Παντρειές;

824 70 16
                                    

«δεν νομίζεις πως ήρθε ο καιρός να ασχοληθείς με κάτι πιο σοβαρό; η πολιτική ας πούμε είναι ένα ωραίο κομμάτι»
Δεν έχει περάσει ούτε μία ώρα από τότε που ξύπνησα, και ο πατέρας μου έχει αρχίσει δυναμικά τον μονόλογο του. Εντάξει, το περίμενα όλο αυτό, αλλά όχι τόσο σύντομα!
«μπαμπά, δεν θέλω να γίνω σαν και σένα»
Του εξηγώ απλά, λιτά. Εκείνος ξεφυσάει, δείχνοντας δυσφορία.
«ίσως θα πρεπε να γίνεις σαν και μένα»
Φυσικά! αυτό ήταν πάντοτε το όνειρο του. Νομίζει ότι επειδή είναι αυτός δήμαρχος, τότε θα μπορέσω να γίνω και γω.
«καλημέρα σας»
Η Δέσποινα βγαίνει από την μπαλκονόπορτα για να μας πλησιάσει. Ένα χαμόγελο ανακούφισης απλώνεται στο πρόσωπο μου.
«την κατάλληλη στιγμή ήρθες!»
Αναφωνώ καθώς σηκώνομαι από την θέση μου για να την πλησιάσω.
«γιατί; τι λέγατε;»
«τι ρωτάς; λες και δεν ξέρεις τον άντρα σου»
Αποκρίνομαι, ακουμπώντας τα χέρια μου στους ώμους της.
«Παύλο; πάλι άρχισες;»
Αντιγυρίζει η Δέσποινα με αυστηρό ύφος καθώς σταυρώνει τα χέρια στο στήθος της.
«ξέρεις ότι προσπαθώ να κάνω το καλύτερο για όλους μας»
Εντάξει, τώρα αρχίζει το θέατρο του παραλόγου.
«λοιπόν, επειδή η συζήτηση αρχίζει να γίνεται όλο και πιο περίπλοκη, εγώ σας αφήνω»
Λέω και μετά δίνω ένα σύντομο φιλί στο μάγουλο της Δέσποινας πριν φύγω από τον κήπο.
«επ επ επ! για που το βαλές εσύ;»
Η γλυκιά μου Ελενίτσα σταματάει τα βήματα μου. Γυρίζω από την άλλη για να την κοιτάξω.
«προσπαθώ να ξεφύγω από τον πατέρα μου»
Απαντάω, ανασηκώνοντας παιχνιδιάρικα το φρύδι μου.
«α, κατάλαβα. Άρχισε τα δικά του ο κυρ Παύλος;»
Κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου. Εκείνη γελάει, τσιμπώντας ταυτόχρονα το μάγουλο μου.
«μη το κάνεις αυτό. Ξέρεις ότι με εκνευρίζει!»
Γκρινιάζω, κάνοντας ταυτόχρονα δύο βήματα πίσω.
«ναι, αλλά εμένα μου αρέσει»
Αποκρίνεται, έχοντας ένα συγκρατημένο χαμόγελο στα χείλη της. Πανούργα γυναίκα. Της κλείνω παιχνιδιάρικα το μάτι πριν φύγω από το σπίτι.

Νόρας POV

«ορίστε»
Λέω, καθώς δίνω τα κουλουράκια στην κυρία Μαίρη που βρίσκεται απέναντι μου.
«είσαι σίγουρη ότι αυτά είναι με μαρμελάδα; γιατί τις προάλλες είχες κάνει λάθος»
Προσπαθώ με το ζόρι να μην δείξω την αγανάκτηση μου.
«μάλιστα, κυρία Μαίρη, είμαι σίγουρη»
Κουνάει καταφατικά το κεφάλι της, έχοντας υπεροπτικά σουφρωμένα τα χείλη της.
«καλά. Γειά σας, κύριε Βασίλη»
Λέει, ρίχνοντας μια πονηρή ματιά στο αφεντικό μου, πριν φύγει από το μαγαζί. Γιατί όλοι οι άνθρωποι γύρω μου να είναι τόσο ξεδιάντροποι;
«από τις καλύτερες πελάτισσες μου»
«ναι, το γνωρίζω»
Απαντάω, διορθώνοντας τις τυρόπιτες.
«απλά μερικές φορές γίνεται λιγάκι εκνευριστική. Αλλά... μην της δίνεις σημασία»
Λέει, ακουμπώντας το χέρι του στην πλάτη μου. Αμέσως ισιώνω το σώμα μου, καρφώνοντας τον με το βλέμμα μου.
«τι έγινε;»
Ρωτάει, έχοντας ένα μικρό χαμόγελο στο πρόσωπο του. Τι προσπαθεί να κάνει τώρα;
«έχω λίγη δουλειά»
Απαντάω πριν κάνω μεταβολή για να μπω μέσα στον φούρνο. Ακουμπάω τις παλάμες μου στον πάγκο, στηρίζοντας το σώμα μου. Να πάρει, έχω λαχανιάσει! λες και έτρεχα σε μαραθώνιο. Κοιτάζω το ρολόι στον καρπό μου. Ευτυχώς, σε τρεις ώρες σχολάω. Παίρνω μερικές βαθιές ανάσες, πριν επιστρέψω τελικά στο ταμείο. Αισθάνομαι ανακούφιση μόλις συνειδητοποιώ ότι είμαι μόνη μου στον χώρο. Πάλι καλά, έφυγε. Τι ήταν τώρα αυτό; Κοντεύω έναν χρόνο που δουλεύω στον φούρνο του και ποτέ ως τώρα δεν έχει κάνει κάτι παρόμοιο. Ίσως να ακούγομαι παρανοϊκή, αλλά η κίνηση του... με φόβισε. Ελπίζω πραγματικά όλο αυτό να είναι της φαντασίας μου, διαφορετικά θα αναγκαστώ να αλλάξω δουλειά.

Η λεωφόρος των ονείρωνOnde as histórias ganham vida. Descobre agora