Συμβουλές

679 59 4
                                    


Νόρας POV

Κρεμάω την τελευταία μπλούζα στο σύρμα και μετά παίρνω την λεκάνη από το πάτωμα για να επιστρέψω στο εσωτερικό του σπιτιού. Η γιαγιά μου κάθεται στον καναπέ, κοιτάζοντας μια πρωινή εκπομπή στην τηλεόραση. Η μάνα μου λείπει στην δουλειά, οπότε σήμερα αναλαμβάνω εγώ το σπίτι! τουλάχιστον μέχρι να πάω και γω στην δουλειά. Αν και η αλήθεια είναι πως... δεν θέλω να πάω. Μετά από εκείνο το μικρό περιστατικό εχθές το βράδυ, έχω αρχίσει να φοβάμαι. Δεν θέλω να μείνω μόνη μου μαζί του.
«Νόρα, φέρε μου ένα ποτήρι νερό σε παρακαλώ»
Μου ζητάει η γιαγιά από το σαλόνι. Αμέσως παίρνω ένα ποτήρι από το ντουλάπι για να το γεμίσω με νερό.
«τς τς τς, αυτά τα ελληνικά κανάλια δεν έχουν τίποτα το σοβαρό»
Την ακούω να γκρινιάζει μόλις φτάνω κοντά της.
«δηλαδή στην πατρίδα είναι καλύτερη η τηλεόραση;»
Ρωτάω πειραχτικά καθώς αφήνω το ποτήρι στο τραπεζάκι μπροστά της.
«πουθενά δεν είναι καλύτερη η τηλεόραση. Γενικά, δεν είναι καλό να την παρακολουθείς»
Η γιαγιά μου είναι μια αξιοθαύμαστη γυναίκα. Όταν ήταν δεκαεφτά, το έσκασαν με τον παππού μου, και από την Αλβανία βρέθηκαν στην Ελλάδα, με τα πόδια μάλιστα! Κάποιοι το θεωρούν τρελό, εγώ πάλι το θεωρώ αξιοθαύμαστο.
«η μάνα σου θα αργήσει;»
«αφού ξέρεις τι ώρα θα γυρίσει βρε γιαγιά. Γιατί γκρινιάζεις τώρα;»
Λέω ενώ κάθομαι δίπλα της στον μεγάλο καναπέ.
«όταν βγαίνετε από το σπίτι, η καρδιά μου χτυπάει από φόβο, μήπως και σας συμβεί κάτι κακό»
Ένα τρυφερό χαμόγελο απλώνεται αργά στα χείλη μου. Μπορεί να δείχνει σκληρή, αλλά ξέρω πολύ καλά ότι αυτή είναι η άμυνα της.
«δεν πρόκειται να μας συμβεί τίποτα. Δεν υπάρχει λόγος να ανησυχείς»
«αυτός ο αλήτης ο πατέρας σου... αυτός μας έφερε σε αυτό το χάλι. Που να μη δει ούτε μια άσπρη μέρα! ο απατεώνας»
Κάθε φορά που αναφέρονται σε αυτόν τον άνθρωπο, αισθάνομαι θλίψη αλλά και θυμό ταυτόχρονα. Σκέφτομαι ότι δεν μπορεί να είναι αυτός ο πατέρας μου, ότι ίσως έχει γίνει κάποιο λάθος. Υπάρχουν όμως και οι φορές που αναρωτιέμαι αν έχω έστω και ένα μικρό κομμάτι του μέσα μου, αν του μοιάζω σε κάτι.
«ανάθεμα την ώρα και την στιγμή που η μάνα σου έμεινε έγκυος με αυτό το κάθαρμα!»
«πως και δέχτηκες να τον παντρευτεί;»
Ρωτάω, νιώθοντας περίεργη ξαφνικά.
«μπορούσα να κάνω και αλλιώς; όταν μου είπε πως ήταν έγκυος, δεν υπήρχε άλλη λύση, πέρα από τον γάμο»
Έχει και ένα δίκιο εδώ. Πως θα τα έβγαζε πέρα η μάνα μου με την κοιλιά στο στόμα;
«αν ήξερα όμως ότι θα μας έφερνε σε αυτό το σημείο, δεν θα την άφηνα να τον παντρευτεί. Καλύτερα να σε μεγάλωνα εγώ και εκείνη να δούλευε, παρά αυτό»
Συνεχίζει, δείχνοντας πραγματικά θυμωμένη. Κατεβάζω το κεφάλι μου, νιώθοντας ντροπή για τον άνθρωπο που πρέπει να αποκαλώ πατέρα μου.
«περάσαμε δύσκολα»
«και συνεχίζουμε να περνάμε, Νόρα»
Πετάει, κάνοντας με να σωπάσω. Τι άλλο να πω; έμεινε και τίποτα; Κοιτάζω το ρολόι στον απέναντι τοίχο. Να πάρει, πρέπει να ετοιμαστώ για την δουλειά. Ένα βάρος όμως με πλακώνει στο στήθος και το στομάχι μου έχει γίνει κόμπος από το άγχος. Ελπίζω να μην έχουμε κανένα παρόμοιο επεισόδιο σήμερα.

