13

564 73 13
                                    

Όταν μπήκε στο σπίτι της η Ηλέκτρα το επόμενο πρωί, δε μπορούσε να το πιστέψει πως είχε βγει αλώβητη από την ιστορία αυτή κι εκείνη αλλά και το μωρό. Ο Λύσανδρος είχε προσφερθεί να τη βοηθήσει να τακτοποιηθεί αλλά εκείνη του είχε χαμογελάσει λέγοντας του πως αν παρέμενε εντελώς αδρανής για λίγο ακόμη τότε στα σίγουρα κάτι θα πάθαινε. Κι έτσι, αφού έβγαλε τα λίγα ρούχα από τη βαλίτσα που της είχε ετοιμάσει εκείνος, του είπε πως θα πήγαινε να κάνει ένα ωραίο χαλαρωτικό μπάνιο. Οι γιατροί δεν της είχαν πει πως θα έπρεπε να μείνει ξαπλωμένη στο κρεβάτι, μόνο πως θα ήταν καλό να είναι προσεκτική γενικότερα και να αποφεύγει να κάνει πολλές δουλειές. Βέβαια σπάνια έκανε τα πάντα μόνη της, αλλά τον τελευταίο καιρό της περνούσαν διάφορες σκέψεις από το μυαλό, όπως το πόσο χαρούμενη θα ήταν αν φρόντιζε εντελώς μόνη της τον Λύσανδρο και το μωρό. Τον είδε να κλείνεται στο γραφείο του και πήρε την απόφαση να τον ρωτήσει με τι ακριβώς είχε καταπιαστεί, μην έχοντας ιδέα πως την κουβέντα θα την άνοιγε από μόνος του πάρα πολύ σύντομα. Κλειδώθηκε λοιπόν στο ωραίο της μπάνιο με τα ροζ πλακάκια και πριν πετάξει από πάνω της τα ρούχα της, έβγαλε από την τσέπη της το κινητό της. Η αγωνία μήπως κάνει τίποτα απερίσκεπτο ο Αντώνης την κατέτρωγε σε όλη τη διάρκεια της παραμονής της στην ιδιωτική κλινική, και για αυτό και μόνο είχε ζητήσει από τον Λύσανδρο να της δώσει το τηλέφωνο της. Το είχε βάλει στο αθόρυβο ενεργοποιώντας αμέσως μετά το ξεκλείδωμα μόνο με το δακτυλικό της αποτύπωμα, το οποίο γενικά ούτε της άρεσε άρα ούτε και το χρησιμοποιούσε. Μα δεδομένων των περιστάσεων δεν είχε κι άλλη επιλογή. Του έριξε τότε μια ματιά κάποια στιγμή που είχε βγει ο Λύσανδρος για να φέρει φαγητό αλλά δεν είχε βρει τίποτα δικό του, μόνο που δεν έγινε το ίδιο και τώρα. Ο Αντώνης της είχε στείλει ένα ηλεκτρονικό μήνυμα με ένα συνημμένο και λίγες γραμμές από κάτω. Η Ηλέκτρα άνοιξε τη βρύση στο τέρμα λες και μπορούσε η εικόνα να φτάσει μέχρι τον Λύσανδρο με τα ηχητικά κύματα κι ετοιμάστηκε να το διαβάσει. Είχε υποσχεθεί τόσο στον Λύσανδρο όσο και στους γονείς της που είχαν έρθει δυο φορές να τη δουν στην κλινική μιας και η μητέρα της είχε γυρίσει εσπευσμένα, πως δε θα έμπαινε πια σε μπελάδες και πως όλα θα πήγαιναν καλά. Έτσι, μόλις ηρέμησε λίγο διάβασε το μήνυμα:

«Τι κάνεις πριγκιπέσσα; Ένα πουλάκι μου είπε πως μπήκες στο νοσοκομείο, για ποιο λόγο; Ήθελα να έρθω να σε δω αλλά το ξέρω πως διόλου δε θα την εκτιμούσατε την επίσκεψη μου εκεί ούτε κι εσύ ούτε και η οικογένεια σου. Γράψε μου αμέσως μόλις νιώσεις καλύτερα γιατί δε θέλω να δεχτείς ενοχλητικές κλήσεις από άγνωστο αριθμό μέσα στη νύχτα. Τι σου συνέβη; Για δες, αυτό δεν σου φαίνεται καθώς πρέπει; Έχω την πεποίθηση πως ίσως και να ικανοποιήσει τα εκλεκτικά γούστα του πατέρα σου».

Για τα μάτια της ΌλιαςWhere stories live. Discover now