Τα πάντα μεταβάλλονται γύρω μου και εγώ μένω σταθερή

25 5 0
                                    

Τα πόδια μου είναι μουδιασμένα. Έτσι ξύπνησα σήμερα, με ένα μυρμήγκιασμα να απλώνεται στα άκρα μου. Τα είχα κρατήσει τόση ώρα ακίνητα. Κατάκοπη, δε θέλω να σηκωθώ, δεν μπορούν να με κρατήσουν τα πόδια μου.

Είμαι τεχνικά νεκρή όπως κάθομαι εδώ. Το ασανσέρ ανεβοκατεβαίνει συνεχώς. Άτομα μπαίνουν και άτομα βγαίνουν, κανείς τους δεν με έχει χαιρετήσει ή έστω κοιτάξει. Ένα, ένα τα διαμερίσματα άδειαζαν. Είδα σχεδόν τον καθένα.

Τα πάντα μεταβάλλονται γύρω μου και εγώ μένω σταθερή. Άκουσα τα πρωινά παράπονα όλων, ήμουν εκεί στο παρασκήνιο να ακούω τα πάντα. Αλλά κανείς δεν ήταν εκεί για να ακούσει τα δικά μου. 

Παράπονα, ανησυχίες. Όλα έμεναν άλυτα, ανήκουστα, αδιάφορα. Αποτελούσα μέρος της ζωής τους, το κορίτσι που κείτονταν πίσω τους. Με βλέπανε, δηλαδή για να το θέσω καλύτερα, ρίχναν τα βλέμματά τους πάνω μου.

Δε μπορεί να με κοιτούσανε αληθινά, δε βλέπανε έναν άνθρωπω εκεί κάτω, βλέπαν ένα εμπόδιο, ένα μπελά. Δε θα ήθελε κανείς να μπλέξει. Να με τραβήξει κάποιος από το βούρκο, να με γλιτώσει από τη μιζέρια μου, θα σήμαινε πως θα έπρεπε να βουλιάξει και εκείνος επιφανειακά, να πάρει τη θέση μου.

Μπορείς να φανταστείς τι μπλέξιμο θα ήταν για τον οποιδήποτε να κατηγορήσει ένα αξιόλογο μέρος της κοινωνίας και γείτονά του. Είχαν ακούσει τις κραυγές της απελπισίας μου όλοι τους. Ο κάθε ένας από αυτούς και είχαν απλώς σωπάσει.

Είχαν ένα ξεχωριστό μέρος στη καρδιά τους για αυτή τους την αμαρτία, τη σιωπή τους.  Παγωμένη εδώ, καταδικασμένη για πάντα στην αορατότητα. Ας πούμε πως δεν είχαν ακούσει τις κραυγές μου. Ήταν αρκετά βολεμένοι στις ζωούλες τους και όλη αυτή η ασφάλεια του εγωισμού τους, τους είχε κουφάνει.

Τους είχε τυφλώσει όμως κιόλας; Όλους και τους γείτονες και τους καθηγητές, ένας, ένας έπεφταν θύματα αυτής της τρομερής πάθησης που τους έκανε να μην μπορούν να αναγωρίσουν καμία μελανιά πάνω στο σώμα μου.

Να αγνοούν με ευκολία τα κλαμμένα μου μάτια και τα ματωμένα μου ρούχα. Το διαμέρισμα που έμενα δεν αποτέλεσε ποτέ ένα πραγματικό σπίτι για εμένα, ήταν ένα κελί, όμορφα διακοσμημένο και βολικό.

Ότι και να έκανες όμως παρέμενε ένα κελί, ένα κελί με ωραίο περιτύλιγμα. Να ξεγελιέται ο κόσμος λίγο.. Μα τι της λείπει μήπως δεν έχει να φάει; Μία στέγη δεν της προσφέρει ζεστασιά; Οι πρώτες δικαιολογίες που τάιζαν τον εαυτό τους αλλεπάληλα.

Ύστερα, όταν ξέφυγα πια από αυτό το κλουβί τις ακολούθησαν άλλες... Είναι ασφαλής τώρα κανείς δε θα τη πειράξει. Δε θα της λείψει κάτι εδώ, εδώ είμαστε όλοι οι γείτονές της, νοιαζόμαστε για αυτή, την έχουμε σα παιδί μας.

Και άλλες δικαιολογίες τάιζαν με βουλιμία τους εαυτούς τους, γιατί μόνο με διατροφική διαταραχή θα μπορούσε να παρομοιαστεί αυτό που συνέβαινε. Είχαν μία διαστρεβλωμένη εικόνα του εαυτού τους και οι επιθυμίες τους κυριαρχούσαν το σώμα και τη ψυχή τους.

Αυτές είχαν τον έλεγχο, όχι το μυαλό τους αλλά κάποια ιδανικά που τους είχαν φυτέψει άλλοι χωρίς να το αντιληφθούν. Γιατί έπρεπε να τρέχω καθημερινά για να σώσω τη ζωή μου; Το λάθος που είχα κάνει ήταν να γεννηθώ; Για αυτό με κατηγορούσαν;

Αν ήταν έτσι όλοι η ανθρωπότητα θα απαρτιζόταν από εγκληματίες. Δε θα έπρεπε κανείς να έχει μία άνετη ζωή. Κι όμως αυτό δε συνέβαινε, όλοι τους ήταν χαρούμενοι. Συγγνώμη αλλά εγώ δεν θα ήθελα ποτέ αυτή την ευτυχία, το τίμημα για να την αποκτήσω μου φαίνεται πολύ μεγάλο.

Δε θα παρετούμουνα από τη χρήση των αισθήσεών μου, τις όρασης και της ακοής. Έχω ευχηθεί τόσες  πολλές φορές την απόλυτη ευτυχία συνήθως αυτό είναι κάτι πολύ αόριστο αλλά για εμένα ήταν κάτι συγκεκριμένο, είχα θέσει ορισμένους κανόνες για να το πετύχω.

Δε θα αγνοούσα κανέναν, οι αισθήσεις μου δεν θα έπεφταν σε λήθαργο αλλά ούτε και θα επέτρεπα το μυαλό μου να χειραγωγηθεί. Προχωράω με ότι έχω ολοταχώς προς το σκοπό μου.

Νάντια: Ακόμα εδώ είσαι εσύ;

Έρικα: Μμ;

Το πρώτο άτομο που μου μίλησε σήμερα.

Το ΑσανσέρWhere stories live. Discover now