You & Me

8.8K 368 5
                                    

"Καλημέρα στο πιο όμορφο κορίτσι του κόσμου" μου ψυθυρίζει στο αυτί μου και ύστερα φιλάει απαλά την πλάτη μου. Γυρίζω και του χαϊδεύω το πρόσωπό του. "Θέλω να ξυπνάω κάθε μέρα έτσι." "Μμμ τότε θα έρχομαι κρυφά από το δωμάτιο σου κάθε πρωί θα σου λέω Καλημέρα και ύστερα θα σε πνίγω στα φιλιά!" με αρπάζει και με φιλάει ασταμάτητα "Κόλιν!" αρχίζω να γελάω μαζί του και βλέπω την ώρα στο κινητό μου "ΚΟΛΙΝ!" "Τι είναι μωρό μου;" "Η ώρα είναι 9:00!" "Εε και;" "Κόλιν πας καλά; Πρέπει να πάμε σχολείο!" με πλησιάζει και μου κλείνει απαλά το στόμα με το χέρι του "Όχι μωρό μου. Σήμερα δεν θα πάμε σχολείο. Θα κάνουμε κοπάνα." "Κόλιν..." "Τι;" "Σε αγαπάω." "Πόσο με αγαπάς;" "Πολύ" "Πόσο πολύ;" "Πάρα πολύ!" "Πόσο πάρα πολ..." "Σταμάτα!" τον αρπάζω και τον φιλάω όσο δεν τον είχα φιλίσει ποτέ ξανά. Το απολάμβανε και το απολάμβανα τόσο πολύ. "Θέλω να ντυθείς καλά και ζεστά γιατί θα πάμε κάπου παγωμένα σήμερα" "Αλήθεια;! Που;;" τον κοιτάω ενθουσιασμένη και χαρούμενη "Δεν σου λέω!" "Ναι άλλα Κόλιν δεν έχω και τόσο ζεστά ρούχα. Αν θυμάσαι με έφερες τρεχάλα εδώ." "Ααα πες μας τώρα ότι δεν σου άρεσε!" άρχισε να γελάει και εγώ του πέταξα το μαξιλάρι στο πρόσωπο του. Ντυθήκαμε και κατεβήκαμε κάτω. "Μωρό μου θα κρυώσεις. Θα πάμε να ψωνήσουμε λίγο πιο κάτω με το αυτοκίνητο κάτι ζεστό να φορέσεις μετά θα φάμε πρωινό και ύστερα θα πάμε όπου θέλω εντάξει;" το χαμόγελό μου έσβησε στο όπου θέλει και τον κοίταξα ναζιάρικα "Συγνώμη Κύριε Κόλιν γιατί όπου θέλετε;" "Γιατί εγώ είμαι ο καθηγητής δεσποινής Τζεν και θα κάνεις ότι λέω" τον φίλισα απαλά τον κοίταξα στα μάτια και αυτός μου χαμογέλασε "Που θες να πάμε;" "Μακριά. Μακριά!" άνοιξα την πόρτα και βγήκα έξω. Έκανε κρύο άλλα δεν με πείραξε. Σε λίγο θα κάνω τα πρώτα ψώνια μου με τον Κόλιν. Είμαι τόσο χαρούμενη! Είμαστε μέσα στο αμάξι και κοντεύουμαι να φτάσουμε. Αφού φτάσαμε πάρκαρε ο Κόλιν το αμάξι και βγήκαμε έξω. Πήγα και του έπιασα το χέρι και μπήκαμε μέσα στο μαγαζί κρατώντας τα χέρια μας σφιχτά. Ήταν ένα μαγαζί όχι και τόσο μικρό με διάφορα χειμωνιάτικα ρούχα. "Κόλιν μου θα πάρεις ένα σκουφάκι;" ο Κόλιν άρχισε να γελάει και να κοιτάει κάτω "Αγάπη μου μην φωνάζεις σε παρακαλώ. Και όχι." "Καλά. Συγνώμη." αναστέναξε και με έσφυξε στην αγκαλιά του περπατώντας. Κοιτούσαμε για λίγα λεπτά τα ρούχα και τελικά πήρα ένα κασκόλ με σκουφάκι πλεκτό. Επίσης κατάφερα και έκανα τον Κόλιν να πάρει και αυτός το σκουφάκι που μου άρεσε απάνω του. Είναι τόσο γλυκός. Είμαστε στο αυτοκίνητο και πηγαίνουμε στα χιόνια που είναι πάνω στα βουνά. Η αλήθεια είναι πως δεν έχω πάει ξανά στα χιόνια. Χαίρομαι που θα πάω για πρώτη φορά με τον Κόλιν. Αφήνει το αυτοκίνητο λίγο πιο κάτω και αρχίσαμε να πηγαίνουμε περπατώντας. "Κόλιν κάνει τόσο κρύο εδώ." "Για αυτό σου είπα χρειάζεσαι κάτι ζεστό." "Θα πάμε να πιούμε μια ζεστή σοκολάτα μετά;" "Όπου θες θα πάμε" μου γελάει και εγώ μπαίνω μέσα στην αγκαλιά του. Ύστερα άρχισα να τρέχω να γελάω και να παίζω με το χιόνι. Σαν μικρό παιδί έκανα. Ο Κόλιν με έβλεπε και γέλαγε. Φτιάξαμε χιονάνθρωπο και παίζαμε χιονοπόλεμο. Διασκεδάζαμε τόσο πολύ. Ρίχνω τον Κόλιν κάτω και αρχίζω να τον φιλάω ασταμάτητα. Μείναμε αρκετή ώρα και ύστερα πήγαμε για την ζεστή σοκολάτα που είπαμε. "Σου άρεσε αγάπη μου;" "Πολύ. Διασκέδασα τόσο πολύ." "Μμ ωραία γιατί τώρα σου έχω ένα δώρο." "Τι δώρο;" ο Κόλιν έβγαλε από την τσέπη του ένα βραχιόλι χρυσό. "Κόλιν...Γιατί μου το πήρες; Μπορούσες να πάρεις ένα απλό. Δεν χρειαζόταν έτσι και αλλιώς. Δεν θέλω τα δώρα σου." "Δεν το αγόρασα ζωή μου. Ήταν της μητέρας μου. Τώρα είναι δικό σου." "Τι; Και γιατί δεν το έδωσες στην Χέλεν;" "Δεν το αξίζει." μου το φόρεσε και εγώ τον φίλισα απαλά. Όπως μου είχε πει άρχισε να μου λέει την ιστορία του σε αυτό το μέρος. Τον άκουγα με προσοχή. Η μητέρα του πέθανε όταν ήταν 18 χρονών και ο πατέρας του τον εγκατέλειψε. Την χτυπούσε την μητέρα του και της φώναζε συνέχεια. Για αυτό δεν ήθελε το σπίτι. Μόνο άσχημες αναμνήσεις έχει εκεί μέσα. Κατάφερε όμως να τα κάνει όλα μόνος του να σπουδάσει μαθηματικά και να γίνει καθηγητής και μάλιστα πολύ καλός.

