Κεφάλαιο 29

749 71 26
                                    

Ορέλια.

"Σήμερα παιδιά μου είναι μία πολύ λυπητερή, αλλά σημαντική μέρα για όλους τους Μάγους. Σαν σήμερα καταδικάστηκαν οι πρώτες Μάγισσες στην Αμερική. Το κυνήγι Μαγισσών είναι μία μαύρη σελίδα στην τεράστια ιστορία μας. Είναι μία πληγή που ακόμα δεν έχει κλείσει στις ψυχές μας, και ιδιαίτερα για όσους από μας το ζήσαμε από πρώτο χέρι." η φωνή της Λίλιθ ακουγόταν δυνατή και γεμάτη συναίσθημα γέμιζε τον κήπο και τις καρδιές μας.

Εμείς οι μαθητές καθόμασταν στις καρέκλες που είχαν βάλει για μας και οι καθηγητές στέκονταν στην σκηνή μπροστά μας. Όλο το εκπαιδευτικό προσωπικό ήταν ντυμένο στα μαύρα, όπως και οι περισσότεροι μαθητές. Οι Προστάτες ήταν και αυτοί έξω και στέκονταν προσοχή πίσω από τους μαθητές. Ο ουρανός ήταν γεμάτος μαύρα σύννεφα, ούτε μία αχτίδα ηλίου δεν περνούσε.

Η Λίλιθ μας είχε βάλει να κάτσουμε στην πρώτη σειρά. Δίπλα μου καθόταν ο Μπράξτον και δεν μου είχε ρίξει ούτε ένα βλέμμα. Κοίταξα τον Δαρείο και με κοίταζε ήδη. Βασικά δεν νομίζω να είχε σταματήσει να με κοιτάει από το άγχος του μήπως πάθω κάτι. Για την ακρίβεια, το ένιωθα το άγχος του. Ήταν σαν μικρά μικρά αγκαθάκια που τρυπούσαν την καρδιά μου.

Θες να ηρεμήσεις λίγο; Δεν υπάρχει κάποιος κίνδυνος εδώ. Του είπα από το μυαλό μου.

Παντού υπάρχει κίνδυνος. Και κάνε κάτι για να του δείξεις ότι σε νοιάζει. Είπε και ίσιωσε την πλάτη του. Στεκόταν μαζί με τους υπόλοιπους Προστάτες και συγκεκριμένα, ακριβώς μετά τον Μέισον και τον Μάικα. Αν δεν ήταν Εκλεκτός Προστάτης μου, τώρα θα στεκόταν πρώτος και θα είχε όλους αυτούς τους Μάγους υπό την αρχηγία του. Αλλά τώρα...

Τώρα είμαι ο Εκλεκτός Προστάτης της δυνατότερης Μάγισσας που έχει υπάρξει και που θα σταματήσει το Σκοτάδι από το να μας σκοτώσει όλους. Δεν υπάρχει μεγάλη τιμή από αυτή.

Διαβάζεις τις σκέψεις μου;

Ναι. Είπε και έφυγε από το μυαλό μου. Κοίταξα τον Μπράξτον ξανά. Αργά αργά, πλησίασα το χέρι του με το δικό μου και τον ακούμπησα. Δεν απομακρύνθηκε, καλό σημάδι. Άφησα το χέρι μου πάνω από το δικό του και με τον αντίχειρά μου, τον χάιδεψα απαλά. Πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα χωρίς καμία κίνηση από μέρους του και πήγα να πάρω το χέρι μου, αλλά μου έσφιξε το χέρι. Προσπάθησα με νύχια και με δόντια να συγκρατήσω το χαμόγελό μου, γιατί δεν ήταν σωστό λόγω της μέρας. Έστρεψα ξανά την προσοχή μου στην Λίλιθ.

The Forgotten MagicWhere stories live. Discover now