8ο Κεφάλαιο

997 121 3
                                    

Ξύπνησα ξημερώματα. Ούτε καν είχε ανατείλει ο ήλιος. Ήμουν ανήσυχη όλο το βράδυ. Έπαιζα το χθεσινό σκηνικό συνέχεια στο μυαλό μου. Μα τι σκεφτόμουν και πήγα να τον φιλήσω; 'Δεν είσαι έτσι εσύ, Αμέλια.' είπα στον εαυτό μου. Τώρα θα νόμιζε, πως ήμουν κάποια που την έπεφτε στον καθένα.

Αυτά σκεφτόμουν καθώς ξάπλωνα στο κρεβάτι και περίμενα να ξημερώσει. Μετά από αιώνες, άρχισα να ετοιμάζομαι και στις οκτώ παρά δέκα ήμουν στην τραπεζαρία. Κάθισα σε μια τυχαία καρέκλα, ενώ τα μάτια μου έκλειναν. Κάλυψα με τα χέρια μου το πρόσωπό μου και έβγαλα έναν αναστεναγμό.

"Εμένα μου λες;" ακούγεται μια γνωστή φωνή δίπλα μου. Σηκώνω το κεφάλι και βλέπω την Άντελαϊν να κάθεται στη διπλανή θέση.

"Δεν έκλεισα μάτι." της είπα.

"Πάλι τα ίδια;" ακούστηκε άλλη μια φωνή από πίσω μου.

"Τι εννοείς Μπεν;" ρώτησε η Άντελαϊν. Ωχ...

"Απλά την είχα ρωτήσει χθες γιατί έχει συνέχεια μαύρους κύκλους και μου είπε πως είχε αϋπνίες." το έσωσε κάπως.

"Μα τι τζέντλεμαν!" είπε ειρωνικά η Άντελαϊν, ενώ τον κοίταξε αγανακτισμένη... Που να 'ξερε.

"Ξέρει κανείς πως είναι η Λουίζ;" ρώτησε ο Νίκολας καθώς κάθησε απένταντί μας. Δεν κοίταξα καθόλου προς την μεριά του, γιατί αν το έκανα θα γινόμουν κατακόκκινη.

"Ναι! Πήγα να την δω πριν έρθω... Είναι πολύ καλύτερα και ήδη σε μερικές μέρες, θα αρχίσει ξανά μαθήματα." μας ενημέρωσε ο Κρίστιαν.

Χάρηκα για την Λουίζ. Φαινόταν καλή κοπελα και την συμπάθησα.

"Σήμερα μιας και δεν έχουμε μάθημα, δεν παίζουμε κανένα παιχνίδι στην αίθουσα ψυχαγωγίας;" πρότεινε ο Μαξ, που είχε πάθει ψύχωση με αυτή την αίθουσα.

"Ναι! Γιατί όχι;" είπε ο Κρίστιαν και συμφώνησαν και οι υπόλοιποι.

"Εγώ πρέπει οπωσδήποτε να τελειώσω τις εργασίες μου, αλλά καλά να περάσετε." τους είπα και ανέβηκα στο δωμάτιο. Ήταν αρκετά καλή δικαιολογία, για να μείνω μακριά από τον Νίκολας, όμως ήξερα πως δεν γινόταν να τον αποφεύγω για πάντα.

Πέρασα όλο το πρωινό και το μεσημεριανό στο δωμάτιο. Ζήτησα μέχρι και από την Ελίζ να μου φέρει φαγητό στο δωμάτιο, αφού πήρα άδεια από τον βασιλιά. Ήμουν τέρμα κουρασμένη και το μόνο που ήθελα ήταν να κοιμηθώ.

Με το που ξάπλωσα στο κρεβάτι, χτύπησε το ρημαδοτηλέφωνό μου! Κάποιος με καλούσε με απόκρυψη. Ποτέ δεν σήκωνα τηλέφωνα με απόκρυψη οπότε το έκλεισα και έκλεισα τα μάτια μου. Όμως ξαναχτύπησε και το ξαναέκλεισα. Μετά την τέταρτη φορά το σήκωσα, γιατί η υπομονή μου είχε και ένα όριο.

The Heir/Η ΔιάδοχοςWhere stories live. Discover now