σου έκανε παράπονα για την συμπεριφορά μου;»
Πετάω κοφτά, με τον θυμό να απλώνεται πιο γρήγορα και από το δηλητήριο ενός φιδιού μέσα μου.
«Απλά μην ασχολείσαι μαζί του, μονάχα αυτό σου ζητάω. Αρκετά έχουμε στο κεφάλι μας ρε Στράτο, μην βάλουμε κι άλλα!»
Ο πατέρας μου είναι ένας φιλήσυχος άνθρωπος. Προκειμένου να μην έχει φασαρίες, μπορεί να συμβιβαστεί ακόμα και με τον πιο στραβό και ανάποδο. Όπως για παράδειγμα ο Παύλος. Αφήνω μια ανάσα απογοήτευσης.
«Εντάξει, μείνε ήσυχος»
Τον διαβεβαιώ, αν και δεν το θέλω καθόλου. Μου άρεσε που πήγα κόντρα σε αυτόν τον βλάκα, έστω και για λίγο. Ο πατέρας μου με χτυπάει φιλικά στον ώμο, πριν βγει έξω. Υποθέτω ότι τώρα λύθηκε το πρόβλημα. Ξεφυσάω κουρασμένα. Και η πλάτη μου πονάει ακόμα από το γαμημένο το κάψιμο.

Γη & ουρανόςWhere stories live. Discover now