* 39ο Κεφάλαιο *

3K 210 26
                                    

Κατέβηκα από το αστικό μέσα στη σύγχυση.

Δεν είναι δυνατόν να είναι αυτός!! Δεν γίνεται μετά από δύο χρόνια βλέποντας αυτά τα μάτια, να σκέφτομαι το στοίχημα που έβαλε με τον φίλο του για να με ρίξει...

"Νεφέλη!!!!" άκουσα μια δυνατή φωνή και γύρισα πίσω ασυναίσθητα να δω ποιος με φώναξε.

Ήταν αυτός. Στεκόταν λίγα μέτρα μακριά μου και με κοιτούσε.

Το αστικό έκλεισε τις πόρτες και συνέχισε την πορεία του.

Καθώς με χτύπησε το αεράκι που προκάλεσε εκείνη τη στιγμή, άκουσα κάτι που δεν το πίστευα με τίποτα.

"Μπορώ να σου μιλήσω?"

Στο άκουσμα αυτών των λέξεων, μου ήρθαν στο μυαλό τα λόγια που είχα ακούσει από το στόμα του δύο χρόνια πριν.

[Ναι ρε μαλάκα, χαζός είμαι? Θα της πω πόσο την αγαπάω και άλλες τέτοιες παπαριές και όλα κομπλέ]

"Τι κάνεις, πώς είσαι?"

Δεν το πιστεύω ότι με ρωτάει κάτι τέτοιο! Πόσο θράσος έχει πια?!

Μετά από όλα αυτά που έκανε...

Αντί να κάνει πως δεν με είδε στο αστικό και να πάρει ο καθένας τον δρόμο του, με σταμάτησε για να με ρωτήσει πώς είμαι??!

"Χαχ" μου βγήκε τελείως αυθόρμητα ένα ειρωνικό γελάκι.

Γύρισα μπροστά και έκανα δυο βήματα, συνεχίζοντας τον δρόμο μου.

Υπήρχε λίγος κόσμος εκεί γύρω που περπατούσε από όσο πρόσεξα.

"Περίμενε λίγο" ένιωσα το χέρι του να με σταματάει και γύρισα απότομα πίσω κοιτάζοντας τον στα μάτια έντονα.

Τράβηξα το χέρι μου από το δικό του τσαντισμένα.

"Τι θες?" ο θυμός και η ειρωνεία στη φωνή μου, έβγαιναν αυθόρμητα.

Με κοίταξε για λίγο στα μάτια σαν να προσπαθούσε να σκεφτεί τι να πει.
"Κι εσύ ΠΑΜΑΚ ε? Ωραία" χαμογέλασε αμήχανα.

[Ναι ρε, θα το χάψει όπως και τις άλλες φορές.... Τι φταίω εγώ ρε που είναι δύσκολη? Τις άλλες τις ξεφορτωνόμουν το πολύ μέσα σε ένα μήνα, αυτή μου παίρνει περισσότερο]

Τον κοιτούσα σιωπηλά και το μόνο που άκουγα ήταν εκείνα τα λόγια.

Τα λόγια τα οποία είχα βάλει στην άκρη εδώ και πολύ καιρό.

Όταν σε Γνώρισα (Old Version) Where stories live. Discover now