Η γιορτή

353 16 2
                                    

Οι πρώτες μέρες του Ιουνίου του '67 ήταν ιδιαιτέρως θερμές. Η Ελένη υπέφερε από την υπερβολική ζέστη, ήταν φορές που ένιωθε πως της κόβεται η ανάσα και πως θα καταρρεύσει. Ποτέ δεν της άρεσε η ζέστη αλλά ήταν η πρώτη φορά που το βίωνε τόσο έντονα. Βρίσκονταν σε μια διαρκή κίνηση, εντελώς μηχανικά χωρίς να νιώθει τίποτα. Έκανε τις δουλειές του σπιτιού, φρόντιζε τα παιδιά της, πήγαινε κάθε μέρα στον άντρα της. Κάποιες μέρες, ξεχνούσε ακόμα και να φάει. Αργά το βράδυ, οταν τα παιδιά κοιμόταν, έβαζε μια μπουκιά στο στόμα της για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της αλλά η εξάντληση και η κακή ψυχολογία τη νικούσαν. Το σώμα της αντιδρούσε με έντονους εμετούς που έφταναν μέχρι σπασμούς. Για ύπνος ούτε λόγος. Σα σκιά του εαυτού της, χλωμή με μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια της προσπαθούσε να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις της.

Σα να μην έφτανε η φυλάκιση και η κακοποίηση του άντρα της και οι ψυχολογικές συνέπειες αυτών στα παιδιά της, έπρεπε να διαχειριστεί και την απαράδεκτη συμπεριφορά της δασκάλας στην κόρη της. Όσο πλησίαζε η μέρα της γιορτής η Ευγενία κλείνονταν όλο και περισσότερο στον εαυτό της. Ένιωθε αδύναμη, άρρωστη. Το παιδί σωματοποιουσε τον πόνο και την απογοήτευση του. Δεν άνοιγε την ψυχουλα της σε κανέναν, τα κρατούσε όλα μέσα της και ο οργανισμός της αντιδρούσε.

Η Ελένη έπαψε να τη ρωτάει για το ποίημα και τη γιορτή. Εμπιστεύτηκε τις γυναίκες του χωριού που της ζήτησαν να μην ασχοληθεί και ανέλαβαν αυτές να βάλουν τη δασκάλα στη θέση της.

Τετάρτη 14 Ιουνίου, μια μέρα πριν τη σχολική γιορτή, επισκέφτηκε τον άντρα της. Ο Λάμπρος τη διάβαζε σαν ανοιχτό βιβλίο. Ήταν αδύνατο να μην καταλάβει ότι κάτι συμβαίνει. Την πίεσε με τον τρόπο του και την ανάγκασε να του μιλήσει.

-Γιατί δε μου μίλησες νωρίτερα Ελένη; Γιατί με κράτησες έξω από αυτό;

-Να σου πω, τι; Να σε τρελάνω; Δε μπορείς να κάνεις τίποτα από εδώ μέσα, καρδιά μου, μόνο να υποφέρεις. Και τώρα κακώς σου μίλησα.

-Έπρεπε να μου φέρεις το παιδί εδώ, να της μιλήσω, να μαλακωσω λίγο την ψυχή της.

-Δε θα σου έλεγε τίποτα αγάπη μου. Δε μιλάει, δε θέλει να μας στεναχωρήσει. Ξέρεις πόσο περήφανο παιδί είναι. Η κόρη μας είναι ίδια εσύ, νοιάζεται για όλους και δεν θέλει ποτέ να μας μεταφέρει τα προβλήματα της.

-Το ξέρω Λενιώ μου, για αυτό ανησυχώ. Γιατί ξέρω πως μέσα της υποφέρει.

-Εμπιστευομαι τις γυναίκες, μου είπαν ότι θα την βάλουν στη θέση της. Σε παρακαλώ, μάτια μου, μην ανησυχείς και για αυτό. Κακώς σου μίλησα. Είχα την ανάγκη να το μοιραστώ με τον άνθρωπο μου. Μη με κάνεις να το μετανιώσω.

Η ΜΟΙΡΑ 🧶Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα