Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΛΥΣΗΣ

6K 570 19
                                    

Όταν η μητέρα της ηρέμησε κάπως, η Νέλη τη κράτησε μπροστά στο πρόσωπό της.Είχαν τόσα να πουν αλλά δε προλάβαιναν,ο χρόνος τις πίεζε και εκείνη έπρεπε να τη σώσει.''Άκουσέ με.Εκει μέσα δε θα σε αφήσω να γυρίσεις.''της δήλωσε και την είδε να σκύβει το κεφάλι.Η Νέλη άθελά της, σκέφτηκε πως θα μπορούσε και η ίδια να έχει καταλλήξει έτσι και απλά άπλωνε το χέρι να δώσει τη βοήθεια που όλοι αξίζουν.Γιατί στο βούρκο είναι δύσκολα να περπατήσεις,είναι δύσκολα να βρεις τη δύναμη για να βγεις. Μια μαύρη τρύπα που στέκεις μέσα, πάντα να κοιτάς το φως, μα ποτέ να μη το φτάνεις.Σου φαίνεται μακρυά,δύσκολα.Τα πόδια κουνάς αλλά εκείνα κολλημένα σε κρατάνε γερά στη θέση σου.Και τα μάτια συνεχίζουν να βλέπουν απο μακρυά το φως ξανά και η καρδιά μισή, να λαχταράει να βγει σ'αυτό.Νιώθεις πως γεννήθηκες για να ζήσεις έτσι.Οτι κάποιος αποφάσισε για το ρόλο που σου αξίζει, χωμένος στη λάσπη να σέρνεσαι.Και έπειτα αρχίζεις να πείθεις τον εαυτό σου πως πράγματι αυτός είσαι, ένας λερωμένος άνθρωπος που τη βρωμιά σιγά σιγά τη συνιθήζεις,γίνεται κομμάτι σου πια,σχεδόν την αγαπάς,σχεδόν χωρίς αυτή δε ζεις.''Πρέπει να με αφήσεις,πρέπει να φύγεις.Δεν υπάρχει διέξοδος.Αυτή είμαι και δεν αλλάζει''απάντησε η μητέρα της ξεψυχισμένα.Τα λόγια χτυπούσαν κατευθείαν στη καρδιά,την έσκιζαν αργά. Η Νέλη της σήκωσε το πρόσωπο ''Υπάρχει,πάντα υπάρχει.Αρκεί να θες''είπε και την αγκάλιασε ξανά.Ήθελε,ένα κουρασμένο κορμί ήταν.Ένας άνθρωπος που η ζωή του έδινε μόνο κατηφόρες.Ξαφνικά μια μέρα την έσπρωξε και απο τότε η πτώση δε σταμάτησε.Τώρα που είχε φτάσει τόσο χαμηλά, η ζωή της έστελνε εκείνο το κομμάτι του εαυτού της που είχε ξεχάσει,που είχε παρατήσει,κάτι σα λύτρωση,σα σωτηρία.Μια δεύτερη ευκαιρία,ας ήταν αργά,ας ήταν μεγάλη.Όπως όλοι, έτσι και εκείνη είχε δικαίωμα στην ευκαιρία αυτή,αρκεί να έδειχνε στη ζωή οτι δε κάνει λάθος που τη δίνει.

''Θα πρέπει να φύγω.Εσύ ξάπλωσε και αύριο το πρωί θα έρθω πάλι.Μη μιλήσεις σε κανέναν,μη καλέσεις κανέναν.Μου το υπόσχεσαι?''τη ρώτησε στο τέλος αλλά οτι και να της έλεγε, ένας άνθρωπος εθισμένος που τη περισσότερη ώρα δεν είναι ο εαυτός του,δε θα μπορούσε να κρατήσει καμιά υπόσχεση.Η Νέλη το κατάλαβε, αφού σε εκείνη τη συμφωνία η μητέρα της δε κατάφερε να τη κοιτάξει στα μάτια.Έτσι ξήλωσε το τηλέφωνο πέρνοντάς το μαζί της και τη κλείδωσε μέσα σε εκείνο το δωμάτιο.Και ενώ βγαίνοντας έξω ένιωθε δυνατή,σε λίγα βήματα το σώμα της σχεδόν κατέρρευσε.Παραπατούσε και στηριζόταν όπου έβρισκε,έπνιγε το κλάμα και αυτό έκανε το πόνο της μεγαλύτερο.

ΧΟΡΕΥΟΝΤΑΣ Onde as histórias ganham vida. Descobre agora