Κλαψουρίζεις συχνά;

11 6 0
                                    

Το διάλειμμα δεν άργησε να έρθει και βρεθήκαμε μάρτυρες του καβγά του πρώην μάλλον ζευγαριού. Η Νάντια ήταν έτοιμη να τους επιτεθεί, να πάρει στατόπεδα και να ταχθεί στο πλευρό του Ορφέα με οποιδήποτε κόστος.

Έρικα: Χαλάρωσε, άστους να το διαχειριστούν μόνοι.

Με κοιτάει επίμονα, βαθιά μέσα στα μάτια και αφού βεβαιώνεται για το επιχείρημά μου χαλαρώνει τους μύες της και βολεύεται στη πλάτη του παγκακιού, δεν παίρνει βέβαια στιγμή το βλέμμα της από αυτούς. Γίνεται η σιωπηλή δικαστίνα τους.

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Γυρίσαμε μαζί με τη Νάντια και τον Ορφέα σπίτι τους. Εκείνη αρνιόταν πεισματικά να με αφήσει να επιστρέψω πίσω στο ασανσέρ και ήθελε να μείνω και σήμερα σπίτι τους με την πρόφαση ότι τη βοηθάω στα μαθήματα.

Είχε βλέπετε αριστεύσει στο διαγώνισμά της. Ο μπαμπάς της ήταν απόλυτα σύμφωνος, ο Ορφέας αδιάφορος και η γιαγιά της απούσα. Ήταν στο νοσοκομείο με τη κυρία Ευρυδίκη. Η κατάσταση εξακολουθούσε να είναι κρίσιμη.

Η θερμοκρασία του σώματός της είχε πέσει απότομα και το πρώσοπό της ήταν κυανό. Για μια στιγμή της κόπηκε τελείως η αναπνοή! Καθίσαμε γύρω γύρω στο τραπέζι και σα συνεννοημένοι κάναμε ότι μπορούσαμε για να φτιάξουμε το κέφι της Νάντιας καθώς καταβροχθίζαμε ακόμη μία πίτσα.

Νομίζω πως κάτι καταφέραμε αφού η υποτονικότητά της δεν ήταν εμφανής σαν τις προηγούμενες μέρες. Έμοιαζε πιο ενεργητική και αργότερα όταν διαβάζαμε ήταν σίγουρα πιο συγκεντρωμένη και συνάμα αποδοτικότερη. Χάρις σε αυτό πολύ γρήγορα είχαμε τελειώσει.

Νάντια: Πάμε να δανειστείς το βιβλίο που μου έλεγες μικρή μου βιβλιοφάγα;

Ενθουσιασμένη την ακολούθησα στο σαλόνι όπου αντάλλαξα την οργή με τη μανία. Εκείνη άνοιξε ένα ντουλάπι για να βρει κάποιο σνακ.

Νάντια: Αμυγδαλάκια!

Βγάζει μία σακκούλα και τρώει ένα. Το πρόσωπό της παίρνει μία περίεργη όψη και βάζει τη σακούλα στη θέση της απογοητευμένη.

Νάντια: Είναι θεόπικρα, δεν μου αρέσουν καθόλου αυτά. 

Η ώρα είχε περάσει. Έπρεπε να φύγω.

Έρικα: Εγώ θα πάω στη προπόνηση.

Νάντια: Εντάξει και εγώ πάω να δω τη μαμά, ραντεβού μετά αμέσως εδώ.

Βγήκαμε από την πολυκατοικία και οι δρόμοι μας χωρίστηκαν.

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Γυρνάω πίσω κατάκοπη. Χτυπάω το κουδούνι και περιμένω να μου ανοίξει η Νάντια αλλά αντί για αυτή βρίσκομαι αντιμέτωπη με τη γιαγιά της.

Μυρτώ: Το κορίτσι από το ασανσέρ!

Λέει ελαφρώς ειρωνικά, η θολή μορφή που είχα στο μνημονικό μου αρμονικά συγκεκριμενοποιείται και λειαίνεται.

Έρικα: Γειά σας! Είμαι η Έρικα, μία φίλη της Νάντιας.

Μυρτώ: Α, ναι σε ξέρω, μου μίλησε για εσένα.

Μάλλον βαριεστημένα αναφέρει. Η κατάσταση και περισσότερο η συμπεριφορά της μου προκαλούσε δυσφορία, δεν ήταν το ειρηνικό και φιλόξενο μέρος που αντίκρισα.

Έρικα: Αν ενοχλώ μπορώ να φύγω..

Προτείθομαι με ευγενικό τόνο. Ας με έδιωχνε..

Μυρτώ: Όχι κάτσε. Η εγγονή μου θα σε θέλει. Μείνε μαζί μου στον καναπέ να μάθω και εγώ τι σόι άνθρωπος είσαι.

Με άβολο τρόπο σαν να αναβιώνεται η πρώτη μου ημέρα εδώ, τοποθετώ το κορμί μου στη θέση που μου υποδείχνει.

Μυρτώ: Για πες λοιπόν, κλαψουρίζεις συχνά;

Έντρομη από την αδιακρισία της αναπηδώ ελαφρώς.


Το ΑσανσέρWhere stories live. Discover now