Κεφάλαιο 3

1K 109 8
                                    

Ορέλια.

"Τι εννοείς;" ρώτησα φοβισμένη.

"Εσύ τι λες να εννοώ; Μας ακολουθούν μάγοι που έχουν παραδώσει τους εαυτούς τους στο Σκοτάδι." είπε θυμωμένος. Τα μάτια του είχαν γίνει μαύρα ξανά και έπαιρνε κοφτές ανάσες. Αυτή την φορά όμως, δεν ήταν μόνο τα μάτια του μαύρα. Οι φλέβες του λαιμού του είχαν γίνει μαύρες και είχαν εμφανιστεί μαύροι κύκλοι γύρω από τα μάτια του.

"Είσαι καλά;" ρώτησα φοβισμένη. Δεν είμαι σίγουρη αν με τρόμαζε περισσότερο ο Μπράξτον ή αυτοί που μας κυνηγούσαν.

"Θα είμαι όταν τους σκοτώσω." είπε με διαφορετική φωνή απ' οτι συνήθως. Ήταν πιο...σκοτεινή.

"Μπράξτον τι λες;" φώναξα και άρχισε να ανοιγοκλείνει τα μάτια του.

"Παραλίγο να χάσω τον εαυτό μου στη Μαύρη Μαγεία." είπε με την κανονική του φωνή. Δεν κατάλαβα τι εννοούσε αλλά θα τον ρωτήσω όταν δεν κινδυνεύουμε.

"Τι θα κάνουμε;" ρώτησα και κοίταξα πίσω μου περιμένοντας να δω αλλά αυτοκίνητα να μας ακολουθούν, αλλά δεν ήταν κανένας. "Πώς ξέρεις οτι μας κυνηγάνε; Δεν μας ακολουθεί κανείς."

"Πρόσεξε την ομίχλη στο δάσος στα αριστερά μας. Είναι μαύρη και μας ακολουθεί." είπε και κόλλησα το πρόσωπό μου στο τζάμι. Για μερικά δευτερόλεπτα δεν έβλεπα τίποτα αλλά μετά κατάλαβα τι εννοούσε. Όντως ένα σύννεφο μαύρης ομίχλης μας ακολουθούσε και είμαι σχεδόν σίγουρη οτι είδα ένα χέρι με τεράστια νύχια να με χαιρετάει.

"Εμ Μπράξτον είδα κάτι να με χαιρετάει." είπα και απομακρύνθηκα από το παράθυρο. Εκείνος πήρε μία βαθιά ανάσα και σταμάτησε απότομα το αυτοκίνητο. "Τι κάνεις;" φώναξα και άρχισα να κοιτάω πανικόβλητη γύρω μας. Δεν πάει καλά. Θέλει να πεθάνουμε;

"Πρέπει να πολεμήσουμε." είπε σοβαρά και άρχισα να γελάω σαν τρελή. Όταν κατάλαβα ότι το εννοούσε, μου κόπηκε το γέλιο μαχαίρι.

"Επιθυμείς να με ενημερώσεις πώς θα το κάνουμε αυτό και ταυτόχρονα να επιτύχουμε να φύγουμε ζωντανοί;" ρώτησα και σήκωσα το ένα φρύδι.

"Εσύ περίμενε εδώ." είπε εκείνος και πετάχτηκε έξω από το αμάξι. Τον είδα να κουνάει τα χέρια του μπροστά από το όχημα και μου έκλεισε το μάτι. Αμέσως προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα, αλλά με το που έπιασα το χερούλι, ένιωσα σαν να με διαπέρασε ηλεκτρικό ρεύμα.

"Μπάσταρδε." μουρμούρισα. Κοίταξα έξω από το παράθυρο και είδα τον Μπράξτον να πλησιάζει την μαύρη ομίχλη, η οποία άρχιζε να παίρνει σχήμα ανθρώπου. Ο...νεαρός ήταν τρία κεφάλια πιο ψηλός από τον Μπράξτον, δηλαδή σχεδόν γίγαντας αφού ο Μπράξτον ήταν πάνω από 1,90, και είχε μία σκοτεινή αύρα να τον ακολουθεί. Δυστυχώς δεν μπορούσα να ακούσω τι έλεγαν. Ξαφνικά ο άγνωστος έσπρωξε τον Μπράξτον τόσο δυνατά που έπεσε πάνω σε έναν κορμό δέντρου, ο οποίος έσπασε!

