18

479 65 10
                                    

Δέκα μέρες έμειναν η Όλια με τον Ορέστη στο ίδιο ξενοδοχείο. Στην πραγματικότητα μόνο για ύπνο το επισκέπτονταν αφού όλη την υπόλοιπη μέρα την περνούσαν είτε στην κλινική είτε στα τριγύρω καταστήματα, όταν δεν ήταν δυνατό να κάνουν παρέα στη Νέλλη. Ο οργανισμός της ανταποκρινόταν πολύ καλά στα φάρμακα, ενώ όλες οι ενδείξεις γενικότερα ήταν ενθαρρυντικές. Ιδίως τις πρώτες μέρες πονούσε αρκετά λόγω της επέμβασης, κι έτσι λόγω των παυσίπονων που της χορηγούσαν κοιμόταν αρκετές ώρες, κι όταν ξυπνούσε ελαφρά ζαλισμένη χρειαζόταν κάμποσο χρόνο για να μπορέσει να μιλήσει με συνοχή. Την παρουσία όμως και των δυο στο πλευρό της την αποζητούσε με κάθε τρόπο που μπορούσε. Από την Τρίτη μέρα και μετά, τα πράγματα άρχισαν να βελτιώνονται αισθητά, κι αυτό επειδή οι δόσεις του παυσίπονου μειώθηκαν κι έτσι το μυαλό της ήταν πιο καθαρό. Η Όλια λοιπόν μαζί με τον Ορέστη βρήκαν την ευκαιρία να αναπληρώσουν τον χαμένο χρόνο και να κουβεντιάσουν μαζί της για ένα σωρό θέματα, αποκλειστικά και μόνο ευχάριστα, αφήνοντας στην άκρη την ίδια την ασθένεια. Η Νέλλη ζητούσε από τον Ορέστη να της μιλήσει εκτενώς για τη δική του εταιρεία συμβουλών και προγραμματισμού που έστηνε, κι από την Όλια να της αφηγείται κομμάτια ολόκληρα από τις κουβέντες που είχε κάνει εκείνη με τη Ντονατέλλα στην Ιταλία. Δυο φορές την ημέρα πήγαιναν μαζί στο γραφείο του γιατρού της Νέλλης κι ενημερώνονταν διεξοδικά για την εξέλιξη της υγείας της. Εκείνος όπως κι από την πρώτη φορά τους μιλούσε και τώρα με συγκρατημένη αισιοδοξία. Αμέσως μόλις συνερχόταν κάμποσο ακόμη εκείνη, θα συνέχιζαν να της κάνουν εξετάσεις για να βεβαιωθούν πως δεν υπήρχε καμία άλλη εστία του κακού μέσα της. Η Όλια είχε αρχίσει να νιώθει καλύτερα μετά από τα λόγια του αυτά και ούτε που την απασχολούσε ο χρόνος που περνούσε, δεν ίσχυε όμως κι ακριβώς το ίδιο πράγμα και για τον Ορέστη. Δεν υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα να της προτείνει να γυρίσουν πίσω στην Αθήνα για να κάνει την έναρξη στη νέα του δουλειά, τα ηλεκτρονικά του όμως μηνύματα που λάμβανε σε όλες τις ώρες της μέρας πύκνωναν. Η Όλια που το κατάλαβε, του πρότεινε ένα βράδυ που ετοιμάζονταν να πέσουν για ύπνο να επιστρέψει στην Αθήνα. «Λογικά δε θα αργήσω να σε ακολουθήσω κι εγώ Ορέστη μου, τα πράγματα πάνε καλά εδώ θέλω να ελπίζω». Εκείνος αρκέστηκε να κλείσει τον φορητό του υπολογιστή και να την πάρει στην αγκαλιά του. «Δεν πάω πουθενά χωρίς εσένα. Δε θα σε άφηνα μόνη για καμιά δουλειά, είτε έβλεπες είτε όχι, το θέμα έκλεισε».

Τελικά ήταν η Νέλλη που άρχισε να τους παροτρύνει να φύγουν όταν έκλεισε η πρώτη εβδομάδα μετά το χειρουργείο. «Δε θέλω να βάζετε τις ζωές σας στον πάγο, έχετε δουλειές σημαντικές και οι δυο. Εσύ Ορέστη ξεκινάς κάτι καινούριο, όσο για την Όλια, έχει να γράψει μουσική για δυο ταινίες κι αυτό από μόνο του μόνο εύκολο δεν είναι. Κι έπειτα, έπειτα πρέπει πάντα να περνάτε χρόνο ο ένας με τον άλλο, γιατί μόνο έτσι βοηθάτε τη σχέση σας να ανθίσει, κι ο χρόνος περνάει, και δε γυρίζει πίσω»...

Για τα μάτια της ΌλιαςWhere stories live. Discover now