Υπάρχει ημερομηνία λήξης στην ευτυχία;

402 45 10
                                    


Κωνσταντίνος POV

Το ίδιο βράδυ, καθόμαστε μαζί σε ένα παγκάκι, κοντά στην λίμνη. Σήμερα ήταν πραγματικά η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Διασκεδάσαμε, κάναμε πολλές βόλτες, φάγαμε παγωτό, και τώρα απλά καθόμαστε κάπου ήσυχα, οι δυο μας, χωρίς κανέναν άλλο μέσα στα πόδια μας.
«Κωνσταντίνε»
Την ακούω να λέει με σιγανή φωνή.
«τι είναι Άννα μου;»
Αποκρίνομαι, αλλά δεν μου απαντάει αμέσως. Περνάνε μερικά λεπτά, με μένα να περιμένω και με εκείνη να σφίγγει το μπράτσο μου, σαν να είναι η μοναδική σανίδα σωτηρίας της.
«με κάνεις πολύ ευτυχισμένη»
Η δήλωση της με αφήνει εμβρόντητο.
«το λες αλήθεια;»
Ρωτάω, θέλοντας να σιγουρευτώ ότι την άκουσα καθαρά.
«ναι»
Απαντάει, προκαλώντας μου ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη. Θέλω να φωνάξω, να ακούσουν όλοι πόσο ερωτευμένος είμαι με αυτό το κορίτσι! Ναι λοιπόν, είμαι ερωτευμένος. Κάθε μέρα παίρνω και από ένα κομμάτι του εαυτού της, κάθε μέρα την μαθαίνω λίγο περισσότερο από ότι εχθές. Μου αρέσει η σχέση που έχουμε, και δεν θα ήθελα να χαλάσει για κανέναν λόγο. Δεν έχω γνωρίσει πολλές κοπέλες ως τώρα, δεν είμαι ο γόης που έχει όλες τις γυναίκες στα πόδια του, άλλωστε δεν θέλω να έχω καμία άλλη στην αγκαλιά μου πέρα από την Άννα, την Άννα μου! Της δίνω ένα σύντομο φιλί στο μέτωπο.
«πως θα ένιωθες αν σου έλεγα ότι τα αισθήματα είναι αμοιβαία;»
Ρωτάω σιγανά. Αμέσως σηκώνει το κεφάλι για να με κοιτάξει με ένα πλατύ χαμόγελο.
«ακόμα πιο ευτυχισμένη!»
Απαντάει, κάνοντας με να αφήσω ένα μικρό γελάκι. Τώρα μοιραζόμαστε βλέμματα χαράς και αισιοδοξίας. Ακουμπάω το μέτωπο μου στο δικό της.
«το ξέρεις ότι έχεις το ίδιο όνομα με την μητέρα μου;»
Φαίνεται ευχάριστα έκπληκτη από την αποκάλυψη μου.
«αλήθεια;»
Ρωτάει, προκαλώντας με να χαμογελάσω.
«ναι»
Απαντάω. Τα χέρια της αγκαλιάζουν το πρόσωπο μου, φέρνοντας με όλο και πιο κοντά της.
«θα ήθελα να την γνωρίσω»
Είμαι σίγουρος ότι και εκείνη θα ήθελε να σε γνωρίσει.
«αυτό δυστυχώς είναι λίγο δύσκολο»
Απαντάω, σηκώνοντας παράλληλα το χέρι μου για να χαϊδέψω το μάγουλο της.
«η μητέρα σου έχει πεθάνει, σωστά;»
Εκπλήσσομαι που το ξέρει. Αν και ο πατέρας μου το είχε αναφέρει κάποτε σε μια συνέντευξη του στο τοπικό κανάλι.
«ναι, όταν ήμουν δέκα»
«από τι την χάσατε; αν θέλεις φυσικά μου απαντάς»
Παρατηρώ τα μάγουλα της να κοκκινίζουν και την έκφραση της να φανερώνει ανησυχία. Ένα δειλό χαμόγελο απλώνεται αργά στα χείλη μου.
«από καρκίνο»
Ήταν δύσκολες εκείνες οι εποχές για εμένα, για τον πατέρα μου πάλι αμφιβάλω. Τα δάχτυλα της ταξιδεύουν από το μάγουλο στο σαγόνι μου, προκαλώντας ρίγη σε όλο μου το σώμα. Τι παθαίνω μαζί της;
«λυπάμαι που την έχασες»
Λέει με την θλίψη να ακούγεται καθαρά στον τόνο της φωνής της. Χαμογελάω στραβά.
«είμαι σίγουρος ότι θα σε είχε συμπαθήσει από την πρώτη κιόλας στιγμή!»
Λέω με σιγουριά. Εκείνη μου χαμογελάει, σαν μικρό κοριτσάκι. Δεν έχω καμία αμφιβολία πλέον, την έχω πατήσει άσχημα μαζί της. Ξαφνικά τυλίγει τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου, τραβώντας με απότομα στην αγκαλιά της.
«σε ευχαριστώ, σε ευχαριστώ που είσαι εδώ, που με βοηθάς, που μοιράζεσαι πράγματα μαζί μου»
Ομολογώ ότι με αιφνιδίασε αυτό το συναισθηματικό της ξέσπασμα, αλλά.... εντάξει, δεν μπορώ να πω ότι με χάλασε κιόλας! Τραβιέται λιγάκι προς τα πίσω, ίσα ίσα για να με κοιτάξει. Τα πρόσωπα μας βρίσκονται επικίνδυνα κοντά. Η ανάσα της αγγίζει σαν χάδι τα χείλη μου. Νομίζω πως ήρθε η στιγμή να πάμε ένα βήμα παρακάτω. Τρίβω την μύτη μου στη δική της, προκαλώντας της ένα μικρό χαχανητό. Το χρώμα των ματιών της έχει αλλάξει, έχει γίνει σαν χρυσάφι.
«νομίζω ότι μπορώ να χαθώ μέσα στα μάτια σου»
Το ξεστομίζω, χωρίς καν να το σκεφτώ. Δεν νιώθω όμως ντροπή. Μαζί της είμαι ερωτευμένος, αυτή είναι που πρέπει να το γνωρίζει. Το χαμόγελο της σιγά σιγά χάνεται, προκαλώντας μου ένα μικρό τσίμπημα ανησυχίας.
«δεν είναι σωστό»
Ψελλίζει, αλλά στα μάτια της βλέπω την αναποφασιστικότητα.
«τότε φύγε»
Της πετάω ευθέως, περιμένοντας την αντίδραση της.
«δεν μπορώ»
Απαντάει, ρίχνοντας τα πρώτα πυροτεχνήματα μέσα στο στήθος μου.
«αυτό φαντάστηκα και γω»
Μουρμουρίζω, καθώς τα χείλη μου πλησιάζουν τα δικά της. Δεν κάνει πίσω, απλά μένει ακίνητη, να περιμένει την κίνηση μου. Το θέλει και αυτή, το βλέπω. Δεν μπορεί να κάνω λάθος. Τα χείλη μας ενώνονται, προκαλώντας μία δυνατή έκρηξη μέσα στο κεφάλι μου. Επιτέλους! Ω, νομίζω ότι περίμενα για πολλά χρόνια αυτό το φιλί. Νιώθω σαν τον Οδυσσέα που κατάφερε τελικά να γυρίσει στην Ιθάκη, στην πατρίδα του, στην οικογένεια του. Αυτό είναι για εμένα η Άννα, η Ιθάκη μου. Τα χέρια της αγκαλιάζουν το πρόσωπο μου, καθώς το φιλί μας γίνεται όλο και πιο έντονο. Θεέ μου, δεν μπορώ να το πιστέψω! Μοιάζει σαν όνειρο. Τραβιέμαι λίγο, ίσα ίσα για να την κοιτάξω. Μισάνοιχτα μάτια, ρηχή ανάσα, ελαφρώς πρησμένα χείλη. Όχι, δεν το φαντάζομαι, είναι πραγματικό αυτό που ζούμε τώρα. Ξαφνικά, βλέπω κάποιες σταγόνες νερού να πέφτουν στη λευκή της μπλούζα. Από που ήρθε τώρα αυτό; Σηκώνω το κεφάλι για να ανακαλύψω ότι πέφτουν κι άλλες σταγόνες από τον ουρανό. Ένα χαχανητό ξεφεύγει από τα χείλη της, προκαλώντας με να χαμηλώσω ξανά το βλέμμα μου στο πρόσωπο της. Η χαρά της είναι μεταδοτική.
«ευτυχισμένη;»
Ρωτάω και μου γνέφει έντονα καταφατικά με το κεφάλι της, πριν χωθεί στην αγκαλιά μου. Βγάζω το τζάκετ μου για να το περάσω γύρω από τους ώμους της. Δεν θέλω να μου πάθει κάτι. Ναι μεν είναι ακόμα Αύγουστος, αλλά καλύτερα να προσέχουμε. Η μάλλον, να την προσέχω.
«έλα, πάμε»
Την παροτρύνω. Αυτόματα σηκώνεται από το παγκάκι, σαν ελατήριο.
«θέλω να κάνουμε μια βόλτα»
Πως μπορώ να της πω όχι όταν με κοιτάζει τόσο τρυφερά; Γελάω καθώς σηκώνομαι από την θέση μου για να την ακολουθήσω στο άγνωστο.

