Κεφάλαιο Δέκατο Έβδομο, Απρόσμενη Επίσκεψη Γ'

699 116 13
                                    

Η Νάντια κατέβηκε δύο δύο τα σκαλιά και άνοιξε την εξώπορτα. Κρύος αέρας χτύπησε το πρόσωπο της. Έτρεμε ολόκληρη από τον θυμό.

"Κλείσε την πόρτα, κάνει κρύο!" Γύρισε και είδε την Ειρέν να είναι αγκαλιά με τον Τζο στον καναπέ. Δεν τους είχε προσέξει καθόλου. Έκλεισε με φόρα την πόρτα και την κλείδωσε. Πήγε στην κουζίνα και έβαλε ένα ποτήρι παγωμένο νερό.
"Όλα καλα; Φαίνεσαι αναστατωμένη."

"Θα είμαι μια χαρά. Εσύ βρήκες ότι χρειαζόσουν στο μπάνιο;" Ο Τζο χαμογέλασε πονηρά στην Ειρέν και έχωσε το πρόσωπό του μέσα στα νωπά μαλλιά της. Μα γιατί είναι νωπά; Πλησίασε πιο κοντά και είδε ότι και τα ρούχα της ήταν βρεγμένα ενώ ο Τζο φόραγε ακόμα το μακό γκρι μπλουζάκι του, που τόνιζε τα πράσινα μάτια του. Δεν είχε αλλάξει, αντιθέτως έμοιαζε πιο βρεγμένος από πριν. Η Ειρέν είχε ανασηκώσει ελάχιστα την μπλούζα του και είχε βάλει το χέρι της από μέσα χαϊδεύοντας την ραχοκοκαλιά του.

"Ο ιδιόρρυθμος φίλος μου που ειναι;"

"Πάνω, τον άφησα να κάνει μπάνιο. Ελπίζω να πνιγεί κατά την διάρκειά του..." Είπε χωρίς να πάρει το βλέμμα της από την Ειρέν. Περίμενε ένα νεύμα, κάτι, οτιδήποτε, που να επιβεβαιώνει αυτό που φανταζόταν.

Ο Τζο έσμιξε τα φρύδια του. "Τι έκανε πάλι;"

"Τίποτα. Το λάθος ήταν δικό μου. Θέλετε κάτι να φάτε; Πρέπει να πεινάτε." Ειπε αδιάφορα, περιμένοντας από την επί δεκαέξι χρόνια κολλητή της να πιάσει το υπονοούμενο. Η Ειρέν κοίταξε με νωχελικό βλέμμα την φωτιά, θυμίζοντας χουζούρικο γατάκι.

"Θα φτιάξω εγώ κάτι." Είπε ο Τζο και σηκώθηκε. "Αλλά πρώτα θέλω να καλέσω έναν γερανό για το αυτοκίνητο."

"Το σταθερό είναι δίπλα στην φρουτιέρα, στο πάσο." Του είπε δείχνοντας προς την κατεύθυνση του. Αυτός έριξε μια τελευταία μάτια στην Ειρέν - η οποία διαμαρτυρόταν που έφυγε από δίπλα της - και σήκωσε το σταθερό.

Η Νάντια έσπευσε να βολευτεί στην θέση δίπλα της και την κοίταξε επίμονα. Η Ειρέν χαμογέλασε απαλά. Ήταν σαν να είχε κάνει τα καλυτερα ναρκωτικά του κόσμου και είχε χαθεί κάπου στην Χώρα του Ποτέ. Έγειρε το κεφάλι της στον ώμο της Νάντια και γουργούρισε κάτι που έμοιαζε με κάνει τρομερό έρωτα. Η Νάντια χαμογέλασε και δεν της μίλησε άλλο. Ήξερε ότι η Ειρέν θα της έλεγε οτιδήποτε μόνο όταν θα ήταν έτοιμη. Την πήρε αγκαλιά και έμειναν εκεί σιωπηλές. Η μια ερωτευμένη, η άλλη πληγωμένη. Καμία δεν χρειαζόταν να πει κάτι. Τα ήξεραν όλα με ένα νεύμα.

Η Τελευταία ΖωήWhere stories live. Discover now