Κεφάλαιο 17

8.6K 675 89
                                    


Μπάνιο: Τσεκ.

Καθαρά ρούχα: Τσεκ.

Αποσμητικό: -μισό να σιγουρευτώ- τσεκ.

Μαλλί χτενισμένο: Τσεκ.

Χαμόγελο: Τσεκ.

Ιάσονας: Στα ανάθεμα, τσεκ.

Καθόμουν στην είσοδο της πολυκατοικίας στολισμένη λες και είχαμε πρωτοχρονιά, από στιγμή σε στιγμή θα ερχόταν ο Άκης να με πάρει. Επιτέλους θα κάνω κάτι φυσιολογικό, όχι άλλη παράνοια. Όχι αλλο κυνηγητό, λέμε ναι στη ρουτίνα. Από το τζάμι της πολυκατοικίας είδα να πλησιάζει ένα αμάξι και μέσα διέκρινα τον Άκη. Έτρεξα σαν τη παλαβή προς τα σκαλιά και ανέβηκα καμιά δεκαριά, ώστε να μην φαίνεται ότι τον περίμενα λες και είναι ο ντελιβεράς με το φαί. Τίναξα μαλλί και κατέβηκα τα σκαλιά με περπάτημα ελαφιού, κουνόντας ρυθμικά τους γοφούς μου. (Θα γινόμουν μοντέλο αλλά με κέρδισε το μπέικον.)

"Α! Τι σύμπτωση! Κατέβηκα πάνω στην ώρα!" είπα ανοίγοντας την πόρτα της πολυκατοικίας. Ο καημένος δεν πρόλαβε να χτυπήσει καν το κουδούνι.

"Τι ομορφιές είναι αυτες!" σχολίασε κοιτώντας με από πάνω μέχρι κάτω.

"Υπερβάλεις! Σίγα μια μπλούζα και ένα τζιν." είπα ταπεινά δήθεν ντροπαλά.

Δύο ώρες νωρίτερα...

"Τι θα βάλω;! Δεν έχω τίποτα να βάλω! Πως θα εμφανιστώ έτσι!" έτρεχα μεσα στο σπίτι με τη ρόμπα και τα τσιμπιδάκια στα μαλλιά. "Δεν θα βγω, θα το ακυρώσω, θα του πω ότι έχω ανεμοβλογιά."

"Που θα πάμε;" τον ρώτησα αφού μπήκαμε στο αμάξι του.

"Όπου θες εσύ." απάντησε ευγενικά.

Ναι σώθηκαμε τώρα, εγώ κάνω τέσσερις ώρες να διαλέξω σαπούνι για τα πιάτα. Κατάλαβα, στο αμάξι θα μείνουμε.

"Ξέρω ένα ωραίο μέρος με χαλαρή μουσική και ωραίο κρασί." πρότεινε εν τέλει.

"Φύγαμε!" Δεν χρειαζόταν να σκεφτώ δεύτερη φορά την πρόταση του, εφόσον υπήρχαν μέσα της οι λέξεις "ωραίο κρασί".

Φτάσαμε σε ένα πολύ ψαγμένο μαγαζί με χαμηλό φωτισμό και απαλή τζαζ. Σε κάθε τραπεζάκι υπήρχε ένα μικρό κερί, ήταν από άλλη εποχή η ατμόσφαιρα του. Που το ανακάλυψε αυτό το διαμαντάκι ο αθεόφοβος;! Ο υπάλληλος μας υπέδειξε το τραπέζι μας και ο Άκης μου τράβηξε την καρέκλα για να κάτσω. Αν ηταν μια άλλη ψυχή -ονόματα δεν λέμε, οικογένειες δεν θίγουμε-, θα είχε τραβήξει την καρέκλα, θα την είχε πάρει μαζί του και θα πήγαινε να καθίσει σε άλλο μαγαζί, μόνος του, ενώ εγώ θα βρισκόμουν στο πάτωμα να λιάζομαι ανάσκελα. Εγώ τώρα γιατί σκέφτηκα τον ακατανόμαστο; Πείτε μου που κολλάει τώρα ο Ιάσονας στο ραντεβού μου; Εντάξει, σταμάταω να μιλάω γι' αυτόν.

Μ' αγαπάς; Σε μισώ.Where stories live. Discover now