12

603 75 5
                                    

Ποτέ δε συνέχισε το διάβασμα του πρώτου εκείνου γράμματος της μητέρας της η Όλια. Μόλις ο Ορέστης σταμάτησε να τις περιγράφει τη φωτογραφία των βιολογικών της γονιών, ένιωσε τέτοια συναισθηματική φόρτιση που τον παρακάλεσε να τα βάλει όλα πίσω στο ντοσιέ και να το κλείσει. Εκείνος την υπάκουσε πρόθυμα κι αμέσως μετά τη βοήθησε να το κλειδώσει στο τελευταίο συρτάρι του γραφείου της σύμφωνα με την επιθυμία της.

«Δε νιώθω έτοιμη για περισσότερα Ορέστη μου αυτή τη στιγμή, προέχει η υγεία της Νέλλης». Η Όλια τον είχε στείλει πίσω στη δουλειά και μετά είχε τηλεφωνήσει στην Αριάδνη για να τη ρωτήσει αν είχε όρεξη για μια βόλτα σε κάποιο εμπορικό κατάστημα. Η κοπέλα είχε εμφανιστεί στο σπίτι της μια ώρα αργότερα. Οι δυο τους έκαναν καλή παρέα όποτε το ευνοούσαν οι περιστάσεις. Συνήθως πήγαιναν για ψώνια ανάλογα με τις ανάγκες τους που πολλές φορές συνέπιπταν, κι αμέσως μετά κατέληγαν να τρώνε σε ένα ωραίο εστιατόριο ή να πίνουν καφέ που το συνόδευαν με μια τουλάχιστον σοκολατένια λιχουδιά. Ετούτη τη μέρα η Όλια της είχε προτείνει να κάνουν βόλτα σε αναζήτηση ενός καινούριου φορέματος το οποίο και σκόπευε να πάρει μαζί της στην Ιταλία. Η Αριάδνη τη βοήθησε να επιλέξει δύο αντί του ενός, το ένα μακρύ κι αέρινο στο χρώμα του ασημιού, ενώ το άλλο γαλάζιο και λίγο πιο κοντό. Η Όλια όταν κάθισαν για τον καθιερωμένο τους καφέ, ζήτησε μια μπάλα παγωτού φράουλας κι άρχισε να της μιλάει για το γράμμα και τη φωτογραφία. Την ένιωθε φίλη της πραγματική και δε θα μπορούσε να της κρύψει την αλήθεια για τα τόσο σημαντικά γεγονότα που της συνέβαιναν. Η Αριάδνη την παρακολουθούσε βοηθώντας τη να αποτελειώσει το παγωτό της.

«Αν ο Ορέστης δεν είχε τη διάθεση ή έστω το χρόνο να σε συνοδεύσει στην Ιταλία, τότε θα το έκανα εγώ με όλη μου την καρδιά και μάλιστα θα κάλυπτα η ίδια τα έξοδα μου».

Η Όλια της χαμογέλασε. «Αυτό δε θα το δεχόμουν Αριάδνη». Η άλλη γυναίκα της ανταπέδωσε το χαμόγελο με έμφαση.

«Δε θα σε ρωτούσα Όλια, έχεις κάνει ήδη πολλά για εμένα, άλλωστε νομίζεις πως μόνο εσύ έχεις ανάγκη την παρέα ή τη βοήθεια μου; Αν ναι, τότε σε πληροφορώ πως γελιέσαι, και είσαι πολύ έξυπνη για να το κάνεις αυτό στον εαυτό σου».

Τις μέρες που ακολούθησαν μέχρι δηλαδή την αναχώρηση τους για την Ιταλία, ούτε η Όλια ούτε κι ο Ορέστης έκαναν οποιαδήποτε αναφορά στους βιολογικούς της γονείς. Το ήξεραν καλά πως το θέμα ήταν λεπτό και πως μόνο με την πάροδο του χρόνου θα μπορούσαν να προχωρήσουν κάπως τα πράγματα. Έτσι, συνέχιζαν να περνούν πολύ χρόνο μαζί, να συνομιλούν με τη Νέλλη πότε λιγότερο και πότε περισσότερο, και να κάνουν και τις τελευταίες τους προετοιμασίες για το ταξίδι.

Για τα μάτια της ΌλιαςWhere stories live. Discover now