Άγια Νύχτα

927 21 6
                                    

Άκουσαν έντρομοι την πόρτα να ανοίγει. Κρατώντας την στην αγκαλιά του τη γύρισε στο πλάι καλύπτοντας με το σώμα του το δικό της. Τύλιξε με τα χέρια της τον κορμό του προστατευτικα. Ο φόβος είχε κυριεύσει και τους δυο, η ώρα της αποκάλυψης είχε φτάσει. Τα βλέμματα πάγωσαν όταν το κατώφλι του σπιτιού πέρασε.. η Δροσω.
Έπαθε σοκ όταν τους είδε σε αυτή την κατάσταση. Έκλεισε αμήχανα την πόρτα πίσω της και προσπαθούσε να τους αποφύγει με το βλέμμα της.
~Λενιω, συγγνώμη, δεν ήξερα ότι..
~Συγγνώμη, συγγνώμη Δροσούλα μου. Δεν ξέρω τι να πω, κατέβασε ντροπιασμενη το κεφάλι της.
~Πάω στην καμαρη μου, ντυθείτε Ελένη, πέρασε η ώρα. Θα γυρίσει όπου να ναι.
Η μικρή κλείστηκε στο δωμάτιό της ενώ η Ελένη ντροπιασμενη σηκώθηκε σαν ελατήριο και έψαχνε τα ρούχα της.
~Δε θα σηκωθείς; Θα μείνεις εδώ να κάνεις το άγαλμα;
Ήταν νευρική, ντροπιασμενη και απότομη. Ντύθηκε βιαστικά και μάζεψε τα κουτιά με τα μπισκότα από το πάτωμα. Ένιωσε την ένταση της και δεν ήθελε να την πιέσει περισσότερο. Ντύθηκε και αυτός γρήγορα. Την κράτησε από τους ώμους για να την ηρεμήσει.
~Ησύχασε, κορίτσι μου, η Δροσω ξέρει. Θα μπορούσε να ήταν πολύ χειρότερη η κατάσταση αν είχε μπει ο Ζάχος.
~Και επειδή ξέρει; Έπρεπε να με δει γυμνή στο πάτωμα αγκαλιά με σένα; Είναι μικρή, Λάμπρο. Τι εικόνα ήταν αυτή; Αυτό το παράδειγμα της δίνω;
~Ηρέμησε, καρδούλα μου. Δεν είναι τόσο μικρή, ολόκληρη γυναίκα της παντρειάς είναι πια. Θα της εξηγήσεις, θα της ζητήσει συγγνώμη εκ μέρους και των 2 μας και δε θα επαναληφθεί. Με την ηρεμία και τη γλύκα του κατάφερε να τη μαλακώσει.
~Λάμπρο, πέρασε όντως η ώρα, πρέπει να φύγεις, του είπε με παράπονο.
~Θα φύγω, καρδιά μου, αλλά ήθελα πρώτα να σου προτείνω κάτι. Αν και δεν είναι η κατάλληλη στιγμή μετά απ' ότι έγινε
~Τι συμβαίνει, έγινε κάτι;
~Σκεφτόμουν, αφού μου είπες ότι αύριο ο Ζάχος θα έχει βραδινή υπηρεσία, μήπως να περνούσαμε μαζί την Παραμονή των Χριστουγέννων. Ε, τι λες;
~Τέλεια ιδέα, να έρθω να γιορτάσουμε μαζί με τη Θεοδοσία και το Μιλτιάδη. Θα ναι πολύ ωραία. Έχεις τρελαθεί τελείως ετσι;
~Εσύ με εχεις τρελάνει , της είπε γελώντας πονηρά εκνευριζοντας την ακόμα περισσότερο.
~Πού βρίσκεις το αστείο; Και κυρίως πώς έχεις όρεξη για χωρατα, όταν φτάνει άλλη μια Παραμονή Χριστουγέννων που θα μαστε χώρια. Ειδικά τώρα, αποκρίθηκε με πικρία αγγίζοντας την κοιλιά της.
Την πήρε τρυφερά στην αγκαλιά του για να τη χαλαρώσει.
~Θα καθίσω νωρίς στο τραπέζι με τους δικούς μου. Θα πας και εσύ με τη Δροσω στον ταξίαρχο που σας περιμένει. Και μετά, θα έρθω εδώ να περάσουμε όλη τη νύχτα μαζί. Οι δυο μας. Την πρώτη Παραμονή Χριστουγέννων της ζωής μας. Την τελευταία Παραμονή, χωρίς το μωράκι μας., χαϊδεψε στοργικά την κοιλιά της και αμέσως τη γλύκανε.
