27

345 81 37
                                    

Βγαίνοντας από το δωμάτιο του, ο Αλέξανδρος έπεσε πάνω στην αμαρυλλίδα που περνούσε τυχαία από εκείνη την πτέρυγα του σπιτιού. Ήταν ντυμένη με ένα σκούρο καφέ μακρύ φόρεμα που της έφτανε ως τα γόνατα, και είχε πιασμένα τα μαλλιά της σε έναν ψηλό σφιχτό κότσο. Στο δεξί της χέρι ήταν περασμένο ένα από τα βραχιόλια της που άρεσε πολύ στον Αλέξανδρο. Χρυσό ήταν και του έλειπαν τα πετράδια, αποτελούταν όμως από τρεις λεπτότατες βέργες που σχημάτιζαν μια τέλεια πλεξούδα μεταξύ τους. Η γυναίκα αμέσως μόλις τον είδε άλλαξε κατεύθυνση και τον πλησίασε.

-Καλημέρα παιδί μου, είσαι καλά; Πώς κοιμήθηκες;

Ο Αλέξανδρος της χαμογέλασε αναγνωρίζοντας το γνήσιο ενδιαφέρον στη φωνή και στα μάτια της. Μαζί του ήταν πάντα εκδηλωτική η Αμαρυλλίδα, ειδικά όταν ήταν κάπου μόνοι οι δυο τους.

-Καλημέρα μητέρα, καλά κοιμήθηκα αν και νιώθω πολύ κουρασμένος ακόμη. Στην τραπεζαρία ετοιμαζόσουν να πας; Έλεγα πως άργησα.

-Όχι, Αλέξανδρε, καθόλου δεν άργησες. Ναι, εκεί θα πήγαινα, μα μήπως με ήθελες κάτι;

Όσο του μιλούσε, μια ιδέα είχε αρχίσει να διαγράφεται στο μυαλό της, μια ιδέα που θα της έδινε σάρκα και οστά όσο πιο γρήγορα μπορούσε.

-Η αλήθεια είναι πως ναι. Υπάρχει κάτι που θα ήθελα να κουβεντιάσω μαζί σου μα μπορεί να περιμένει ως το βράδυ.

Η Αμαρυλλίδα άρχισε να κουνάει με ζέση αρνητικά το κεφάλι της.

-Όχι και βέβαια όχι, πάμε στο δωμάτιο που φυλάω όλους μου τους θησαυρούς. Ας περιμένει και λίγο ο πατέρας σου, δε χάλασε δα κι ο κόσμος, άλλωστε θα ήθελα κι εγώ κάτι να σου πω.

Λίγο αργότερα έφταναν έξω από την εφτασφράγιστη πόρτα και χαιρετούσαν τον πάντα παρόντα φύλακα που έσπευδε να τους ανταποδώσει τον χαιρετισμό και να απομακρυνθεί λίγο.

Η Αμαρυλλίδα κάλεσε τον Αλέξανδρο να καθίσει σε μια από τις λίγες διαθέσιμες καρέκλες αλλά εκείνος παρέμεινε όρθιος θαυμάζοντας τα κουτιά στις γυάλινες βιτρίνες.

-Υπέροχα είναι όλα εδώ.

Η γυναίκα στάθηκε στο πλάι του χαμογελώντας.

-Τι να πεις παιδί μου, πάσχω από ματαιοδοξία, μα δεν το έκρυψα και ποτέ τουλάχιστον. Λοιπόν, πες μου, πώς μπορώ να σε βοηθήσω;

Ο Αλέξανδρος μάζεψε το κουράγιο του ξέροντας πως ετοιμαζόταν να κάνει βουτιά στα βαθιά.

Το φιλί του ΝάρκισσουWhere stories live. Discover now