Κωνσταντίνος POV

Περπατάω στον κήπο του σπιτιού, κρατώντας το κινητό στα χέρια μου. Της έχω στείλει μήνυμα εδώ και είκοσι λεπτά, όμως εκείνη δεν μου έχει απαντήσει. Που να είναι τώρα; Ίσως κάνει κάποιο άθλημα. Να πάρει, δεν την ρώτησα αν της αρέσουν τα σπορ. Πάντως εχθές πέρασα ανέλπιστα καλά. Ίσως ήταν το μοναδικό φιλικό τραπέζι που δεν βαρέθηκα από το πρώτο κιόλας δευτερόλεπτο! Παρατηρώ από μακριά την Δέσποινα να στέκεται στην άκρη της πισίνας, κοιτάζοντας χαμηλά, στο νερό. Ίσως μπορέσει να με βοηθήσει με το συγκεκριμένο θέμα. Στο κάτω κάτω, γυναίκα είναι, ξέρει πως σκέφτονται. Βαδίζω γρήγορα προς το μέρος της.
«Δέσποινα;»
Αναφωνώ μόλις φτάνω κοντά της. Αμέσως σηκώνει το κεφάλι για να με κοιτάξει.
«καλώς τον. Τι έγινε ερωτευμένο μου πουλί;»
Μαρμαρώνω.
«ερωτευμένο πουλί;»
«ναι. Γιατί δεν είσαι;»
Λέει, έχοντας ένα παιχνιδιάρικο χαμόγελο στο πρόσωπο της. Ξεροβήχω.
«φυσικά και όχι»
Απαντάω, τοποθετώντας τα χέρια στις τσέπες του τζιν μου. Προσπαθώ να δείχνω χαλαρός, αν και πολύ φοβάμαι ότι με έχει ήδη καταλάβει.
«Ντίνο μου, σε είδα πως την κοιτούσες εχθές το βράδυ»
Ξεφυσάω δυνατά.
«δεν σου ξεφεύγει τίποτα τελικά»
Λέω, στρέφοντας την προσοχή μου στο νερό της πισίνας.
«αφού ξέρεις ότι τα παρατηρώ όλα!»
«δυστυχώς για μένα»
Αποκρίνομαι δραματικά, κάνοντας την να χαχανίσει.
«έλα γκρινιάρη, πες μου, πως σου φάνηκε;»
Το ενδιαφέρον ακούγεται καθαρά στον τόνο της φωνής της. Ένα μικρό χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη μου.
«φαίνεται από εκείνες τις κοπέλες που ξέρουν να σε παίζουν. Ειδικά η εμφάνιση της...»
Ειλικρινά, δεν ξέρω πως να την περιγράψω. Εκείνα τα γατίσια γαλάζια μάτια της... πω πω! είναι πολύ όμορφη γυναίκα.
«μόνο αυτό παρατήρησες; τίποτα πιο ενδιαφέρον;»
«εντάξει, δεν μιλήσαμε και πολύ. Βασικά, δεν μου έδωσε ακόμη την ελευθερία να την καταλάβω»
Και πως να μου την δώσει δηλαδή; χθες γνωριστήκαμε. Ίσως βιάζομαι πολύ τώρα τελευταία.
«έχετε πολύ χρόνο μπροστά σας»
Λέει απλά, προκαλώντας μου έκπληξη.
«μόνο αυτό έχεις να πεις;»
«ε τι άλλο θέλεις να ακούσεις βρε αγόρι μου;»
Αποκρίνεται, ζουλώντας το μάγουλο μου. Ένα αυθόρμητο χαμόγελο απλώνεται στα χείλη μου.
«σωστό και αυτό»
Μουρμουρίζω, κοιτάζοντας ξανά το νερό της πισίνας. Δεν χρειάζεται να βιάζομαι. Μόλις χθες την γνώρισα. Σιγά σιγά, αν φυσικά το θέλει και εκείνη, θα μπορέσουμε να γνωριστούμε καλύτερα. Και που ξέρεις; ίσως στο μέλλον τα φτιάξουμε, τίποτα δεν είναι απίθανο σε αυτή την ζωή.

Η λεωφόρος των ονείρωνWhere stories live. Discover now