2

94 6 4
                                    

       Γύρο στο μεσημέρι το πλοίο της Λούσης έπιασε λιμάνι. Δεν της άρεσε καθόλου η ιδέα ότι γύρισε, αλλά έπρεπε να ήταν κοντά στην αδελφή της σε μια τόσο σημαντική στιγμή, σκέφτηκε καθώς κοντοστάθηκε μπροστά από την ράμπα.

" Μην κάθεσαι και χαζεύεις όλη την ώρα θα αργήσουμε κι' άλλο να πάμε σπίτι και δεν έχω καμία όρεξη να έχω τον κύριο να ζητά εξηγήσεις για την καθυστέρηση μας"

Η φωνή της Σάντρας προκάλεσε ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη της Λούσης. Ούτε η ίδια είχε όρεξη για κατσάδες. Πάει τόσος καιρός. Όμως τίποτα δεν έχει αλλάξει σκέφτηκε κάπως μελαγχολικά.

" Τίποτα δεν άλλαξε από τότε" Είπε και αναστέναξε.

" Τι περίμενες ένα χρόνο λείπαμε όχι αιώνα" Της απάντησε η Σάντρα με μια γκριμάτσα βαρεμάρας στο πρόσωπο της.

Στο πλοίο μπορεί να ήταν απλός η φίλη της καπετάνισσας αλλά στην υψηλή κοινωνία ήταν κάτι σαν την προσωπική οικονόμο της. Πράγμα που σήμαινε πάλι τρόπους και "σας" και " μάλιστα". Σαν να διάβασε τις σκέψεις της η Λούση της χτύπησε χαϊδευτικά τον ώμο.

" Κάνε κουράγιο για τρείς μήνες το πολύ θα κρατήσει όλο αυτό"

" Εγώ θα κάνω κουράγιο όμως εσύ δεν ξέρω αν θα αντέξεις. Πέταξες πολύ κοντά στον ήλιο και δεν σκοπεύεις να γυρίσεις πίσω στην γη" Της αντιζύγισε η Σάντρα.

Και είχε απόλυτο δίκιο ήξερε την Λούση καλύτερα από τον καθένα, τόσο ώστε να καταλάβει την μελαγχολία που έκρυβαν τα μάτια της.

" Άντε πάμε να φύγουμε γιατί σε λίγο σε βλέπω να πηγαίνεις σπίτι σου σαν να γύρισες πίσω από κηδεία"

 Η Λούση χαμογέλασε και βοήθησε την φίλη της να κατεβάσουν τις αποσκευές τους από το πλοίο και να της βάλουν στην άμαξα που από ώρα της περίμενε.

   Στο σπίτι τον Τσαρλς επικρατούσε μεγάλη αναστάτωση καθώς ετοιμάζονταν για την άφιξη της και για τον αυριανό χορό που θα γίνονταν. Ακόμα και ο πατέρας της που πάντα ήταν ψύχραιμος είχε αναστατώθει με τις τόσες ετοιμασίες που εκκρεμούσαν ακόμα. Η Μάγια από την άλλη ήταν υπερβολικά χαλαρή λες και δεν συνέβαινε τίποτα το σπουδαίο. Ήταν κλεισμένη στο δωμάτιο της, καθισμένη στην βαθιά, βελούδινη πολυθρόνα της και έπαιζε με τον σκύλο της. Ένα μαύρο μικρόσωμο σκυλάκι που άκουγε στον όνομα Ρικ.

" Φαίνεσαι τέλειος χαλαρή λες και δεν τρέχει τίποτα γύρο σου" Της είπε η οικονόμος της η Φιλ η όποια πάντα είχε κατά κάποιο τρόπο μια δόση αγένειας και ασέβειας στον τόνο της φωνής της. Ίσως για αυτό ήταν και το ποιο έμπιστο άτομο της Μάγιας γιατί ήταν αντιδραστική και απρόβλεπτη.

Το Πείσμα Της ΑγάπηςOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz