{6}-Πιο Θαρραλέα

3.5K 190 31
                                    

«Κάηκες ρε Σοφία»δηλώνει σοβαρός ενώ το δέρμα μου έρχεται σε επαφή με την κρύα κρέμα που απλώνει στην πλάτη μου.

Ήθελα και ηλιοθεραπεία τρομάρα μου.

«Σώπα ρε, και δεν το χα καταλάβει»τον ειρωνεύομαι και τον ακούω να χασκογελάει. Οι ποσότητες που βάζει είναι αρκετά γενναιόδωρες.   Αντιλαμβάνομαι ότι λύνει το κορδόνι από το πάνω μέρος του μαγιό μου, γουρλώνω τα μάτια μου.

«Τι κάνεις;»τον ρωτάω και πάω να σηκωθώ αλλά εκείνος με σπρώχνει ξανά στην ξαπλώστρα.

«Σκάσε ρε Σοφάκι. Άμα κάνουμε μια δουλειά την κάνουμε σωστά γιαυτό πρέπει να σου βάλω σε όλη την πλάτη» μουρμούριζει και ξεφυσαω. Πονάω λίγο από το κάψιμο αλλά είναι υποφερτό.

«Πως την έχεις κάνει έτσι ρε την αδερφή μου;»ακούγεται ο Κωστής να ρωτάει γελώντας και τον κοιτάζω με σηκωμένο φρύδι.

«Πως με έχει κάνει δηλαδή;»ρωτάω ενώ μου ξανά δένει το μαγιό.

«Έχει ζωγραφίσει φατσάκια με την κρέμα στην πλάτη σου»συνεχίζει και ξεκινά να γελά περισσότερο, μαζί και η Αλεξία με τον αδερφό της. Μόλις το ακούω αυτό, πετάγομαι πάνω αλλά μια λάθος κίνηση μου στοίχησε και έπεσα ανάσκελα πάνω στα πόδια του Φιλίππου.

«Μόλις χάλασες τα υπέροχα φατσάκια»αναφώνησε μουτρωμενος και χαιδεψε τη μύτη μου πριν με βοηθήσει να σηκωθώ πάνω.

Αρπαξε τα τσιγάρα του από την τσάντα μου και μέσα σε ένα φιλτρακι τοποθέτησε λίγο καπνό. Οι κινήσεις του ήταν πολύ προσεκτικές, το φιλτρακι ανάμεσα στα ζουμερά χείλη του.

«Το βράδυ θα πάμε για φαγητό με τα παιδιά, έλα. Θα είναι και Στράτος»ψιθύρισε σκουντωντας με συνωμοτικά στον ώμο.

«Τι στο καλό έχεις πάθει με τον Στράτο;»τον ρωτάω πίνοντας λίγη από την γρανίτα που ειχα παραγγείλει.

«Τίποτα. Απλώς προσπαθώ να αποκαταστήσω δύο πολυ καλούς μου φίλους»

Που να μην ήμασταν δηλαδή!
Γαμώτο, δεν μπορούσα να σε γνωρίσω τυχαία;

«Μπορώ να αποκατασταθω και μόνη μου ξέρεις»του λέω τάχα παρεξηγημένη μα αυτή ήταν η αλήθεια, έτσι και αλλιώς.

«Δεν ξέρεις να φλερτάρεις Σοφάκι, είσαι μωρό ακόμα»μου λέει γκρεμιζοντας ξαφνικά την διάθεση μου όμως τουλάχιστον δικαιώνομαι στην Αλεξία γιαυτα που της έλεγα χτες βράδυ.

Φυσικά και με θεωρεί μωρό.
Πάντα για εκείνον θα είμαι μωρό.

«Ξέρω!»πεισμωνω παίρνοντας ένα θυμωμένο βλέμμα και ξαφνικά για να του το αποδείξω, αποκτώ τεράστια αδρεναλίνη.

«Δεν ξέρεις και φαίνεται!»παίρνει το ίδιο ύφος με εμένα και στενευω τα μάτια μου.

«Τώρα θα δεις»σηκώνομαι με νεύρο από την ξαπλώστρα με σκοπό να παω λίγο πιο μπροστά και να βρω εκείνον με τον οποίο θα αποδείξω στον βλακα τον Φίλιππο ότι μπορώ να φλερτάρω.

«Σοφάκι, κόψε μην με νευριάζεις και ξανακατσε κάτω τώρα»μου λέει με υψωμένη φωνή πιάνοντας με από το μπράτσο αλλά τιναζω το χέρι του κοιτώντας τον εχθρικά.

Τώρα θα σου πω εγώ ποιος είναι μωρό.

Επεξεργαζομαι τον χώρο γύρω μου μέχρι που το μάτι μου πέφτει σε μια παρέα 5 αγοριών. Καπνίζει ο ένας...τέλεια.

Και ο Θεός μαζί μου.

«Εε συγγνώμη»αναφωνώ μόλις φτάνω μπροστά από τις ξαπλώστρες τους και σταματάνε να μιλάνε. Μην κοκκινισεις, μην κοκκινισεις. «Μήπως έχετε έναν αναπτήρα γιατί μάλλον ο δικός μου κάπου έπεσε;»ζητάω ευγενικά και βλέπω εκείνο το αγόρι που κρατούσε το τσιγάρο να τον αρπάζει από το τραπεζάκι και να μου τον δίνει.

«Είναι δικός σου μόνο αν μου πεις το όνομα σου και μου δώσεις το κινητό σου»μου λέει με έντονο παιχνιδιαρικο βλέμμα και χαμογελάω ντροπαλά. Τον παρατηρώ καλύτερα. Είναι πολύ όμορφος. Καστανοξανθος με μπουκαλάκια και λίγα τατουάζ στο μπράτσο.

«Με λενε Σοφία»του λέω και πλέον έχει στρέψει ολοκληρωτικά την προσοχή του πάνω μου και τα υπόλοιπα παιδιά συζητάνε μεταξύ τους. «Εσένα;»

«Όμορφο είναι το Σοφία. Σαν εσένα. Χάρης»τείνει το χέρι του προς το μέρος για χειραψία. Ανταποδίδω, και το χαμόγελο του μεγαλώνει. «Θα μπορούσα να έχω το τηλέφωνο σου;»με ρωτάει και γνέφω καταφατικά. Μου δίνει το κινητό του και πατάω στην δημιουργία νέας επαφής. Αφού το αποθηκεύσω, του το δίνω πίσω.

«Πάρε με όποτε θες για να βγούμε, σου χρωστάω έναν αναπτήρα»του λέω μη μπορώντας να κρύψω το χαμόγελο μου και εκείνος γνέφει.

«Θα είναι πολύ σύντομα. Στο υπόσχομαι»μουρμούριζει κλείνοντας μου το ματι και χασκογελάω. Τον χαιρεταω για να επιστρέψω στην παρέα μου και να κοκορευτώ για το επίτευγμα μου στον Φίλιππο.

«Φιλιππάκο! Ορίστε για να ανάβεις τα τσιγάρα σου αδερφέ»του πετάω γεμάτη περηφάνια τον αναπτήρα χωρίς βέβαια να αποφύγω το δολοφονικό του βλέμμα.

Και την Παρασκευή, στις δώδεκα το βράδυ, η Νικολούλη θα ψάχνει την αξιοπρέπεια μου για άλλη μια φορά.

-oliaaaa


Finding Us Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα