Καταλήγουμε στα ίδια

204 27 0
                                    


«Περίμενε»
Φωνάζω, την στιγμή που ανεβαίνω στην σπηλιά. Εκείνος κοντοστέκεται, χτυπώντας το χέρι του στον τοίχο.
«Γιατί με ακολούθησες;»
«Γιατί δεν μπορείς να πετάς κάτι και μετά να εξαφανίζεσαι!»
Αποκρίνομαι αμέσως, ανεμίζοντας ταυτόχρονα τα χέρια μου. Η έκφραση του δεν δηλώνει τίποτα, πράγμα που με σοκάρει. Πάντα μου δίνει απλόχερα τις σκέψεις του, σαν ανοιχτό βιβλίο.
«Πήγαινε στο χωριό, ο πρόεδρος σε περιμένει»
Μου πετάει τελικά, με απόλυτη απαξίωση. Πως με αντιμετωπίζει έτσι;
«Αν δεν τελειώσει η συζήτηση μας, δεν πάω πουθενά!»
«Θα σε ψάχνει ο πρόεδρος, και είναι κρίμα να χαλάσουν τώρα τα σχέδια του, έτσι;»
Λέει και έπειτα μου γυρίζει την πλάτη. Τον αρπάζω από το μπράτσο, για να τον ξανά φέρω αντιμέτωπο με το βλέμμα μου.
«Σταμάτα να με ειρωνεύεσαι»
Απαιτώ. Η έκφραση του παραμένει εξοργιστικά ήρεμη.
«Είδες πόσο εύκολα αντιστρέφονται οι ρόλοι;»
Με ρωτάει σαρκαστικά. Παίρνω μια βαθιά ανάσα.
«Θεε μου, με κάνεις να θέλω να σε χτυπήσω»
Μουρμουρίζω, κλείνοντας παράλληλα τα βλέφαρά μου.
«Επιτέλους! η κυρία βουλευτής αποφάσισε να ρίξει την ανέκφραστη μάσκα της»
Τον αγριοκοιτάζω.
«Μπορείς απλά να φερθείς σαν ώριμος άντρας;»
«Δείξε μου εσύ πως είναι, που είσαι και υπερβολικά ώριμη»
Συνεχίζει να με ειρωνεύεται. Σφίγγω τις γροθιές μου.
«Νόμιζα ότι ξεκαθαρίσαμε την κατάσταση προχθές»
«Μπορεί για σένα να ξεκαθάρισε, για μένα όμως όχι»
Αποκρίνεται, κοιτάζοντας με με υπεροπτικό βλέμμα. Κοιτάζω τριγύρω, ψάχνοντας ανάμεσα στις άγιες εικόνες για λίγη γαλήνη.
«Φύγε στο χωριό»
Με διατάζει με σταθερό τόνο. Οι βροντές δυναμώνουν στο βάθος, και νομίζω πως ο ήχος αντηχεί μέσα στο στήθος μου. Εκείνος μου γυρίζει ξανά την πλάτη.
«Μπορείς να με κοιτάς όταν σου μιλάω;»
«Η συζήτηση μας έληξε. Φύγε, τώρα»
Απαντάει λιτά, χωρίς να με κοιτάξει. Άλλη μια βροντή από το βάθος. Με μεγάλες δρασκελιές, πηγαίνω να σταθώ μπροστά του.
«Εγώ θα αποφασίσω για το πότε θα λήξει αυτή η συζήτηση»
Ρουθουνίζει ειρωνικά, κοιτάζοντας πάνω από το κεφάλι μου.
«Πολύ εγωιστικό αυτό. Και γω που νόμιζα ότι η πολιτική δεν ταιριάζει με το συναίσθημα»
Πετάει, σταυρώνοντας παράλληλα τα χέρια στο στήθος του. Θεέ μου, θα τον χτυπήσω στ' αλήθεια! η στάση του είναι σαν να με ικετεύει να το κάνω!
«Κόφτο»
Απαιτώ. Τα καστανά του μάτια κατεβαίνουν αργά στα δικά μου, ενώ ένα στραβό χαμόγελο είναι σχηματισμένο στο πρόσωπο του.
«Γιατί δεσποινίς Παπακωνσταντίνου; εκνευρίζεσται;»
«Στράτο...»
Προφέρω αργά μέσα από τα δόντια μου. Δεν δείχνει να φοβάται ούτε στο ελάχιστο.
«Πήγαινε στο χωριό, ας τελειώνει αυτό το αστείο»
Λέει, και έπειτα πλησιάζει την βρύση της σπηλιάς. Στέκομαι στην θέση μου, κλείνοντας για λίγο τα μάτια μου. Αφουγκράζομαι τον ήχο από τις σταγόνες της βροχής που πέφτουν στην γη. Μέσα μου υπάρχει ήδη η καταιγίδα. Και αυτός είναι τόσο αναθεματισμένα ήρεμος! Το μόνο που κάνει καλά, είναι να με ειρωνεύεται και να με εκνευρίζει. Περπατάω, για να βρεθώ έξω από την σπηλιά. Τώρα νιώθω την βροχή να με τρυπάει. Μου ζήτησε να φύγω; ε αυτό και θα κάνω.