Παύλος POV

«θέλω να τον παρακολουθείς στενά. Θέλω να μάθω επιτέλους για ποιον λόγο λείπει συνέχεια από το σπίτι!»
Λέω στον Μάξιμο, στο δεξί μου χέρι, σε αυτόν που έχω αναθέσει τις πιο δύσκολες υποθέσεις μου.
«μάλιστα, κύριε Μεγαπάνο. Κάτι άλλο;»
«όχι, μπορείς να πηγαίνεις»
Λέω, ανεμίζοντας το χέρι μου. Με ένα τελευταίο νεύμα, βγαίνει από το γραφείο, αφήνοντας με και πάλι μόνο. Τα δάχτυλα μου χτυπάνε ρυθμικά πάνω στην επιφάνεια της έδρας. Πρέπει να μάθω τι κάνει ο μικρός. Αν θέλω να τον μυήσω στον κόσμο της πολιτικής, πρέπει να βρω την ρίζα του προβλήματος, αυτό που τον κάνει τόσο αδιάφορο. Ήρθε ο καιρός να αναλάβει ευθύνες, στο κάτω κάτω, δεν θα βρίσκομαι για πάντα εδώ να τον ταΐζω. Πρέπει να μάθω, πρέπει!

Η λεωφόρος των ονείρωνOn viuen les histories. Descobreix ara