~Κεφάλαιο 29ο~

228 31 18
                                    

Μετά από μερικά λεπτά ο Λίαμ βγήκε από το μικρό σπίτι κοιτώντας δεξιά και αριστερά τη περιοχή. Κρύφτηκα καλύτερα πίσω από το κάδο σκουπιδιών και περίμενα να ξεκινήσει την διαδρομή του για τη παράδοση. Ο δρόμος φωτιζόταν ελάχιστα από τα φώτα του δρόμου, πράγμα που με βοηθούσε ιδιαίτερα στο να μην με δει αυτή τη φορά.

Ξεκίνησε να περπατάει με τα χέρια στις τσέπες σαν να μην συνέβη τίποτα προηγουμένως. Έτσι κι εγώ συνέχισα να τον ακολουθώ αθόρυβα. Αυτή τη φορά γυρνούσε πιο συχνά και κοιτούσε προς τα πίσω. Σε κάθε του κίνηση φρόντιζα να κρύβομαι πίσω από αμάξια ή κάποιες φορές έσκυβα το κεφάλι μου και ασχολιόμουν με το κινητό προσπαθώντας να μην δίνω στόχο. Με κουκούλα και μαύρα ρούχα θα με περνούσε κανείς για κάποιον ύποπτο, αλλά ο Λίαμ συνέχιζε ακάθεκτος να περπατάει.

Δεν πέρασε αρκετή ώρα και φτάσαμε έξω από μια παμπ του Λονδίνου. Ο κόσμος ήταν λιγοστός και φαινόταν ότι το μαγαζί δεν ήταν καλής φήμης. Αντιθέτως, οι περισσότεροι εκεί μέσα ήταν άντρες που καθόντουσαν μόνοι τους ή μία-δυο παρέες ελάχιστων ατόμων που έπιναν αθόρυβα το ποτό τους. Ο Λίαμ δεν άργησε να κάτσει στο μπαρ του μαγαζιού παραγγέλνοντας κάτι να πιει χωρίς να δίνει στόχο. Αντιγράφοντας τις κινήσεις του, μπήκα μέσα στο μαγαζί και κάθισα λίγα μέτρα μακριά του περνώντας απαρατήρητη από τους πελάτες.

«Τι να σου φέρω φίλε;» με ρώτησε ο τύπος μέσα από το μπαρ.

Η αλήθεια είναι ότι δεν μου φάνηκε παράξενο που με μπέρδεψε με άντρα. Το πρόσωπό μου φαινόταν ελάχιστα από τα φαρδιά ρούχα και τη κουκούλα που φορούσα. Άρπαξα την ευκαιρία που μου δόθηκε και συνεχίζοντας να έχω το βλέμμα μου κατεβασμένο, ξερόβηξα και μίλησα στον μπάρμαν.

«Μια μπύρα!» του απάντησα με όσο μπορούσα αντρική φωνή πετώντας μπροστά του μερικά χρήματα.

«Τι μπύρα θέλεις;»

«Ό,τι να' ναι, απλά φέρε μου μια μπύρα!» ύψωσα λίγο το τόνο της φωνής μου και συνέχισα να κοιτάω τον πάγκο μπροστά μου.

Ο τύπος μου έφερε τη μπύρα και ύστερα ασχολιόταν με τους υπόλοιπους πελάτες ή καθαρίζοντας μερικά ποτήρια. Ο Λίαμ δεν είχε κουνηθεί από τη θέση του, απλά περίμενε με μοναδική του ασχολία κάτι παιχνίδια στο κινητό. Ήμουν έτοιμη να παραγγείλω κάτι άλλο για να μην δίνω πολύ στόχο, όταν κάποιος μπήκε στο μπαρ. Ήταν ένας άντρας μετρίου αναστήματος, σχετικά εύσωμος. Κοίταξε εξεταστικά το χώρο και το βλέμμα του έπεσε κατευθείαν στον Λίαμ.

Έρωτας στους στίχους... [H.S. & X❤O]Where stories live. Discover now