11

579 77 11
                                    

Οι επόμενες δέκα μέρες για την Ηλέκτρα πέρασαν μέσα σε ένα κλίμα υπερέντασης κι ανησυχίας. Το μυαλό της το ένιωθε σκορπισμένο σε χίλια κομμάτια. Από τη μια έπρεπε να κάνει όλες τις απαραίτητες εξετάσεις για να διαπιστωθεί για άλλη μια φορά πως τόσο η ίδια όσο και το μωρό έχαιραν άκρας υγείας, κι από την άλλη δεν έλεγε να φύγει από μέσα της και η σκέψη του Αντώνη καθώς και η υπόσχεση που του είχε δώσει. Παράλληλα είχε αρχίσει να ψάχνει και τρόπους να περάσει τη μέρα της, όμως απέρριπτε αμέσως την κάθε ιδέα που της ερχόταν. Κι αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να καταλήγει να περιφέρεται για το μεγαλύτερο μέρος της μέρας μέσα στο ωραίο της σπίτι, εκτός αν έβγαινε για να κάνει μια βόλτα στα αγαπημένα της εμπορικά καταστήματα. Και μέσα σε όλα αυτά την προβλημάτιζε και η συμπεριφορά του Λύσανδρου απέναντι της. Εξακολουθούσε να τη φιλάει σπάνια στα χείλη όμως δεν παρέλειπε να της μιλάει τρυφερά και να της προτείνει σχεδόν καθημερινά να κάνουν μια βόλτα μαζί. Κι εκτός από αυτά εκείνος εξακολουθούσε να κλείνεται τα βράδια σε έναν εντελώς δικό του κόσμο στον οποίο το ένιωθε εύκολα η Ηλέκτρα πως δε χωρούσε να μπει παρά τις προσπάθειες της που έπαιρναν σταδιακά μια χροιά απελπισίας.

Τελικά ο γιατρός της έδωσε τη συγκατάθεση του να ταξιδέψει αεροπορικά για την Ιταλία δυο μέρες πριν την προγραμματισμένη τους αναχώρηση, κι αυτό ήρθε τουλάχιστον να την κάνει να χαρεί. Για κανέναν λόγο δεν ήθελε να αφήσει μόνο τον Λύσανδρο με την Όλια παρά τα όσα του είχε πει. Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ωστόσο ακριβώς όπως τα επιθυμούσε.

Την παραμονή του ταξιδιού, πήρε η Ηλέκτρα την απόφαση να επισκεφθεί τον πατέρα της στο σπίτι του. Ο βουλευτής, ήταν ένας κοντός κι ελαφρά παχύς άνδρας που κόντευε να κλείσει τα εξήντα. Πριν ανακατευτεί με την πολιτική και τα κοινά ακολουθούσε λαμπρή καριέρα ακαδημαικού, ήταν μαθηματικός και η τάξη βασίλευε στο σπίτι του με έναν τρόπο που περιείχε αναμφίβολα κάτι σαν εμμονή μέσα του. Ακόμη και η Ηλέκτρα κάθε φορά που πατούσε το πόδι της στο γραφείο του σχεδόν αγχωνόταν για το αν ήταν πεντακάθαρα τα παπούτσια της. Ήξερε πως όσο κι αν δεν το ήθελε, θα της ήταν αδύνατο να αγνοήσει τα λόγια του Αντώνη, ο οποίος είχε επιλέξει ακριβώς το προηγούμενο βράδυ για να της στείλει ένα γραπτό μήνυμα στο facebook απλά για να της υπενθυμίσει την επανένταξη του στη ζωή της:

«Λοιπόν πριγκιπέσσα, πώς τα πας; Είχα την ελπίδα πως θα λάμβανα ένα νέο σου μα κάτι τέτοιο δεν έγινε. Δε βιάζομαι, μα θα ήταν χαρά μου να σε φιλοξενήσω ξανά στο φτωχικό μου κάποια από τις επόμενες μέρες. Βέβαια δε μπορώ να σου προσφέρω εκείνη τη γαλλική σαμπάνια που μοιραστήκαμε τότε, όμως διαθέτει η κάβα μου ένα λευκό κρασί που νομίζω πως δε θα σε αφήσει ασυγκίνητη ούτε καν εσένα. Για αυτό σκέψου το, έλα πριγκιπέσσα, έλα κι ας μην τολμάς να πεις λέξη στον πατέρα σου για εμένα ακόμη».

Για τα μάτια της ΌλιαςWhere stories live. Discover now