24

451 65 3
                                    

Η Όλια δεν κατάλαβε αμέσως πως είχε αρχίσει να κλαίει όσο διάβαζε κι αυτό επειδή όλες τις οι αισθήσεις είχαν συγχωνευτεί σε μία, είχαν μετατραπεί σε μια φωτεινή αντίληψη που ήταν φτιαγμένη από κομμάτια ψυχής και μυαλού. Νόμιζε πως άκουγε μέσα στα αφτιά της τη φωνή της Νέλλης να της λέει όλα όσα διάβαζε μόνη της. Σηκώθηκε να βάλει λίγο νερό, ήπιε λαίμαργα το ποτήρι και μετά κάθισε κάτω. Τα δάκρυα της έσταζαν στον λαιμό και στο στήθος της και όταν το κατάλαβε προσπάθησε να τα σκουπίσει με το μανίκι της. Οι βιολογικοί της γονείς ήταν εκεί, σχεδόν μπροστά της, ήταν λες και μπορούσε να τους αγγίξει. Αλήθεια, πώς να έμοιαζαν άραγε; Εντάξει, της τους είχε περιγράψει ο Ορέστης όσο καλύτερα μπορούσε μα δεν ήταν το ίδιο με το να τους άγγιζε... Κάποτε έπαψαν να κυλάνε τα δάκρυα κι άρχισαν να μετατρέπονται σε ένα έντονο κάψιμο που απλωνόταν τόσο στο κεφάλι όσο και σε ολόκληρο το πρόσωπο της. Είχε αρχίσει όμως να μαθαίνει και δεν ήθελε να σταματήσει ακόμη κι αν θα την εξουθένωνε τόσο πολύ σωματικά και συναισθηματικά η ανάγνωση. Για αυτό πήρε πάλι το δεύτερο γράμμα στα χέρια της και συνέχισε να διαβάζει από εκεί που είχε μείνει:

