Κεφάλαιο 1

5.3K 420 102
                                    

70 χρόνια πριν

Είχε καταιγίδα εκείνη τη νύχτα. Οι χοντρές σταγόνες της βροχής έπεφταν πάνω στον Πύργο ενώ οι κεραυνοί έκαναν το παμπάλαιο ξύλο να τρίζει. Ο Αλέξανδρος, που λίγη σημασία έδινε στον καιρό, καθόταν σε μία πολυθρόνα και χτυπούσε ρυθμικά τα δάκτυλα του δεξιού του χεριού πάνω στο μπράτσο του επίπλου, ενώ με το αριστερό του χέρι στήριζε το πηγούνι του.

Οι πόνοι είχαν πιάσει τη γυναίκα του από το πρωί και είχε νυχτώσει. Φοβόταν. Η Μαρία, η σύζυγος του, είχε μέχρι τώρα τρεις αποβολές και είχαν αρχίσει να πιστεύουν ότι το να γίνουν γονείς μάλλον δεν ήταν γραφτό τους.

Ο Αλέξανδρος ήταν Άρχοντας του μικρού νησιού στο Νότο και χρειαζόταν ένα αγόρι, έναν διάδοχο, για τον τίτλο, για το μεγάλο Πύργο από πέτρα και ξύλο που πάει από τον Ευγενή πατέρα στον Ευγενή πρωτότοκο γιο, όπως και ένα κομμάτι της περιουσίας που χωρίζεται ισομερώς στα αγόρια. Έτσι απέκτησε και ο ίδιος τον Πύργο και τη γη. Από τον παππού του πέρασαν στον πατέρα του και από τον πατέρα του στον ίδιο. Έτσι, λοιπόν, θα περάσουν από αυτόν στον γιο του, το μοναδικό ίσως παιδί που θα αποκτήσει με αυτή τη φιλάσθενη γυναίκα που παντρεύτηκε. Γι' αυτόν τον λόγο ακριβώς, φοβόταν μήπως το παιδί γεννηθεί νεκρό ή κορίτσι.

«Αυτό θα τα κατέστρεφε όλα» σκέφτηκε. « Πρέπει να είναι αγόρι και να κρατηθεί ζωντανό.»

Μέσα στη σιωπή του Πύργου, τώρα που η βροχή είχε κοπάσει και ο ουρανός είχε μαυρίσει για τα καλά, πήρε ένα ποτήρι με κρασί που βρισκόταν δίπλα του και το έφερε στα χείλη του. Η νύχτα προβλεπόταν παγωμένη.

Ξαφνικά είδε τη Σοφία, την υπηρέτρια του σπιτιού του, να κατεβαίνει γρήγορα τη σκάλα που οδηγούσε στο δεύτερο πάτωμα του Πύργου και να χάνεται στην κουζίνα. Την ακολούθησε και είδε ότι ετοίμαζε το νερό για το μπάνιο του μωρού.

«Τι; Γέννησε;» Ρώτησε ο Αλέξανδρος.

«Ν... Ναι, Άρχοντα μου.» Απάντησε η υπηρέτρια

«Και γιατί δεν με ειδοποίησες;»

Η Σοφία μπέρδευε τα λόγια της, οπότε αποφάσισε να πάει ο ίδιος και να δει τι γινόταν. Φοβόταν τώρα ακόμα περισσότερο για την υγεία του παιδιού. Και για το φύλο του.

Έφτασε στον δεύτερο όροφο του σπιτιού, στο ανατολικότερο σημείο και στάθηκε μπροστά από την βαριά ξύλινη πόρτα του υπνοδωματίου του. Πήρε μια βαθειά ανάσα και την χτύπησε δυνατά.

Η Δεύτερη Σύζυγος Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα