Κεφάλαιο 5

1K 104 19
                                    

Ορέλια.

"Τι λες να πάμε στο γραφείο μου να μιλήσουμε λίγο;" με ρώτησε η Λίλιθ και φυσικά δεν μπορούσα να αρνηθώ.

"Ναι φυσικά." είπα.

"Μπράξτον θα μπορούσες να πας να φέρεις και τους υπόλοιπους;" ρώτησε η διευθύντρια.

"Μάλιστα Λίλιθ." είπε εκείνος και έφυγε αμέσως. Η Λίλιθ πήρε το χέρι μου και ανεβήκαμε τις μεγάλες ξύλινες σκάλες και μετά από πολλούς ορόφους, που πήγαν να με ξεκανουν, φτάσαμε στο γραφείο της.

Παρατήρησα ότι σε κάθε όροφο στέκονταν τρομακτικοί άντρες και φαντάζομαι πρόσεχαν τους χώρους και τους μαθητές. Άνοιξε την πόρτα και με έβαλε να κάτσω σε μία αναπαυτική πολυθρόνα. Εκείνη πλησίασε το τζάκι και πήρε τον βραστηρα που είχε αφήσει πάνω από την φωτιά.

"Θα ήθελες ένα φλιτζάνι τσάι;" με ρώτησε και έγνεψα. Μου έβαλε και έφερε μπροστά μου ζάχαρη και μερικά μπισκότα.

"Σε ευχαριστώ." είπα και έβαλα ένα κουταλάκι ζάχαρη.

"Παρακαλώ. Φαντάζομαι οτι θα έχεις πολλές ερωτήσεις." είπε. Είχα τόσες πολλές ερωτήσεις που δεν ήξερα από που να ξεκινήσω. Με έτρωγε να ρωτήσω περισσότερα πράγματα για τους γονείς μου αλλά δεν ήταν η ώρα.

"Αφού έχουν χαθεί όλοι οι υπόλοιποι εκπρόσωποι της Αύξησης, πώς θα μάθω να χειρίζομαι τις δυνάμεις μου;" ρώτησα.

"Επειδή η Αύξηση χρησιμοποιεί της δυνάμεις οποιασδήποτε Μαγείας, είσαι ελεύθερη να παρακολουθήσεις οποιοδήποτε μάθημα θέλεις." είπε εκείνη.

"Και θα μένω μόνη μου στο κτήριο;"

"Αυτό θα το συζητήσουμε μόλις έρθουν και οι υπόλοιποι, οι οποίοι έφτασαν." είπε και σηκώθηκε. Ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα και η Λίλιθ είπε να περάσουν. Άνοιξε η πόρτα και μπήκε πρώτος ο Μπράξτον, ο οποίος μου χαμογέλασε και ήρθε να κάτσει δίπλα μου. Μετά μπήκε μέσα το εντελώς αντίθετο του Μπράξτον. Ήταν ένας νεαρός στο ύψος του Μπράξτον που είχε ολoλευκα μαλλιά, άσπρα μάτια και λευκή επιδερμίδα. Ήταν εντυπωσιακός. Ήρθε μπροστά μου και αμέσως ένιωσα ασφάλεια.

"Γειά σου Ορέλια, είμαι ο Κάελ και ανήκω στη Λευκή Μαγεία. Χαίρομαι που σε γνωρίζω." είπε χαμογελαστός και έσφιξα το χέρι του. Του χαμογέλασα και κοίταξα πάλι στην πόρτα. Αυτή την φορά μπήκε μέσα η πιο όμορφη κοπέλα που έχω δει ποτέ. Είχε χρυσά μαλλιά -πραγματικά έμοιαζαν σαν ρευστός χρυσός- και καταγάλανα μάτια. Με πλησίασε και με αγκάλιασε και ένιωσα ένα κύμα γαλήνης.

The Forgotten MagicWhere stories live. Discover now