ΕΙΣΑΓΩΓΗ - SEASON 2

521 21 2
                                    

ΜΑΡΤΙΟΣ 1966

Ο Λάμπρος άφησε το φλιντζάνι του με τον καφέ, στο μικρό του γραφείο, που βρισκόταν στο σαλόνι του σπιτιού του στον Ωρωπό και έκατσε στην καρέκλα του. Παραμέρησε μερικά μπλε τετράδια μαθητών του κι έβγαλε ένα επιστολόχαρτο από το συρτάρι. Αναστέναξε μελαγχολικά και άρχισε να γράφει, με όμορφα καλλιγραφικά γράμματα.

Αγαπημένε μου πατέρα,

Πέρασε παραπάνω από μήνας, από τότε που σου έγραψα τελευταία φορά και σήμερα, που έξω βρέχει ασταμάτητα και κανείς δεν κυκλοφορεί στο δρόμο, ένιωσα την ανάγκη να σου πω δυο λέξεις. Όλα κυλούν όμορφα και είμαστε ήρεμοι και χαρούμενοι, όπως πάντα. Σιγά-σιγά ανοίγει κι ο καιρός. Ο Γιάννος περιμένει πως και τι, να έρθει το καλοκαίρι για να κολυμπήσει πάλι στη θάλασσα. Από πέρσι κι όλας, δεν χρειάζεται καν σωσίβιο. Μακάρι να τον γνώριζες. Θα γέμιζε την καρδιά σου με ευτυχία. Είναι ένας μικρός, ευγενικός κύριος. Όσοι τον βλέπουν, λένε πως μου μοιάζει. Η αλήθεια είναι πως εμφανισιακά φέρνει περισσότερο σε εμένα, παρά στην Ελένη. Έχει πάρει και την ηρεμία μου, μα και το πείσμα της, όταν θέλει κάτι.

Τον περασμένο μήνα γιορτάσαμε τα πέμπτα του γενέθλια. Διοργανώσαμε μια μικρή γιορτή στο σπίτι και προσκαλέσαμε μερικά γειτονόπουλα με τους γονείς τους για να περάσουμε τη μέρα. Δεν μπορείς να φανταστείς τι χαρά πήρε. Η μέρα ήταν ηλιόλουστη και μπορέσαμε να κάτσουμε στην αυλή του σπιτιού μας. Του αγοράσαμε και ένα καινούργιο ποδήλατο για δώρο. Κόστισε λίγο παραπάνω, μα το χρειαζόταν ο Γιάννος μας, μιας και το παλιό του, ήταν για μικρότερο ηλικιακά παιδάκι. Διασκεδάσαμε κι εμείς, μα πάντα έχω μέσα μου μια μικρή μελαγχολία, πατέρα μου, τέτοιες μέρες. Θα ήθελα αυτή η γιορτή, να γινόταν στον κήπο του σπιτιού μας στο Διαφάνι, κάτω από τις τρεις λεύκες που τόσο αγαπάει η Λενιώ μου. Θα ερχόσασταν όλοι εσείς οι αγαπημένοι μας άνθρωποι και σχεδόν δεν θα χωρούσατε στον μεγάλο κήπο του σπιτιού. Σίγουρα εσύ, η Βιολέτα, η θεία η Ανέτ, η Ασημίνα, ο καλός μου ο Φανούρης και τόσοι άλλοι, θα κακομαθαίνατε τον Γιάννο με δώρα και παιχνίδια, κι εκείνος θα ξετρελαινόταν με τα πακέτα και θα τα άνοιγε ως αργά τη νύχτα στη κάμαρη του. Με στεναχωρεί που δεν είσαι δίπλα του, να τον βλέπεις να μεγαλώνει και να γίνεται σωστό παλικαράκι. Του χρόνου θα πάει και στο σχολείο και περιμένει με αγωνία να μπει στην αίθουσα. Ήδη ξέρει να διαβάζει. Είναι τόσο έξυπνος, μα περισσότερο είμαι περήφανος για την καλή του τη καρδιά και την ευγενική ψυχή του. Όπως ήταν κι ο θείος του, ο Γιάννος μας, που έχει το όνομα του.

Δύο ΠρόσωπαWhere stories live. Discover now