«Φίλιππε σοβαρέψου και έλα να σου κλείσω ραντεβού με τον οδοντίατρο!»του λέει η κυρία Λένα αλλά εκείνος γνέφει αρνητικά.
«Άσε με ρε μάνα. Μια χαρά είμαι!»φωνάζει όμως στο τέλος κάνει έναν μορφασμό πόνου και πιάνει το μάγουλο του.
«Και δύο τρομάρες!»αναφωνώ ειρωνικά και κερδίζω μια δολοφονική ματιά. Όλοι ξέρουν πως τρέμει τους γιατρούς και ιδιαίτερα τους οδοντίατρους.
«Εγώ θα σου κλείσω και έτσι και δεν πας κακομοίρη μου θα στο ξεριζώσω το αυτί!»δηλώνει η μαμά του ενώ γυρίζει το καρτελάκι που κρατούσε τόση ώρα για να δει τον αριθμό του γιατρού.
«Γαμώ»μουρμούριζει σιγανά ο Φίλιππος και χασκογελαω. Σαν παιδάκι κάνει ώρες ώρες. «Θα έρθεις και εσύ μαζί μου, δεν πάω εγώ μόνος μου εκεί μέσα»μου ψιθυρίζει στην συνέχεια και τον κοιτάω ειρωνικά.
«Μην ανησυχείς αγάπη μου, θα σε προσέχω»του λέω γελώντας και χαϊδεύω το μπράτσο του. Εκείνος περνάει το χέρι του γύρω από τους ώμους μου και με σπρώχνει στην αγκαλιά του. Έτσι, καταλήγουμε πολύ εύκολα να έχουμε πιάσει ολόκληρο τον καναπέ. Βγάζει που και που κάτι επιφωνήματα πόνου αλλά ο εγωισμός του είναι πολύ μεγάλος για να το δείξει.
«Ρε σεις! Θυμάστε την Ιωάννα πριν κάτι χρόνια στην θάλασσα; Την ξαδέρφη του Στράτου;»μας ρωτάει ο Κωστής μόλις κατεβαίνει τις σκάλες και κάθεται σε μια πολυθρόνα.
«Εκείνη η ξανθούλα με τα κοτσιδάκια;»ρωτάει ο Φίλιππος καθώς χαϊδεύει τα μαλλιά μου αλλά εγώ παρατηρώ την έκφραση του αδερφού μου. Το πρόσωπο του λάμπει. Τι φάση; Μύγα τον τσίμπησε;
«Φίλε, την είδα στον δρόμο...Βγήκαμε και για καφέ κιόλας...Έχει αλλάξει πάρα πολυ»αναφωνεί εντυπωσιασμενος και τον κοιτάω πονηρά.
«Να'τος ο γύπας ο αδερφούλης μου»
«Μην κοροϊδευετε ρε. Αλήθεια πέρασα πολύ ωραία μαζί της»
«Κανονικά, θα έπρεπε να σε είχα σπάσει στον ξύλο γιατί κάποτε έκανες την Αλεξία να κλαίει αλλά έχε χάρη που ξεκοψες γρήγορα χωρίς να την βασανίζεις»του λέει ο Φίλιππος και ο Κωστής ρολλάρει τα μάτια του.
«Δεν είναι εκεί το θέμα μας τώρα. Το θέμα μας είναι πως εγώ πρέπει να ξαναβγω με αυτή την κοπέλα και θέλω Φίλιππε να μου πεις κάποιο ωραίο μέρος να την πάω για φαγητό το βράδυ »
Λοιπόν, έζησα να δω τον αδερφό μου να προσπαθεί να εντυπωσιάσει μια κοπέλα. Ποιος; Ο Κωστής! Που αν τον αφήσεις σε μια παρέα τεσσάρων κοριτσιών θα πάει και με τις τέσσερις. Ταυτόχρονα.
«Έχει ένα πολύ ωραίο μαγαζί κάτω στο λιμανάκι, εστιατόριο. Έχει πολύ καλό κρασί»
«Ει εμένα δεν με έχεις πάει ποτέ εκεί»γκρινιάζω γυρίζοντας το κεφάλι μου για να τον κοιτάξω.
«Ιιιι, δεν πήγα το μωρό μου εκεί;...Θα σε πάω άμα τελειώσει όλο αυτό με τους φρονιμίτες , θα πάμε να πιούμε όσο κρασί θες»μου λέει χαμογελώντας και με φιλάει πεταχτά.
«Ναι όμως μην πάτε όταν θα πάω και εγώ»πεταγεται ο άλλος.
Να'τες και οι ντροπές.
[...]
«Αγάπη μου πονάς; Μήπως θες να σταματήσουμε στο φαρμακείο να πάρουμε κάτι;»τον ρωτάω αφού κλείνω την πόρτα του ιατρείου και πιάνω το χέρι του.
Γνέφει αρνητικά και με το ζόρι συγκρατώ το γέλιο μου γιατί το ένα του μάγουλο είναι πρησμένο ενώ το άλλο όχι.
«Εγώ είμαι αντλαθ και οι....αντλεθ δεν πονάνε»μου λέει περήφανα αλλά ξέρω πως έχει πεθάνει στον πόνο γιατί αρχίζει να μειώνεται η δράση της αναισθησίας.
«Καλά, πάμε σπίτι να κοιμηθείς τώρα»του λέω σπρώχνοντας τον ελαφρώς και τον ακούω που γκρινιάζει.
«Εγώ ήθελα να κάνουμε θεξ θήμερα»χτυπάει πεισματάρικα το πόδι του στο τσιμέντο και τον κοιτάζω με σηκωμένο φρύδι.
«Άσε ρε που θες και σεξ με ένα στόμα γεμάτο βαμβάκι»γελάω δείχνοντας το στόμα του και εκείνος χαμογελάει λοξά.
«Θα θου πω εγώ όταν τα βγάλω τι έχει να γίνει. Κόλαθη»
Πείτε με κακιά αλλά μου έρχεται να γελάσω τόσο πολύ αυτή την στιγμή. Δεν μπορώ να τον ακούω να μιλάει με το θ. Είναι ξεκαρδιστικό.
«Εντάξει Φιλιππάκο απλά σταμάτα να μιλάς γιατί είναι αστείο»του ζητάω έτοιμη να δακρύσω από τα γέλια και βάζω το χέρι μου μπροστά από το στόμα μου.
Σίγουρα θα φάει πολύ δούλεμα από τους πατεράδες μας και τον Κωστή.
«Ότι είδεθ εκεί μέθα θα μείνει μετακθύ μαθ. Δεν θα το πειθ θε κανέναν»μου ζητάει κοιτώντας με στα μάτια και βαστάει το μάγουλο του.
Μην ανησυχείς αγάπη μου. Δεν πρόκειται να πω σε κανέναν πως μόνο τα κλάματα δεν έβαλες μόλις σου είπε να ανοίξεις το στόμα σου ο οδοντίατρος.
-oliaaaa
YOU ARE READING
Finding Us
Teen FictionΕκείνο το καλοκαίρι θα άλλαζαν όλα. Εκεινο το καλοκαίρι θα μου μάθαινε πολλά.