~Κεφάλαιο 27ο~

208 28 15
                                    

Έπρεπε να εμφανιστεί το μοναδικό άτομο που δεν ήθελα να αντικρίσω σήμερα. Το άτομο που θα έβλεπα και το λιγότερο που θα μπορούσε να κάνει, είναι να μου χαλάσει ολόκληρη τη μέρα. Αλλά σήμερα δεν θα άφηνα κανέναν να μου το χαλάσει και ειδικά αυτή τη γυναίκα.

«Καλημέρα Δώρα! Ήρθες;»

«Καλημέρα! Ναι ήρθα όπως βλέπεις, πριν λίγο!» έκανα στην άκρη και μπήκε μέσα στο σπίτι χαμογελώντας μου ψεύτικα, κάτι το οποίο φρόντισε να δω μόνο εγώ.

«Γεια σου αγάπη μου!» πλησίασε τον Χάρρυ και τον φίλησε επιδεικτικά.

Έκλεισα τη πόρτα και κατέβασα αμήχανα το βλέμμα μου κοιτώντας το πάτωμα. Ήταν πιο δύσκολο απ' ότι περίμενα να δω αυτήν την εικόνα να ζωντανεύει μπροστά μου. Το είχα φανταστεί, έπαιζε στο μυαλό μου πολλές φορές τα βράδια αυτή η σκηνή και δεν ήταν το καλύτερο συναίσθημα. Αλλά δεν πίστευα ότι βλέποντας κάτι τέτοιο από κοντά θα πονέσει περισσότερο, αν όχι το ίδιο. Κι όμως ο κόμπος στο στομάχι νιώθω ότι με σφίγγει όλο και πιο πολύ.

«Λοιπόν, βλέπω εσείς οι δύο είστε μαζί. Χαίρομαι για εσάς!» χαμογέλασα όσο μπορούσα, ενώ χτυπούσα τα πόδια μου μεταξύ τους νευρικά.

«Ναι είμαστε μαζί!» η Κρίστι τον έσφιξε περισσότερο πάνω της χαρούμενα, σε αντίθεση με τον Χάρρυ που κοιτούσε αμήχανα το πάτωμα.

«Μπράβο παιδιά!» είδα τον Χάρρυ να χαμογελάει κάπως αμήχανα και να περνάει το χέρι του γύρω από τη μέση της Κρίστι. «Εγώ πρέπει να φύγω, να χαιρετήσω τον Λούι και τον Λίαμ. Τα λέμε μετά!»

Πήρα το κινητό και τα κλειδιά από τη τσάντα μου και βγήκα έξω από το σπίτι. Κούνησα ελαφρά το κεφάλι μου και εισέπνευσα λίγο καθαρό αέρα για να διώξω, όσο μπορώ, την εικόνα του Χάρρυ και της Κρίστι να φιλιούνται. Κατευθύνθηκα στο διπλανό σπίτι, χτύπησα τη πόρτα τους και περίμενα υπομονετικά να ανοίξουν. Ένας αγουροξυπνημένος Λούις εμφανίστηκε μπροστά μου μόνο με μια μαύρη φόρμα.

«Είσαι σοβαρός παιδάκι μου; Βάλε καμιά μπλούζα, θα κρυώσεις!» τον έσπρωξα μέσα στο σπίτι και έκλεισα τη πόρτα.

«Τώρα να πω ότι μου έλειψε η γκρίνια σου, θα είναι ψέματα!»

«Ναι αλλά, όλο το υπόλοιπο δεν σου έλειψε;» του χαμογέλασα γλυκά και κούνησα το σώμα μου ναζιάρικα φέρνοντας τα χέρια πίσω από τη πλάτη μου.

«Ναι αυτό μπορεί!» άρχισε να γελάει καθώς έβαζε μια μαύρη φούτερ. «Έλα εδώ βρε!» τον πλησίασα και τον αγκάλιασα γλυκά. «Πότε ήρθες;» κατευθύνθηκε προς τη κουζίνα και έβαλε σε δύο κούπες από λίγο καφέ.

Έρωτας στους στίχους... [H.S. & X❤O]Where stories live. Discover now