Ο ΟΊΚΟΣ...Ο ΌΡΟΣ

20K 868 43
                                    

Το σφυρί του συντονιστή έπεσε βαριά πάνω στο ξύλο και έκανε τη καρδιά της Νέλης να ραγίσει.Ο εκδοτικός οίκος του πατέρα της είχε χαθεί για πάντα και ένιωσε την απελπισία να τη πνίγει.Σε όλη τη ζωή του με τα βιβλία ασχολιόταν.Τον θυμάται να διαβάζει ατελείωτες ώρες,εκείνη παρατηρούσε το πρόσωπό του και καταλάβαινε το νόημα κάθε ιστορίας που στα χέρια του κρατούσε.Πότε έλαμπε,πότε μια θλίψη ξέφευγε απο τα μάτια του και άλλωτε χαμογελούσε.Ρουφούσε τα βιβλία σα να ήταν όλη του η ζωή,το οξυγόνο του.Οι συγγραφεις που επέλεγε είχαν πάντα κάτι σημαντικό να πουν, με λέξεις που λίγοι καταλάβαιναν.Παραδοσιακός μέχρι το τέλος, καθώς η τεχνολογία στο μυαλό του δε μπορούσε να ταιριάξει στη τέχνη της γραφής.<Τα γραπτά παιδί μου θέλουν φροντίδα,απο ανθρώπινο χέρι γράφονται και απο ανθρώπινο χέρι πρέπει να τυπώνονται >της έλεγε και έτσι μόνος με μια παλιά πρέσσα έδινε ζωή στις ιστορίες.Ένα ένα φύλλο και έπειτα με προσοχή τα έδενε μαζί,με αγάπη τα άγγιζε μέχρι να πάρουν τη θέση τους στο ράφι.Τη θέση που τους άξιζε.

Έτσι με τα χρόνια ο ανταγωνισμός και η τεχνολογία που μισούσε, τον κατάπιε,σε έναν κόσμο που πήγαινε μπροστά, ο ίδιος έμενε σε μια εποχή που κανείς δεν εκτιμούσε.Τα χρέη μεγάλωσαν, εκείνος αρρώστησε και σε πολύ λίγο έφυγε απο τη ζωή αφήνοντας στη κόρη του το βάρος μιας επιχείρησης που βούλιαζε κάθε μέρα και περισσότερο.

Η Νέλη πάλεψε όπως μπορούσε για να τη κρατήσει,του το είχε υποσχεθεί,είχε ορκιστεί σε εκείνον λίγο πριν πεθάνει πως δε θα την άφηνε να χαθεί, μα χωρίς πολλά εφόδια στο τέλος βρέθηκε σε εκείνη την αίθουσα να τη βλέπει να πουλιέται τόσο φτηνά που δάκρυσε.Τόσο λίγο κόστιζε η αγάπη του πατέρα της?Τόσο λίγο μια ολόκληρη ζωή?Τόσο λίγο αγόραζει κάποιος τη τέχνη?Πόσο λίγο θεέ μου! Είπε μέσα της και τα δάκρυα τη τύφλωσαν.Ο Φίλιπ την αγκάλιασε απο τους ώμους και τρυφερά την οδήγησε έξω απο την αίθουσα που τη πλήγωνε.Ήταν ο καλός της φίλος για χρόνια,αδερφός που στεκόταν δίπλα της σε όλες τις στιγμές.Καλές,κακές,σε όλες αυτός ήταν πάντα παρόν.

Βγήκαν έξω και παρατηρούσε το κόσμο να αποχωρεί,θέαμα τραγικό αφού είχαν πάει όλοι εκεί για να αρπάξουν αυτό που ο πατέρας της έχτισε με κόπο,με σεβασμό,με αγάπη.Είδε στα μάτια τους τη σκληρότητα ενός επιχειρηματία,την απάθεια για την αλήθεια εκείνου του οίκου.Μέχρι τελευταία στιγμή πίστευε πως κανείς δε θα έδειχνε εδιαφέρον για κάτι τόσο παλιό,είχε τη φλόγα της ελπίδας αναμένη μέσα της, μα κάποιος της την έσβησε ξαφνικά.Απο τα χέρια του κράτους θα μπορούσε να τον ξανακερδίσει αλλά απο τα χέρια κάποιου που πλήρωσε για αυτόν, δεν είχε καμιά πιθανότητα.Και όσο ο κόσμος αποχωρούσε τόσο εκείνη απελπιζόταν και έτσι φώναξε δυνατά ''ΠΟΙΟΣ ΑΓΟΡΑΣΕ ΤΟΝ ΟΙΚΟ ΦΕΝΤΕΡΣΟΝ?ΠΟΙΟΣ?'' η κραυγή της ταξίδεψε σε όλο το κτήριο,ήταν τόσο δυνατή που σταμάτησε κάθε κίνηση και βρέθηκε να τη κοιτούν όλοι σαστισμένοι.Άρχισε να περπατάει ανάμεσα τους συνεχίζοντας την αναζήτηση ''ΠΟΙΟΣ ΑΓΟΡΑΣΕ ΤΟΝ ΟΙΚΟ ΜΟΥ?'' φώναξε ξανά και μια ομάδα αντρών σταμάτησε μπροστά της.Όλοι σοβαροί με τα τυπικά καλοσιδερωμένα κουστούμια τους.Ύφος σκληρό και μάτια παγωμένα.Και ενώ κανείς δε της απαντούσε εκείνοι οι άντρες απομάκρυναν τα σώματά τους κάνοντας χώρο σε αυτόν που άρπαξε το μπράτσο της Νέλης δυνατά.Ο Φίλιπ προσπάθησε να επέμβει μα δε τα κατάφερε.Ήταν ένας και αυτοί πολλοί.

ΧΟΡΕΥΟΝΤΑΣ Where stories live. Discover now