"Λοιπόν...Τώρα ήρθε η σειρά σου." "Ωχ...Τι θες να μάθεις;" "Τα πάντα." γέλασα λίγο και ύστερα τον κοίταξα στα μάτια του "Δεν υπάρχει κάτι το σημαντικό. Μεγάλωσα σε καλές συνθήκες άλλα τώρα δεν είναι και τόσο καλά οι γονείς μου. Δεν θέλω να χωρίσουν." "Μην το σκέφτεσαι αυτό Τζεν. Ότι προβλήματα και να έχουν οι γονείς σου θα τα βρουν. Δεν θα χωρίσουν μην ανησυχείς." του χαμογέλασα και με φίλησε απαλά. "Πόσο με αγαπάς;" "Πολύ." "Πόσο πολύ;" "Πάρα πολύ" τον άρπαξα και τον φίλησα τόσο παθιασμένα άλλα μας διέκοψε το κινητό του. "Ναι;" "Κύριε Κόλιν; Ο διευθυντής του σχολείου είμαι." βλέπω τον Κόλιν να σοβαρεύει "Ναι κύριε Ντέρικ..." κατάλαβα αμέσως ότι είναι ο διευθυντής του σχολείου. Τον άκουγα με πολύ προσοχή. "Πήρα να μάθω γιατί δεν ήρθατε σήμερα στο σχολείο επειδή δεν είχατε ενημερώσει ότι δεν θα έρθεται." "Ναι χίλια συγνώμη άλλα κάτι έπαθε η γυναίκα μου και είμαι μαζί της στο νοσοκομείο." "Ελπίζω να γίνει σύντομα καλά. Συγνώμη για την ενόχληση. Να μείνετε μαζί της όσο θέλετε." "Μην ανησυχείτε αύριο θα έρθω. Δεν είναι κάτι σοβαρό." "Εντάξει Κόλιν. Τα λέμε αύριο." έκλεισε το τηλέφωνο και δεν είπα κουβέντα. Με κοίταξε και αναστέναξε. "Μην μου θυμώνεις. Δεν ήξερα τι άλλο να πω." "Μπορούσες να πεις πως σου έτυχε κάτι απλά. Δεν χρειαζόταν να βάλεις και την γυναίκα σου μέσα." "Δεν είναι γυναίκα μου. Έχουμε χωρίσει." "Αα ναι; Γιατί πριν λίγα λεπτά ήταν." "Μπορούμε να το σταματήσουμε εδώ αυτό το θέμα; Ήταν απλά μία δικαιολογία." κοίταξα κάτω στεναχωρημένη και ο Κόλιν σήκωσε το κεφάλι μου ψηλά "Κοίτα με. Εσύ είσαι το κορίτσι μου. Η κοπέλα μου. Η γκόμενά μου και θα γίνεις και γυναίκα μου. Και θα το μάθει όλος ο κόσμος όταν έρθει η κατάληλη στιγμή εντάξει;" τον αγκάλιασα και με αγκάλιασε σφιχτά. Πήγαμε μια τελευταία βόλτα και ύστερα ξανά στο σπίτι. "Μωρό μου δεν πεινάς;" με έφερε κοντά του χαμογελόντας "Όχι και τόσο πολύ. Άμα είναι το βράδυ." "Μμ το βράδυ μωρό μου θα φύγουμε." κατάλαβε πως δεν ήθελα και πως στεναχωρήθηκα "Άλλα θα έρθουμε ξανά μην το ξεχνάς" "Δεν το ξεχνάω." τον αγκάλιασα και με φίλησε στο κεφάλι μου. "Λοιπόν θα πάω να μαζέψω μερικά ξύλα για να ανάψουμε το τζάκι επειδή κάνει κρύο και θα πάω να πάρω και φαγητό εντάξει;" "Και εγώ θα μείνω εδώ μοναχούλα μου;" "Δεν θα αργήσω μωράκι μου. Μην κάνεις παράπονα." γελάσαμε και οι δύο και φιληθήκαμε. Ύστερα έφυγε και έμεινα μόνη μου στο σπίτι. Τουλάχιστον έτσι νόμιζα.

My TeacherWaar verhalen tot leven komen. Ontdek het nu