5

805 92 20
                                    

Για την Όλια η ίδια μέρα είχε ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς. Το πρωί αυτό ήταν πολύ διαφορετικό σε σχέση με τα προηγούμενα κι αυτό επειδή ο Ορέστης είχε περάσει τη νύχτα στο σπίτι της. Ήταν εκείνη που του το πρότεινε κι αυτός άρπαξε αμέσως την ευκαιρία. Λίγο πριν ξαπλώσουν έλεγξαν παρέα για τελευταία φορά το δωμάτιο στο οποίο θα κοιμόταν η Νέλλη, αν φυσικά την έπειθαν να έρθει και να μείνει στο σπίτι. Η Όλια ξύπνησε γύρω στις οχτώ και διαπίστωσε πως ο Ορέστης είχε ήδη κατέβει στην κουζίνα, αφού η δυνατή μυρωδιά του καφέ τον πρόδιδε ανελέητα. Χαμογέλασε κι έκανε στην άκρη το λεπτό σεντόνι με το οποίο σκεπαζόταν. Δεν ήταν κι άσχημη η νύχτα στην αγκαλιά του... Μπήκε στο μπάνιο και τρίφτηκε με το σαπούνι λεβάντας. Μετά, έβαλε μια πλούσια ενυδατική κρέμα στο πρόσωπο της που είχε άρωμα σταφυλιών και πήγε να τον βρει. Εκείνος καμώθηκε πως δεν την είχε δει, αν και οι γωνίες του στόματος του είχαν ήδη σχηματίσει ένα παιχνιδιάρικο πλατύ χαμόγελο. Η Όλια τον αγκάλιασε δοκιμαστικά κι εκείνος την άδραξε γερά.

-Για δες τι θαύματα κάνει ο επαγγελματισμός, στις δέκα δεν είναι να δεχτείς την κλήση του κυρίου Καρίνι ή του Ανδρέα τέλος πάντων; Η Όλια γέλασε και του έδωσε μια σπρωξιά.

-Ναι αλλά μου έλειψε η συντροφιά σου, εσύ συγκεκριμένα δεν πρέπει να λες κουβέντα για τον επαγγελματισμό. Ξέρω εγώ πόσο ξενυχτάς όταν δεν είμαι κοντά να σε προσέχω. Ο Ορέστης ανασήκωσε ένα φρύδι κι έβαλε μπρος από τη μύτη της μια κούπα με καφέ που μοσχοβολούσε βανίλια. Ευτυχώς δεν ήταν αυτή του Λύσανδρου.

-Τότε καλά θα κάνεις να μένεις πιο συχνά κοντά μου επειδή ναι, το παραδέχομαι πως χρειάζομαι σοβαρή επίβλεψη. Το κουδούνι της πόρτας διέκοψε τα τρυφερά αυτά πειράγματα κι ο Ορέστης πήγε να ανοίξει. Ένα λεπτό αργότερα τοποθετούσε στα χέρια της Όλιας ένα μεγάλο κουτί.

-Σαν να μου φαίνεται πως κάτι είχες παραγγείλει. Εκείνη έσφιξε το κουτί με δύναμη κι αμέσως μετά άρχισε να το ανοίγει.

-Μα βέβαια, ένα άρωμα με λεβάντα και μανταρίνι... Αχ να το, δες το μπουκάλι... Ο ορέστης κάθισε δίπλα της κι άρχισε να της το περιγράφει βοηθώντας την παράλληλα να το διατρέξει με τα δάχτυλα της.

-Έχει σχήμα κώνου, να το... Και στην κορυφή κάτι που μοιάζει με λουλούδι γεμάτο πέταλα, δες το...

Στις δέκα παρά τέταρτο η Όλια που είχε ντυθεί για να είναι έτοιμη, λούστηκε με το άρωμα και θρονιάστηκε μπροστά στον υπολογιστή της. Είχε μελετήσει με προσοχή τα αρχεία που της είχε στείλει ο σκηνοθέτης της ταινίας και είχε ακούσει την ηχογραφημένη φωνή της Ντονατέλλα να απαγγέλλει η ίδια λίγους από τους τελευταίους της στίχους. Το ηχόχρωμα της ήταν ιδιαίτερα πλούσιο και η Όλια κατάλαβε από την πρώτη στιγμή πως θα μπορούσε να κάνει πάρα πολλά για την επικείμενη ταινία. Ο Ανδρέας κάλεσε στην ώρα του και σύντομα βρέθηκε να συνομιλεί μαζί του ανάλαφρα και παραγωγικά μαζί. Μετά από μερικά μόλις λεπτά εντάχθηκε στην συζήτηση κι ο Ορέστης ο οποίος βοήθησε πολύ με την πρακτικότητα και τις πολλές του γνώσεις. Την άλλη μέρα νωρίς το απόγευμα θα βοηθούσε την Όλια να πάει στην «Κυψέλη» για να συναντήσει τόσο τον Ανδρέα όσο και τον ίδιο τον επιχειρηματία. Επρόκειτο για ένα πεντάστερο ξενοδοχείο της πόλης το οποίο δεν είχε επισκεφθεί ποτέ στο παρελθόν. Η κουβέντα κράτησε είκοσι λεπτά κι όταν τελείωσε της άφησε μια έντονη γεύση προσμονής καθώς και μια ακόμη εντονότερη επιθυμία να στρωθεί στη δουλειά.

Για τα μάτια της ΌλιαςWhere stories live. Discover now