Κεφάλαιο 35

767 65 28
                                    

Ορέλια.

Νέα Υόρκη! Πάντα ήθελα να πάω! Στην πόλη που δεν κοιμάται ποτέ! Να περπατήσω στο Central Park, να πάω στην Times Square, να δω το άγαλμα της Ελευθερίας!

"Κοίτα βλέμμα που έλαμψε με το που άκουσε Νέα Υόρκη. Δεν πάμε για τουρισμό, σε περίπτωση που το ξέχασες. Σε μία μέρα θα είμαστε πίσω." είπε ο Δαρείος.

"Άσε με να ονειρεύομαι." είπα και του έβγαλα τη γλώσσα. Η Βαλέρια είπε να ανοίξουμε την πύλη στο στη δυτική είσοδο του Central Park. Ο Δαρείος και ο Άδης άνοιξαν αμέσως την πύλη και πιαστήκαμε χέρι χέρι. Προετοιμάστηκα ψυχολογικά για την επικείμενη ζαλάδα που με περίμενε, αλλά δεν πέτυχε. Από τη μία η κούραση από την αποστολή, από την άλλη η έλλειψη ύπνου τις τελευταίες μέρες, δεν βοήθησαν ιδιαίτερα το ταξίδι.

Αλλά τίποτα δεν με ένοιαζε μόλις πατήσαμε στο Central Park. Μέχρι και ο αέρας της Νέας Υόρκης ήταν πιο ελεύθερος! Οι πολυκατοικίες ήταν τόσο τεράστιες και υπέροχες όσο και στις φωτογραφίες! Η φασαρία από τους δρόμους ήταν σαν μουσική στα αφτιά μου! Σε σχέση με τη μικρή και βαρετή πόλη που μεγάλωσα, η Νέα Υόρκη ήταν μια συνεχής περιπέτεια.

"Ας μην χάνουμε χρόνο. Ακολουθήστε με." είπε η μαμά μου και ξεκίνησε να περπατάει. Δεν ταιριάζαμε καθόλου με τον ανθρώπινο πληθυσμό. Ο Δαρείος και γω φοράγαμε ακόμα τα ρούχα της αποστολής, η Βαλέρια φορούσε μανδύα και ο Άδης, μπορεί να φορούσε φόρμες, αλλά τα κατακόκκινα μαλλιά και ματιά του τραβούσαν τα βλέμματα.

"Κοπελιά λατρεύω τα μαλλιά σου!" είπε μια πιτσιρίκα που πέρασε από δίπλα μου. Είχε βαμμένα πράσινα μαλλιά και φόραγε πολύχρωμα ρούχα.

"Και μένα μου αρέσουν πολύ τα δικά σου." της είπα χαμογελαστή. Πρώτη φορά μου κάνει άνθρωπος κοπλιμέντο για τα μαλλιά μου! Ακόμα ένας λόγος που η Νέα Υόρκη είναι υπέροχη! Ο κόσμος είναι μοντέρνος εδώ!

Περπατήσαμε πολύ. Περάσαμε δρόμους, μπήκαμε σε στενά, κατεβήκαμε λεωφόρους. Περπατήσαμε τόσο που είχα αρχίσει να κουράζομαι.

"Φτάνουμε;"

"Ναι, στο επόμενο στενό είναι η πόρτα." είπε η μαμά μου. Στρίψαμε στο στενό και ήταν αδιέξοδο. Δεν υπήρχε ούτε ένα φως και το έδαφος ήταν γεμάτο σπασμένα μπουκάλια και σκουπίδια. Σταματήσαμε μπροστά στον τοίχο και η Βαλέρια τον ακούμπησε. Πρώτα εμφανίστηκε ένα μωβ περίγραμμα και μετά μία ξύλινη πόρτα με σκαλισμένα μωβ σύμβολα πάνω.

"Η πόρτα ανοίγει με σύνθημα. Αν πει κάποιος το λάθος σύνθημα, θα πεθάνει αμέσως." είπε με χαμόγελο η μαμά μου. Έβαλε τις παλάμες τις πάνω στην πόρτα και ψιθύρισε "Genimina." και άνοιξε. . Εκτυφλωτικό φως φάνηκε. Η μαμά μου πέρασε πρώτη και οι τρεις μας κοιταχτήκαμε.

The Forgotten MagicWhere stories live. Discover now