34. The truth about her (part 2)

3.7K 159 9
                                    

Ο χρόνος για την Μέγκαν είχε σταματήσει. Ένιωθε τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια της ακούγοντας τα λόγια του πατέρα της ενώ το μυαλό της βούιζε σαν τα ήταν έτοιμο να σπάσει. Έβλεπε τα πάντα γύρω της θολά και στα αυτιά της μπορούσε να ακούσει μόνο τις διστακτικές δόσεις ανάσας που έβγαιναν από τα πνευμόνια της. Έμεινε να κοιτάζει το πάτωμα αμίλητη ενώ τα βλέφαρα της ήταν τόσο βαριά που ένιωθε τα μάτια της να κλείνουν. Τα δευτερόλεπτα μετρούσαν διαφορετικά για αυτήν. Δεν μπορούσε να σκεφτεί απολύτως τίποτα. Η φωνή του μυαλού της επαναλάμβανε δυνατά, ξανά και ξανά τα τελευταία λόγια του πατέρα της, σαν έναν ατέρμονο βρόγχο.Μια βασανιστική επανάληψη. Πάνε να αγκαλιάσεις την παραλίγο οικογένεια σου γλυκιά μου. Από δίπλα η παραλίγο αδερφούλα σου.  Από εδώ το αρχίδι που κρατούσε καμιά δεκαπενταριά χρόνια κρυφή σχέση με την μάνα σου. Κρυφή σχέση με την μάνα σου. Κρυφή. ΚΡΥΦΗ! Το αρχίδι. Η παραλίγο αδερφούλα σου. Με την μάνα σου. Η μάνα σου! Κρυφή σχέση με την μάνα σου!

Η Μέγκαν ανοιγόκλεισε αργά και βασανιστικά τα βλέφαρα της και χωρίς να πει τίποτα σήκωσε το βλέμμα της προς την Αμάντα. Και έπειτα προς τον Σεμπάστιαν. Μετά ξανά προς την Αμάντα. Οι όψεις τους έμοιαζαν με παγωμένα αγάλματα. Ακούνητα αμίλητα και αγέλαστα. Έβλεπε τα πάντα γύρω της σε σλοου μόσιον. Σαν να έδινε χρόνο στον εαυτό της να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς είχε ακούσει. Ο Σεμπάστιαν κοιτούσε την Μέγκαν στα μάτια. Ήθελε πολύ να της μιλήσει, να της εξηγήσει, να της δώσει μία απάντηση στα άπειρα ερωτιματικά που υπέθετε ότι θα είχε η μαυρομάλλα κοπέλα. Αλλά όχι τώρα. Οχι μπροστά στον πατέρα της. Το μόνο που θα κατάφερνε αν άνοιγε το στομα του θα ήταν να πλακωθεί στις μπουνιές με τον κύριο Μπράουν. Η Αμάντα άφησε το χέρι του πατέρα της βλέποντας την ταλαιπωρημένη όψη της Μέγκαν. Φαινόταν σαν να είχε σκάσει κάποια πυρηνική βόμβα μπροστά της και η ίδια να κάνει υπερπροσπάθειες να επανέλθει στην πραγματικοτητα αποφεύγοντας την φωτιά. Πλέον ήξερε όλη την αλήθεια για την μητέρα της. Η γυναίκα που την μεγάλωσε με τόση αγάπη είχε διπλή ζωή. Ανέκαθεν. Από πάντα. Με τον πατέρα της Αμάντα. Της Αμάντα. Αυτής που πήγε και ερωτεύτηκε. Αυτής που το όνομα της ήταν γραμμένο πάνω στην καρδιά της. 

Η Μέγκαν κάρφωσε το βλέμμα της πάνω στην Αμάντα. Απομόνωσε την παρουσία της. Σαν να βρίσκονταν οι δυο τους στον χώρο. Χωρίς τον Σεμπάστιαν, χωρίς τον πατέρα της, χωρίς τις μπαλαρίνες, χωρίς τους δημοσιογράφους. Μόνο αυτή και η Αμάντα. Οι δυο τους σε ένα κενό δωμάτιο, αντικριστά η μία απέναντι από την άλλη. Ποια είναι αυτή; Την ξέρω; Ποια είσαι; Δεν σε ξέρω. Μάλλον ποτέ δεν σε ήξερα. Ερωτευτηκα ενα φανταστικό πρόσωπο που δεν υπάρχει. Εγώ το έπλασα στο μυαλό μου. Έγω σε δημιούργησα. Εσένα που βρίσκεσαι απέναντι μου δεν σε ξέρω. Μου είσαι κάποια άγνωστη. Η δικιά μου Αμάντα ποτέ δεν θα το έκανε αυτό. Ποτέ δεν θα μου έκρυβε κάτι τέτοιο. Στον διάδρομο επικρατούσε απόλυτη σιγή , κανείς δεν μιλούσε μετά από την «βόμβα» που έσκασε στα αυτιά τους από το στόμα του κύριου Μπράουν. Όλοι κοιτούσαν την Μέγκαν και η Μέγκαν κοιτούσε μόνο την Αμάντα. Κανείς από τους παρευρισκόμενους δεν είχε καταλάβει ότι η Μέγκαν μέσα της υπέφερε. Υπέφερε όχι για τα μυστικά που τόσα χρόνια της έκρυβε ο πατέρας της, αλλά για τα μυστικά που της έκρυβε η κοπέλα που ερωτεύτηκε.

Με δυο βλέμματα Where stories live. Discover now