Ο άγνωστος γύρισε ώστε να με κοιτάει και μου χάρισε ένα τρομακτικό χαμόγελο. Άρχισε να προχωράει προς το μέρος μου και όταν έφτασε έξω από το παράθυρό μου, μου χαμογέλασε ακόμα πιο τρομακτικά.

Επιτέλους είδα καθαρά το πρόσωπό του. Το δέρμα του ήταν άρρωστα λευκό, με μαύρες φλέβες κατά μήκος του. Τα μάτια του, αντί για άσπρο είχαν μαύρο και η κόρη ήταν κατακόκκινη. Από το στόμα του έτρεχε ένα μαύρο υγρό και τα δόντια του ήταν μυτερά.

Άπλωσε το χέρι του και άνοιξε την πόρτα χωρίς καμία ενόχληση. Αμέσως πήγα να φύγω από την άλλη πόρτα, αλλά με κράτησε από το χέρι, χώνοντας τα νύχια του στο δέρμα μου, τραβώντας αίμα από την δύναμη. Δάγκωσα το κάτω χείλος μου για να σταματήσω τα δάκρυα. Δεν μπορώ να περιγράψω τον φόβο που ένιωθα, η καρδιά μου ήταν έτοιμη να εκτοξευτεί έξω από το στήθος μου τόσο δυνατά που χτυπούσε.

"Ορέλια αγαπητή μου, ήρθα να σε πάω σπίτι." είπε με σιχαμένα γλυκιά φωνή.

"Τι διάολο σήμερα όλοι να με πάτε σπίτι; Πάρε τα χέρια σου από πάνω μου!" φώναξα και ως διαμαγειας (νιώθετε την ειρωνεία;) άφησε το χέρι μου, σαν να τον έκαψα.

"Δυστυχώς πρέπει να σε χτυπήσω αγαπητή μου. Δεν θα έρθεις μαζί μου έχοντας τις αισθήσεις σου." είπε και σχημάτισε με τα χέρια του μία μαύρη μπάλα. Έκλεισα τα μάτια μου και περίμενα να νιώσω πόνο. Αλλά τίποτα. Ένιωσα ένα αεράκι στο πρόσωπό μου και άνοιξα τα μάτια. Μπροστά μου δεν ήταν ο σκοτεινός μάγος αλλά ο Μπράξτον. Ήταν πεσμένος στα γόνατα και ανάσαινε βαριά. Από την μύτη και τα αφτιά του έτρεχε αίμα και φαινόταν έτοιμος να λιποθυμήσει. Έπεσα και εγώ κάτω μπροστά του και έσκυψα κοντά του να ακούσω τι μουρμούριζε.

"Είσαι ασφαλής τώρα. Τον έδιωξα." είπε και τον αγκάλιασα. Αμέσως ένιωσα τις μπαταρίες μου να φορτίζουν και εκείνος πέρασε τα χέρια του γύρω μου. Όταν τον άφησα, φαινόταν πιο δυνατός. Τι σκατα;

"Πώς; Τί; Γιατί;" είπα μην μπορώντας να αρθρώσω μια πρόταση.

"Έχω πολλά να σου εξηγήσω ακόμα. Πάμε γιατί έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας;" ρώτησε και μου έδωσε το χέρι του να σηκωθώ.

"Δεν μπορείς να οδηγήσεις. Είσαι χτυπημένος." είπα.

"Πίστεψέ με είμαι μια χαρά. Μπες στο αμάξι πριν έρθουν κι άλλα αποβράσματα σαν αυτόν." είπε και μπήκα μέσα χωρίς να χάσω χρόνο.

A/N
Hello my beautiful readers!!! Τι κάνετε; Ελπίζω να είστε καλά!!! Νέο κεφάλαιο ναιιι! Πείτε μου γνώμες πλζ!
Love you guys,
Christina❤

The Forgotten Magicजहाँ कहानियाँ रहती हैं। अभी खोजें