«Την ιστορία των γονιών σου την έμαθα από μια συμφοιτήτρια και συνάδελφο μου που έτυχε να είναι καλή πελάτισσα του καταστήματος με τα καλλυντικά στο οποίο εργαζόταν η μητέρα σου. Την είχε συμπαθήσει από την αρχή σχεδόν, ήταν βλέπεις γλυκιά και ντροπαλή η Ελένη, ιδιαίτερα εξυπηρετική όμως με τους πελάτες. Λίγο καιρό πριν σταματήσει να δουλεύει εκεί, την είδε η συνάδελφος μου να σκουπίζει βιαστικά τα μάτια της τη στιγμή που έμπαινε στο μαγαζί. Άλλος κόσμος δεν υπήρχε κι έτσι διακριτικά της έπιασε την κουβέντα. Στην αρχή η Ελένη της έλεγε πως δε συνέβαινε τίποτα σοβαρό αλλά ύστερα από λίγο έσπασε κι άρχισε να κλαίει στ'αλήθεια. Την πρόδωσε βλέπεις και η ίδια της η εγκυμοσύνη που δεν ήταν και ιδιαίτερα εύκολη. Αφού η φίλη μου είχε σπουδάσει κοινωνική λειτουργός, ήξερε πολύ καλά να το χειριστεί το θέμα και της εξήγησε πως όσο μεγάλες κι αν της φάνταζαν οι δυσκολίες, οι λύσεις ήταν πάντα εκεί, έτοιμες να μπουν σε εφαρμογή. Η κοπέλα την ευχαρίστησε προσπαθώντας ακόμη να κουκουλώσει την κατάσταση, και κάνοντας τα πάντα για να της δώσει να καταλάβει πως δεν αντιμετώπιζε τόσο σοβαρό πρόβλημα όπως την είχε αφήσει ενδεχομένως να καταλάβει. Δε χρειάζεται βεβαίως να σου πω μάτια μου πως η Αγγελική, η φίλη μου, δεν πείστηκε διόλου. Η Ελένη καταγόταν από το χωριό όπως και οι περισσότεροι άλλωστε από εμάς, αλλά είχε ακόμη βαθιά μέσα της ριζωμένες και πολλές από τις νοοτροπίες του. Επειδή δεν ήθελε να την τρομάξει, άφησε να περάσουν λίγες μέρες και μετά την επισκέφθηκε πάλι στο μαγαζί δήθεν για να αγοράσει ένα καινούριο σετ με κρέμες για το σώμα. Μου είπε μετά που ήρθε στο σπίτι μου για να μου εξιστορήσει τα πάντα πως η Ελένη της φάνηκε χλομή και κουρασμένη. Δεν τη ρώτησε τίποτα, μόνο πήρε τα ψώνια της κι έφυγε. Φρόντισε ωστόσο μαζί με τα λεφτά να αφήσει δήθεν τυχαία στο ταμείο μια επαγγελματική της κάρτα. Είχε βλέπεις ήδη αρχίσει να σκέφτεται πως θα μπορούσε να μην τη βρει εκεί την επόμενη φορά που θα περνούσε για να αγοράσει κάτι. Η μητέρα σου την κάλεσε στο γραφείο της δύο εβδομάδες αργότερα. Έτρεμε μου είπε η φωνή της κι είχε πάλι αρχίσει να κλαίει όταν τη ρώτησε αν θα μπορούσαν να συναντηθούν κάπου έξω. Η Αγγελική που δεν ξαφνιάστηκε, την παρακάλεσε να ηρεμήσει και την κάλεσε στο γραφείο της. Πήγε την άλλη μέρα και αφού πείστηκε πως εκείνη ήταν αξιόπιστη της διηγήθηκε ολόκληρη την ιστορία της. Εκατό φορές της μίλησε για τη σχέση της με τον πατέρα σου που είχε λήξει άδοξα, καθώς και για το γεγονός πως εκείνος έλεγε πως εξακολουθούσε να την αγαπάει αλλά πως τρόπος να είναι μαζί του πια δεν υπήρχε. Μετά, της αποκάλυψε και την εγκυμοσύνη της λες και δεν ήταν παραπάνω από εμφανής. Η Αγγελική ανιχνευτικά και διερευνητικά άρχισε να τη ρωτάει για την αντιμετώπιση που είχε από την οικογένεια της. Η Ελένη της απάντησε πως οι γονείς της ήταν καλοί άνθρωποι αλλά πως εκείνη για κανένα λόγο δε θα τους επιβάρυνε με το μωρό οικονομικά. Άλλωστε εκείνη που είχε αρχίσει να μη νιώθει και πολύ καλά δε θα μπορούσε να συνεχίσει να δουλεύει για πολύ. Το είχε αποφασίσει να δώσει το μωρό για υιοθεσία. Η Αγγελική της έδωσε τα πρώτα στοιχεία για τη διαδικασία αυτή προκειμένου να γίνουν όλα σωστά και μετά τη ρώτησε αν ήθελε να κάνει μια προσπάθεια για να μεταφερθεί εκείνη σε κάποιο ίδρυμα που φιλοξενούσε κι άλλες κοπέλες στην κατάσταση της ίδιας. Πάλι ταράχτηκε η Ελένη, δεν ήθελε να φύγει από το σπίτι της, ντρεπόταν... Δυσκολευόταν βλέπεις να αποδεχτεί πως στις μεγάλες πόλεις οι εγκυμοσύνες εκτός γάμου αποτελούσαν μια αδιάφορη ρουτίνα. Όσο για το ζήτημα της υιοθεσίας, θα έδινε το μωρό αρκεί της είπε να ήταν βέβαιη πως η γυναίκα που θα αναλάμβανε να το μεγαλώσει θα ήταν καλή, και δε θα είχε άλλα παιδιά. Μόνο αυτό τον όρο έθεσε, μετά πήρε την τσάντα της κι έφυγε από εκεί μέσα σαν κυνηγημένη, αγνοώντας το γεγονός πως και η αντίδραση της αυτή ήταν πλήρως αναμενόμενη. Τότε η Αγγελική μου τηλεφώνησε λέγοντας μου πως ακόμη κι αν είχα του κόσμου τις δουλειές να κάνω εκείνη τη μέρα θα έπρεπε να τις αναβάλλω όλες. Δεν της έκανα ερωτήσεις αφού την εμπιστευόμουν πολύ όπως κι εκείνη άλλωστε. Ακύρωσα λοιπόν επαγγελματικά και προσωπικά ραντεβού και πήγα στην αγαπημένη μας καφετέρια. Δε φαντάζεσαι πόσο περίεργα νιώθω τώρα που τα μοιράζομαι μαζί σου όλα αυτά, είναι εκπληκτικό το πόσο έντονα τα ξαναζώ όλα φέρνοντας τα στη μνήμη μου».

Για τα μάτια της ΌλιαςWhere stories live. Discover now