Κεφάλαιο 2

1.2K 110 5
                                    

Ορέλια.

"Δεν μπορώ να φύγω." είπα και σταύρωσα τα χέρια μου στο στήθος.

"Τι; Γιατί;" ρώτησε ο Μπράξτον.

"Γιατί δεν μπορώ να αφήσω την γιαγιά μόνη της."είπα και χάιδεψα το χέρι της.

"Ορέλια μην ανησυχείς για μένα. Είμαι μεγάλο κορίτσι." είπε η γιαγιά και γελάσαμε. "Σε παρακαλώ κοριτσάκι μου, πήγαινε μαζί με τον Μπράξτον στην Ακαδημία." δεν μπορώ να την αφήσω. Εκείνη ήταν πάντα δίπλα μου, με μεγάλωσε και μου προσέφερε οτιδήποτε ζητούσα. Είναι η οικογένειά μου, είναι ο πιο σημαντικός άνθρωπος για μένα.

"Μα γιαγιά..." είπα αλλά με διεκοψε.

"Άσε τα μα και τα μου. Μια χαρά θα είμαι εγώ μην αγχώνεσαι. Πρέπει να πας να μάθεις να ελέγχεις τις δυνάμεις σου και να σταματήσεις το Σκοτάδι." είπε.

"Εντάξει." είπα και ξεφύσηξα.

"Ωραία πήγαινε τώρα να ετοιμάσεις τα πράγματά σου." είπε η γιαγιά.

"Μην πάρεις πολλά όμως. Εκεί θα έχεις οτιδήποτε χρειαστείς." είπε ο Μπράξτον. Συμφώνησα και ανέβηκα στο δωμάτιο. Τράβηξα την βαλίτσα που την είχα κάτω από το κρεβάτι και την άνοιξα. Έβαλα μέσα όσα περισσότερα ρούχα μπορούσα και παπούτσια.

Μετά πήρα ένα σακίδιο και έβαλα μέσα τα καλλυντικά μου, το λάπτοπ και μία φωτογραφία με την γιαγιά. Χάιδεψα την φωτογραφία και ένιωσα ένα αγκάθι στην καρδιά μου με την ιδέα οτι θα την αφήσω μόνη.

"Είσαι έτοιμη;" ρώτησε ο Μπράξτον και μπήκε στο δωμάτιο. Έγνεψα και έβαλα μέσα το καινούριο βιβλίο που αγόρασα εκείνη την μέρα. Εκείνος πήρε την βαλίτσα μου και την κατέβασε κάτω. Κοίταξα μία τελευταία φορά το δωμάτιό που ήταν το μόνο μέρος που μπορούσα να ξεχάσω τα πάντα, ήταν το χαρούμενο μέρος μου και έκλεισα την πόρτα πίσω μου.

"Πώς θα πάμε στην Ακαδημία; Βασικά πού είναι;" ρώτησα.

"Θα πάμε με το αυτοκίνητό μου και είναι γύρω στις δώδεκα ώρες από εδώ." είπε ο Μπράξτον και γούρλωσα τα μάτια μου.

"Δώδεκα ώρες; Τι θα κάνουμε δώδεκα ώρες σε ένα αμάξι;"

"Θα γνωριστούμε καλύτερα. Ούτως ή άλλως από δω και μπρος θα περνάμε πολλές ώρες μαζί." είπε και μου χαμογέλασε.

"Τι καλά." είπα ειρωνικά και εκείνος με κοίταξε με μισό μάτι.

"Σας έβαλα μερικά φαγητά στην τσάντα." είπε η γιαγιά και μου έδωσε την τσάντα.

The Forgotten MagicWhere stories live. Discover now