Η Λενιώ με κόπο πείστηκε να περάσει την επόμενη μέρα κλινήρης. Έπρεπε για το καλό του μωρού της να μείνει ξαπλωμένη, στα ζεστά και να μην κουραστεί ή κρυώσει καθόλου. 16 Νοεμβρίου πια και το κρύο ήταν τσουχτερό στο χωριό τους.
Πρωί πρωί η Ασημίνα έντυσε χοντρά τα δύο κορίτσια, φίλησαν τη μάνα τους που κοιμόταν ακόμα και ξεκίνησαν για το σχολείο. Η μικρή που δεν ήθελε να μείνει μόνη στην καμαρη της, ακολούθησε τις άλλες δύο. Η θεία της υποσχέθηκε να περάσει το πρωινό με τον παππού Μιλτιάδη και να πλεξουν το μικρό καλαθάκι που της είχε τάξει για να βάζει μέσα τις μπογιές της. Έξω απ' το σχολείο συνάντησαν το Γιάννο που περπατούσε γκρινιάζοντας πλάι στον πατέρα του. Μόλις τις είδε σταμάτησε τη μουρμούρα και κρατώντας τες απ' τα χέρια μπήκε στην τάξη. Μπορεί ο μικρός να μην είχε αδέρφια αλλά αγαπούσε και ένιωθε τα παιδιά των θειαδων του καλύτερα και από αδέρφια. Και εκείνα το ίδιο.
.............
Το σπίτι ήταν άδειο και σκοτεινό. Έρημο. Σα να έλειπαν όλοι. Περπάτησε δειλά στο σαλόνι παρατηρώντας τα παιχνίδια και τα ρουχακια των κοριτσιών που ήταν διάσπαρτα στο χώρο. Το μπλοκ ζωγραφικής της Βιολέτας του που πάλι άφησε τη ζωγραφιά της στη μέση. Το "παραμύθι χωρίς όνομα" με το σελιδοδείκτη στη μέση περίπου ήταν το αγαπημένο βιβλίο της Ευγενίας του. Το ροζ μπλουζάκι με τη ζωγραφιστη μπαλαρίνα που φορούσε η Βαλεντίνη του στις καλές περιστάσεις.
Άνοιξε την πόρτα της κρεβατοκάμαρας και την είδε να πλαγιάζει. Του έκανε εντύπωση, η Λενιώ του δε συνήθιζε να κοιμάται τέτοια ώρα. Έβγαλε το βαρύ παλτό του και κάθισε ημιξαπλωμενος στο κρεβάτι. Χάιδεψε απαλά τα μαλλιά της και καθάρισε το πρόσωπο της από όλες τις τούφες που το κάλυπταν. Του φάνηκε να έχει παχύνει κάπως παράξενα στο πρόσωπο. Ίσως απ' τη στεναχώρια της απουσίας του, το έριξε στο φαί. Το χρώμα της ήταν αρκετά χλωμό, είχε χάσει τη φρεσκάδα και τη ροδαλαδα του.
"Λενιώ μου, κορίτσι μου" ψιθύρισε τρυφερά ενώ άγγιζε απαλά το περίγραμμα του προσώπου της. Ξύπνησε αλλά δεν είχε κουράγιο να ανοίξει τα μάτια της. Η φωνή δίπλα της, γνώριμη. Η μυρωδιά του ανθρώπου τόσο οικεία. Θα αναγνώριζε το άρωμα που ανεδυε το κορμί του μέσα σε χιλιάδες. Τα βλέφαρα της πεταρισαν μη μπορώντας να πιστέψουν ποιος βρίσκονταν μπροστά της.
"Λάμπρο.." ψιθύρισε άχνα.
-Εγώ είμαι κορίτσι μου, είμαι εδώ, δίπλα σου..
ΔΙΑΒΑΖΕΙΣ
Η ΜΟΙΡΑ 🧶
FanfictionΜια σχέση που έπρεπε να κρατήσει, διαλύθηκε. Δύο γάμοι που δεν έπρεπε να γίνουν, έγιναν. Ένα μωρό, δύο πατεράδες, πολλοί νεκροί και πάνω απ' όλα ο έρωτας,ο ανυπέρβλητος και απόλυτος.