Ζωές Στα Ζάρια (part 2)

102 8 30
                                    

Οι λευκές παραλλαγές της στολής τους, τους βοηθούσαν να ενσωματώνονται με ευκολία στο λευκό τοπίο και να περνούν σχεδόν απαρατήρητοι, για όσο υπήρχε ακόμη χιόνι. Το χιόνι όμως σιγά σιγά θα έλιωνε. Όταν ο χειμώνας έπεφτε σε λήθαργο, θα ξυπνούσε ξανά η άνοιξη στη γη, μα στον κόσμο... τον κόσμο τον είχε εγκαταλείψει η άνοιξη! Από τις καρδιές μέσα του έλειπε η γλυκιά ευωδία της αγάπης και τα απέραντα λιβάδια στα οποία η ψυχή θα μπορούσε να βρει τη γαλήνη, για να νιώσει τη χαρά να τη γεμίζει και πάλι, το ελεύθερο αεράκι να χαδεύει τα μαλλιά της... Στον κόσμο είχε απλώσει τα ζοφερά πλοκάμια του ο χειμώνας και οι ψυχές παγιδεύονταν στην παγωμένη, σκοτεινή του άβυσσο, αφήνοντας κάποιους αγαθούς να ελπίζουν πως κάποια μέρα ίσως χτυπήσουν και πάλι οι παγωμένες καρδιές. Αν ο χρόνος δεν έσβηνε την ύπαρξη τους...

Το πρωινό αεράκι, με τη χαρακτηριστική μυρωδιά του δροσερού πρωινού, έκανε το ταξίδι του από τον βορρά για τους χτυπήσει κατά πρόσωπο. Η θερμοκρασία βρισκόταν πολλούς βαθμούς κάτω από το μηδέν, μα ήταν υποφερτή σε σχέση με τη θερμοκρασία της Ρωσίας, λίγους μήνες πριν.

Ο Λούντβιχ έσφιξε το όπλο στα χέρια του κοιτώντας τριγύρω ερευνητικά. Έψαχνε για το οποιοδήποτε σημάδι θα μπορούσε να προδώσει την παρουσία ενός ανθρώπου εκεί κοντά. Οι αχτίδες του ήλιου τρύπωναν δειλά δειλά πίσω από τα γυμνά κλαδιά και το χιόνι, απείραχτο και αφράτο όπως ήταν, σύνθετε μια εικόνα μαγική, η οποία αν εμφανιζόταν εμπρός του άλλες συνθήκες πιθανότατα θα τον εντυπωσίασε. Δεν μπορούσε να διακρίνει την παραμικρή πατημασιά από αρβύλες. Μα τι διάολο; Εξαϋλώθηκε; Πως γίνεται να μην υπήρχε κανένα σημάδι του; Η σιγή γύρω του νεκρική. Από μακριά έφταναν στα αφτιά αχνά μερικοί ήχοι φυσικοί, όπως το κελάιδισμα των πτηνών και το θρόισμα των φύλλων που λικνίζονταν στο ελαφρό αεράκι. Μπορούσε να ακούσει τον χτύπο της καρδιάς του και το βήμα του, σαν οι μπότες του βυθίζονταν στο στρωμένο χιόνι. Τάνυσε το κεφάλι του και κοίταξε πίσω από τον κορμό που τον έκρυβε. Κανένας δεν ήταν εκεί.

«Τίποτα.» Ψιθύρισε δίπλα του ο Στέφαν.

«Τι στο...»

«Θα έκανες λάθος Λούντβιχ.» Πετάχτηκε ο Πάουλ, με μια ειρωνική χροιά στη φωνή και κατέβασε το όπλο που είχε προ ολίγου στημένο στα χέρια του, βγαίνοντας από την κρυψώνα του. «Τζάμπα μας έτρεξες ως εδώ. Δεν έχουμε χρόνο να κυνηγάμε τις φαντασιώσεις σου μικρέ.»

Το Άλικο Μονοπάτι (Ολοκληρωμένο)Where stories live. Discover now