Κεφάλαιο 51

42 2 0
                                    

Αγγελίνα

Όσο ήμασταν έξω, περάσαμε πολύ όμορφα. Ήπιαμε, φάγαμε και συζητήσαμε για την καριέρα και το μέλλον μας. Έπειτα καθίσαμε στην ακρογιαλιά. Ήμασταν σιωπηλοί. Κοιτούσαμε απλά την θάλασσα και μας γαληνευε αυτό.

"Τι σκέφτεσαι;" με ρώτησε
"Πολλές φορές φοβάμαι." απάντησα
"Τι φοβάσαι κορίτσι μου;" ρώτησε και με έσφιξε στην αγκαλιά του
"Ότι δεν σε κάνουμε ευτυχισμένο." είπα
"Μα τι είναι αυτά που λες; Μπορεί να περνάμε δύσκολα αλλά είμαι ευτυχισμένος. Δεν είναι δα και τόσο τραγικά τα πράγματα. Σας αγαπάω πάρα πολύ. Και το κοριτσάκι μας αλλά κυρίως λατρεύω εσένα. Και θέλω να σε βλέπω χαρούμενη. Και να μην σκέφτεσαι τέτοιες σαχλαμάρες. Δώσε μου ένα χαμόγελο." ζήτησε και του χάρισα ένα γλυκό γελάκι
"Ποτέ δεν περίμενα να φτάσουμε ως εδώ." είπα
"Κανένας μας δεν νομίζω ότι το περίμενε. Αλλά έτσι έτυχε." είπε
"Ρε Χάρη, τι θα γίνει αν δεν μας βγει όλο αυτό. Αν μας κρατήσει πίσω από τα όνειρα και τις ζωές μας;" ρώτησα
"Κοίτα αναγκαστικά κάποια πράγματα πρέπει να περιμένουν. Και κάποια όνειρα μπορούν να παγώσουν για λίγο. Δεν είμαστε μόνοι έχουμε κι ένα παιδί. Ήδη ξέρουμε καλά και οι δυο ότι δεν έχουμε την ίδια ζωή με τους υπόλοιπους φοιτητές. Ούτε καφέδες, ούτε βραδινές εξόδους ή clubs. Αλλά αντίθετα εμείς έχουμε γάλατα, πάνες και παιδιάτρους. Μας μένουν μόνο λίγες ώρες για διάβασμα ή πηγαίνουμε με την ψυχή στο στόμα στην σχολή αλλά μπορεί να είναι καλύτερα έτσι. Σε άλλη περίπτωση μπορεί να είχαν πάρει τα μυαλά μας αέρα. Τώρα είμαστε οσο μπορούμε πιο συγκεντρωμένοι. Είδες στο πρώτο εξάμηνο τα περάσαμε όλα τα μαθήματα." Είπε
"Σε αυτό μπορεί να έχεις δίκιο." Συμφώνησα
"Για αυτό σου λέω μην χάνεις την αισιοδοξία σου." Είπε
"Αυτό που σκέφτομαι είναι ότι μόνο η φετινή χρονιά θα είναι ακόμα τόσο δύσκολη. Από του χρόνου θα την στείλουμε σε βρεφικό σταθμό. Θα είναι μικρή αλλά δεν γίνεται αλλιώς.' Είπα
"Βέβαια. Θα ψάξουμε τον κατάλληλο και θα την πάμε. Είναι καλό και για εκείνη να έρθει σε επαφή με άλλα παιδάκια." Είπε
"Δεν θα καταλάβει και πολλά." Ειπα
"Η κορακλα μου είναι πανέξυπνη. Πήρε από τον μπαμπά της." Υπερηφανεύεται
"Κρίμα το παιδί μου." Είπα ειρωνικά
"Άι ρε" με κορόιδεψε ο Χάρης κι άρχισε να μου πετάει άμμο.

Εγώ σηκώθηκα και τον έβρεξα με θαλασσινό νερό. Έτσι ξεκίνησε ένα κυνηγητό στην ακτή και μέσα κι έξω από την θάλασσα. Τα αίματα άναψαν. Ήπιαμε κρασί και ίσως χάσαμε τον έλεγχο. Νιώσαμε κι εμείς όμως για λίγο νέοι 19 χρονών. Το ζεστό αίμα έγινε πάθος και ούτε που καταλάβαμε πως βρεθήκαμε στο κρεβάτι του ξενοδοχείου να αισθανόμαστε ο ένας τον άλλον όπως είχαμε καιρό να τον αισθανθούμε. Ήταν ο έρωτας γλυκός και τρυφερός κάνοντάς μας να ξεχάσουμε για λίγο την υπόλοιπη ζωή μας.