«Δεν θα κάτσω να ασχοληθώ με ένα παιδί»
Του δηλώνω, πριν πλησιάσω τις σκάλες. Ξαφνικά, ακούω γρήγορα βήματα να με ακολουθούν. Πριν προλάβω να γυρίσω, εκείνος με έχει τραβήξει στην αγκαλιά του, αιφνιδιάζοντας με.
«Εγώ είμαι ο μαλάκας, που κάθομαι και ασχολούμαι ακόμα μαζί σου, που επιμένω ενώ εσύ με απορρίπτεις»
Λέει με ένταση μπροστά στο πρόσωπο μου. Τον κοιτάζω κατάματα, με την βροχή να λούζει το πρόσωπο του.
«Και που καταλήγουμε τώρα;»
Τον ρωτάω ευθέως. Δεν ξέρω αν έχω άλλες άμυνες για να του αντισταθώ. Τα χέρια του με κρατούν φυλακισμένη, τα μισάνοιχτα χείλη του είναι η πύλη της αμαρτίας. Γαμώτο, τι κάνω; τώρα θα έπρεπε να είμαι ήδη κάτω στην κοινότητα και να συζητάω μαζί με τον πρόεδρο για τις διαδικασίες. Τι πάει λάθος πια με μένα;
«Στα ίδια»
Λέει τελικά, ανασηκώνοντας ταυτόχρονα τους ώμους του. Χαμηλώνω τα μάτια μου στο έδαφος.
«Δεν έχω ιδέα γιατί τσακώνομαι μαζί σου»
«Δεν έπρεπε καν να με βρεις το πρωί. Σπας την συμφωνία που κάναμε. Ορκίστηκες να μην με ξανά ενοχλήσεις!»
Του υπενθυμίζω, με τον τόνο μου να ανεβαίνει σταδιακά. Τα βλέμματα μας είναι ενωμένα.
«Αν δεν κάνω την βλακεία, δεν θα καταλάβω το λάθος»
Με ενημερώνει, με ένα αχνό χαμόγελο στο πρόσωπο του. Και από εκεί που είμαστε έτοιμοι να κάψουμε ο ένας τον άλλον, μου χαρίζει ένα χαμόγελο και η καρδιά μου είναι έτοιμη να λιώσει. Τρομάζω να το παραδεχτώ ακόμα και στον ίδιο μου τον εαυτό, όμως ο Στράτος.... μου προκαλεί περίεργα συναισθήματα.
«Άφησε με, πρέπει να κατέβω»
Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να ξεφύγω. Νιώθω τα χέρια του να αφήνουν την μέση μου, και να πιάνουν το πρόσωπο μου. Η ανάσα μου κόβεται.
«Δείξε μου ότι δεν κάνω λάθος Ισμήνη»
Με ικετεύει χαμηλόφωνα. Άλλη μια βροντή ακούγεται από το βάθος. Η βροχή δεν σταματά, κι εμείς μένουμε στην αγκαλιά της, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Έχω αδειάσει πλέον από οξυγόνο, και το σώμα μου τρέμει. Γιατί τρέμω; αφού δεν κρυώνω.
«Είμαστε μόνο εσύ κι εγώ, οι δυο μας»
Με παροτρύνει με βραχνή φωνή. Κάθε πόρος του κορμιού μου ζωντανεύει. Κάτι γίνεται πάνω μου, μα δεν ξέρω τι. Τον κοιτάζω μέσα στα μάτια για να ανακαλύψω τον πόθο που κρύβει. Με θέλει! το καταλαβαίνω, το ξέρω, όμως πρέπει να αντισταθώ!
«Ισμήνη...»
Ψελλίζει. Η ανάσα του αγγίζει το πρόσωπο μου. Ασυναίσθητα τα χείλη μου μισανοίγουν, για να υποδεχτούν τα δικά του. Λάθος, είμαι λάθος, μα δεν μπορώ να με σταματήσω όταν βρίσκομαι τόσο κοντά του. Τα χείλη μας ενώνονται, μόνο που αυτή τη φορά, είναι πιο γλυκό το φιλί μας, πιο ζεστό, και γεμάτο ανταπόκριση. Η καρδιά μου τραγουδά μέσα στο στήθος μου. Τα χέρια μου τυλίγονται γύρω από τον λαιμό του, με αποτέλεσμα το σώμα μου να κουμπώσει με το δικό του. Και η βροχή συνεχίζει να πέφτει, προσπαθώντας να μας ξεπλύνει από το λάθος. Μα πως μπορείς να ξεπλύνεις την επιθυμία;

Γη & ουρανόςजहाँ कहानियाँ रहती हैं। अभी खोजें