~Κεφάλαιο 39ο~

261 29 24
                                    

5 μήνες μετά

Ένα μόνιμο τσούξιμο συνόδευε τα μάτια μου τους τελευταίους μήνες που δουλεύουμε ασταμάτητα για την καλύτερη συναυλία. Ήμαστε μία εβδομάδα στο Γουότφορντ της Αγγλίας κάνοντας πρόβες στο στάδιο της πόλης καθημερινά. Χορογραφίες, φωνητικά, μουσική έχουν γεμίσει τη καθημερινότητά μας μέχρι να επιτευχθεί το μέγιστο καλύτερο αποτέλεσμα. Αφού γυρίσαμε από την Ελλάδα, πιάσαμε δουλειά, δεν μιλούσαμε για τίποτα άλλο εκτός από τη περιοδεία. Και να θέλαμε να ασχοληθούμε με κάτι άλλο, δεν είχαμε ούτε χρόνο, ούτε διάθεση λόγω κούρασης. Με τους γονείς μου δεν προλάβαινα να επικοινωνώ τόσο συχνά, όπως είχαμε συνηθίσει, παρά μόνο μερικά λεπτά για να μάθουν ότι είμαι καλά.

Ο Λίαμ δεν μπλέχτηκε καθόλου με την παράλληλη 'δουλειά' του οπότε δεν ήταν ανάγκη να ασχοληθούμε και με αυτό. Όσο για τον Χάρρυ, περνάει συνέχεια τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του με τη Κρίστι, οι μόνες ώρες που τον έβλεπα ήταν όταν κάναμε ηχογραφήσεις, πρόβες και όταν πηγαίναμε σε εκπομπές στη τηλεόραση ή το ραδιόφωνο. Κυριολεκτικά μόνο τον έβλεπα, δεν μιλούσαμε καθόλου. Είχαμε απομακρυνθεί επικίνδυνα και αυτό με σκότωνε κάθε μέρα. Αυτό που μου έκανε περισσότερο εντύπωση είναι το γεγονός ότι όταν γυρίσαμε, η Κρίστι δεν μου έδωσε καμία απολύτως σημασία. Σαν να μην συνέβη τίποτα κατά τη διάρκεια των διακοπών και δεν βγήκε ποτέ η φήμη για μένα και το Χάρρυ στη τηλεόραση. Μπορεί να με άφησε ήσυχη επιτέλους, αλλά με τη στάση του Χάρρυ απέναντί μου, η διάθεσή μου είχε χαλάσει και ο μόνος τρόπος να ξεχνιέμαι ήταν και είναι το τραγούδι και η μουσική. Η παρέα του Λίαμ με βοήθησε ιδιαίτερα. Καθώς έκανε πρόβα για τη μουσική στη κονσόλα, ήμουν μαζί του για τα μαθήματα που μου είχε υποσχεθεί, ενώ πολλές φορές σαν μια από τις κεντρικές φωνές τον βοηθούσα με το να τραγουδάω τα τραγούδια μας όση ώρα έπαιζε. Κάναμε καλή ομάδα.

«Δώρα πρέπει να ετοιμαστείς!» η ενδυματολόγος με έπιασε από το μπράτσο και άρχισε να με τραβάει προς το πίσω μέρος της σκηνής. «Κι εσύ Λούι, σήκω!» τράβηξα το χέρι μου κουρασμένα.

«Αφού έχουμε χρόνο, άσε μας!» παραπονέθηκα καθώς καθόμουν πάλι σε μια καρέκλα στο κοινό. Ο Λούι με κοίταξε με νόημα και κάθισε δίπλα μου.

«Δώρα τρέχα!» φώναξε και σηκωθήκαμε τρέχοντας ο καθένας σε αντίθετη κατεύθυνση μακριά από όλους.

Οι μπράβοι προσπαθούσαν να μας πιάσουν τρέχοντας από πίσω μας, αλλά εμείς συνεχίσαμε σαν μικρά παιδιά. Εκτός από τη κούραση του τρεξίματος είχα και το γέλιο που προσπαθούσα να συγκρατήσω. Σχεδόν κάθε μέρα μας παρακαλάνε να δουλέψουμε, αλλά είναι δύσκολο να κουμαντάρεις άτομα που έχουν να νιώσουν ελεύθεροι για μήνες. Πίσω μου έτρεχε ο μπράβος μου, Κέβιν και μερικοί ακόμα φύλακες του χώρου. Πέρασα δίπλα από τον Νάιλ και κρύφτηκα πίσω του. Όταν με είδε ο μπράβος του, έτρεξε και αυτός προς το μέρος μου και κυριολεκτικά κρεμάστηκα πάνω στον Νάιλ ο οποίος για άλλη μια φορά μιλούσε μαζί με την Κάθριν στο τηλέφωνο. Πέρασε από δίπλα μου ο Λίαμ με ένα μικρό φορείο για δύο άτομα και μπήκα μέσα, χωρίς να σταματήσουμε να γελάμε και να κυνηγιόμαστε με τους μπράβους. Παρατήρησα ότι τον Λούι τον είχαν ήδη πιάσει και τον μετέφεραν κυριολεκτικά σηκωτό στα καμαρίνια, κάτι το οποίο βλέπω τον εαυτό μου να παθαίνει από στιγμή σε στιγμή.

Έρωτας στους στίχους... [H.S. & X❤O]Where stories live. Discover now