Χάρης

Ξυπνάω το πρωί και την έχω στην αγκαλιά μου. Δεν κάνω καμία κίνηση για να μην την ξυπνήσω. Νιώθω τόσο ερωτευμένος. Την παρατηρώ. Είναι τόσο όμορφη. Κάθε μικρή λεπτομέρεια επάνω της για εμένα είναι υπέροχη. Σκέφτομαι πως θα μπορούσα να έχω δίπλα μου οποιαδήποτε κοπέλα ή μια πιο φυσιολογική ζωή. Όμως με αυτή την γυναίκα, γιατί έτσι την βλέπω πια, δεν νιώθω να μετανιώνω για τίποτα. Είναι καπάτσα και τα φέρνει όλα στα μέτρα της. Μαζί της κάθε μέρα ανακαλύπτω και κάτι άλλο. Ανυπομονώ πραγματικά για το μέλλον μαζί της.

Την νιώθω να προσπαθεί να τεντωθεί και την αγκαλιάζω.
"Καλημέρα.." μου λέει χωρίς καν να δείξει ότι ξύπνησε. Φωλιάζει στην αγκαλιά μου
"Καλημέρα γυναίκα της ζωής μου." Λέω και της φιλάω το κεφάλι
"Δεν θέλω να φύγω..."κλαψουρίζει
"Πρέπει. Σκέψου ότι θα πάμε στο παιδάκι μας." Είπα
"Το μόνο που με παρηγορεί αυτή τη στιγμή." Είπε
"Στο μεταξύ νιώθω ένα απίστευτο hangover. Τι φτιάξαμε χθες ρε Χάρη;" ρώτησε πιάνοντας το κεφάλι της
"Καλοπερασαμε;" ρώτησα χαμογελώντας
"Μακάρι να μπορούσαμε να καλοπερνάμε πιο συχνά." Απάντησε με το ίδιο χαμόγελο
"Ξέρεις πόσο τυχερός είμαι που σε έχω;" ρώτησα
"Πάρα πολύ τυχερός." Απάντησε με διάθεση αυτοσαρκασμου και γελάσαμε

"Τώρα που θα πάμε στους δικούς μας, Ο καθένας σπίτι του." Είπε
"Τι; Γιατί;" ρώτησα μάλλον με το ύφος μικρού κουταβιού
"Έτσι πρέπει. Έτσι κι αλλιώς, σε λίγες μέρες θα ανέβουμε στο χωριό. Πω πω άλλο κουτσομπολιό και κακό από εκεί." Είπε
"Άσε τους μωρέ. Έτσι κι αλλιώς δεν θα σαι μόνη. Θα είμαι κι εγώ μαζί." Είπα και μου έπιασε το μάγουλο
"Τι θα έκανα χωρίς εσένα μου λες; Αν και εντάξει, αφού το έχει δεχτεί και η γιαγιά μου ακόμα, είμαστε σε πολύ καλό δρόμο." Είπε
"Αχ το ίδιο θα πούμε και στο χωριό; Γουστάρω να την λέμε αυτή την ιστορία." Γέλασα
"Ρε Χάρη μεγάλοι άνθρωποι είναι. Έτσι κι αλλιώς στα χρόνια τους γίνονταν αυτά." Είπε
"Ρε το αγαπώ αυτό το αθώο ψεματάκι. Αγαπιομασταν, οι γονείς μας θεωρούσαν μικρούς για τέτοια, εμείς δεν θέλαμε να είμαστε παράνομοι, κλεφτηκαμε και παντρευτήκαμε. Λιώνω κάθε φορά που το λέω." Είπα
"Μην ξεχνάς ότι έβαλες κι εσύ το χεράκι σου για να γίνει αυτή η υπέροχη ιστορία." Υπενθύμισε
"Αν ήθελες εσύ θα γίνονταν και πραγματικότητα."Είπα τρυφερά
"Βρε αγάπη μου τα έχουμε πει αυτά. Δεν θέλω να δεσμευτεί κανένας. Αν δεν πάει άλλο, θέλω να έχουμε την ελευθερία και οι δύο να ανοίξουμε την πόρτα και να φύγουμε" Είπε
"Καλά. Τουλάχιστον έχουμε τα δαχτυλίδια μας." Είπα και τεντωσαμε και οι δύο τα δάχτυλα. Ήταν δυο βέρες με ένα μικρό σκάλισμα. Πως θα πείθαμε άλλωστε για παντρεμένοι
"Όλα καλά θα πάνε" μου ψιθύρισε στο αυτί. Με φίλησε στο μάγουλο και σηκωθήκαμε να ετοιμαστούμε και να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής στην μικρή μας.

Μαζί Where stories live. Discover now