~Τι λες καρδούλα μου; Θα μου πεις το ναι;
~Μπορώ να κάνω κι αλλιώς; Όλη μου η ζωή είναι ένα τεράστιο ΝΑΙ στα χέρια σου.
Κρύφτηκε στην αγκαλιά του και απόλαυσαν τα τελευταία χάδια και φιλιά τους. Αύριο ξημερωνε μια μεγάλη μέρα με μια πανέμορφη νύχτα. Η δική τους Άγια νύχτα.
Μόλις έφυγε ο Λάμπρος, άνοιξε δειλά την πόρτα της Δροσως, ήθελε να της απολογηθεί για αυτό που είδε. Τη βρήκε ξαπλωμένη στο κρεβάτι της να διαβάζει το αγαπημένο της μυθιστόρημα.
~Δροσούλα μου, θέλω να μιλήσουμε. Νιώθω πολύ άσχημα γι αυτό που είδες. Ντρέπομαι πολύ, συγγνώμη, καρδούλα μου, συγγνώμη.
Η μικρή της έκανε νόημα να καθίσει στο κρεβάτι μαζί της.
~Να μη νιώθεις άσχημα, αδερφή μου. Δεν είμαι 5 χρόνων. Ξέρω πως το ανιψακι μου δεν έγινε με τον κρίνο ούτε το έφερε ο πελαργός. Δεν είμαι πια η μικρή σου αδερφή που ζει στο ροζ συννεφάκι, έρχεται και η δική μου σειρά σιγά σιγά να ανοίξω τα φτερά μου.
~Αυτό δεν αναιρεί το ποσό άσχημη ήταν η εικόνα που είδες.
~Όχι και άσχημη βρε Λενάκι μου. Ίσα ίσα ο δάσκαλος είναι χάρμα οφθαλμών, σαν τα μοντέλα που βλέπω στα περιοδικά, ξέρεις να διαλέγεις, την πείραξε γελώντας.
~Σταμάτα μικρή, τι κουβέντες είναι αυτές, της απάντησε δήθεν θιγμενη ενώ γελούσε και η ίδια.
~Και δε μου λες, Λενακι μου, όσο καλός είναι στην εμφάνιση τόσο καλός είναι και αλλού;;
~Πάψε Δρόσω, έχεις ξεφύγει, της απάντησε κατακόκκινη από ντροπή.
~Τι ρωτάω, για να λάμπεις έτσι μάλλον θα ναι, συνέχισε η Δρόσω απολαμβανοντας την αμηχανία της Ελένης.
~Πάψε μικρή, πάψε και κοιμήσου , είπε και έφυγε βιαστικά για το δωμάτιό της. Ξάπλωσε στο κρεβάτι της και το μυαλό της βάλθηκε να της κάνει έναν απολογισμό της ως τώρα ζωής της. Πέρασαν από μπροστά της αγαπημένα πρόσωπα, οι γονείς της, εκείνη και οι αδερφές της όταν ήταν μικρές και έπαιζαν ξέγνοιαστες στην αυλή, ο Λάμπρος μικρός με κοντά παντελονακια, ο πιο αγαπημένος της άνθρωπος από όταν θυμάται τον εαυτό της, ευχάριστες και δυσάρεστες στιγμές. Γεμάτη νοσταλγία, γύρισε στην παιδική της καμαρη και χώθηκε κάτω από τα σκεπασματα της Δροσούλας. Αγκαλιασμενες σφιχτά, όπως όταν ήταν μικρές, τις πήρε ο ύπνος.
Ο Ζάχος γύρισε και έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του όταν δεν τη βρήκε. Ο φόβος ότι μπορεί να του την πάρει κάποιος άλλος τον έκανε να παραλογιζεται. Όταν την είδε να κοιμάται γαλήνια πλάι στην αδερφή της η ψυχή του πήγε στη θέση της. Στάθηκε λίγο στην πόρτα να τη χαζέψει. Αυτή η γυναίκα τον τρέλαινε, μπορούσε να της συγχωρέσει τα πάντα φτάνει να μην τη χάσει. Το επόμενο πρωί έφυγε ήσυχα χωρίς να την ξυπνήσει. Άφησε μόνο ένα σημείωμα στο κρεβάτι τους, στη μεριά της.

Η ΜΟΙΡΑ 🧶Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα