Birth

5.3K 282 28
                                    

Κεριά αναμμένα, το τραπέζι έτοιμο, λίγο μουσική, λουλούδια και το διαμαντένιο δαχτυλίδι στην τσέπη μου. Έτοιμος να της το δώσω. Αν το δεχτεί. Φοράει ένα κόκκινο φόρεμα και οι κοιλίτσα της  φαίνεται τόσο πολύ. Με πλησιάζει και με φιλάει. "Γιατί γίνεται όλο αυτό απόψε;" με κοιτάει και μου χαμογελάει "Δεν σου αρέσει;" "Εννοείται πως μου αρέσει." "Τότε ας καθίσουμε να φάμε." καθόμαστε στο τραπέζι και βάζω το φαγητό στα πιάτα. "Εσύ έφτιαξες το φαγητό;" γελάω και την κοιτάζω "Απ'έξω το πήρα." γελάει μαζί μου και αρχίζουμε να τρώμε. "Μωρό μου, ξέρεις πόσο πολύ ερωτευμένος είμαι μαζί σου;" "Όχι, πες μου." "Θα σκότωνα για σένα. Θα άφηνα τα πάντα για σένα." με κοιτάζει σαν χαμένη. Της χαϊδεύω το πρόσωπο και της δίνω ένα απαλό φιλί. Σηκώνομαι και στέκομαι μπροστά της. Της πιάνω το χέρι και σηκώνεται και αυτή. Γονατίζω και τα χάνει. Κατάλαβε τι θα κάνω. Βγάζω το δαχτυλίδι και την κοιτάζω στα μάτια. "Τζεν, θα με παντρευτείς;" δεν απαντάει. Απλά με κοιτάζει. Αρχίζω να αγχώνομαι.

Είμαι έτοιμη να του πω ναι. Θέλω να του πω ναι και είμαι σίγουρη για αυτό. Ξαφνικά όμως νιώθω τόσο πολύ πόνο. Σαν να είμαι έτοιμη να γεννήσω. Αρχίζω να ουρλιάζω και ο Κόλιν να με κρατάει. "Μωρό μου τι έπαθες;!" "Πονάω! Νομίζω ότι θα γεννήσω!" "Θα γεννήσεις;;!" ο Κόλιν τα χάνει και αρχίζει να ψάχνει το κινητό του. "Που είναι το κινητό μου;!" εγώ κάθομαι στην καρέκλα και πιάνω την κοιλιά μου "Ψάξε στην τσέπη σου." βγάζει το κινητό από την τσέπη του και με πλησιάζει "Εδώ ήταν τελικά. Μωρό μου μην ανησυχείς. Όλα θα πάνε καλά. Παίρνω τον Λίαμ." νιώθω τόσο πολύ πόνο που δεν μπορώ να πω ούτε να κάνω κάτι. Ο Κόλιν παίρνει τον αριθμό του Λίαμ και βάζει το κινητό στο αυτί του. 

Περιμένω να σηκώσει ο Λίαμ το τηλέφωνο. Όσο την βλέπω να πονάει με σκοτώνει. Προσπαθώ να την ηρεμήσω αλλά δεν μπορώ. "Λίαμ;! Που στο καλό είσαι; Γιατί άργησες να σηκώσεις το τηλέφωνο;!" "Τι έγινε Κόλιν; Έπαθε κάτι η Τζεν;" "Γεννάει. Πονάει πολύ!" "Πες την να ηρεμήσει και πηγαίνετε στο νοσοκομείο. Έρχομαι αμέσως." κλείνω το τηλέφωνο και κοιτάζω την Τζεν "Αγάπη μου, πρέπει να πάμε στο νοσοκομείο. Μπορείς να σηκωθείς;" "Φοβάμαι." "Δεν χρειάζεται να φοβάσαι. Θα είμαι δίπλα σου." την κρατάω και την σηκώνω σιγά σιγά μέχρι να φτάσουμε στο αμάξι. Όταν φτάνουμε την βάζω να κάτσει στο κάθισμα και αφού κάθομαι και εγώ βάζω μπρος το αυτοκίνητο. Αρχίζω να οδηγάω με γρήγορη ταχύτητα. Φτάνουμε γρήγορα στο νοσοκομείο χωρίς να το καταλάβουμε. Την βγάζω από το αμάξι και την κρατάω μέχρι να φτάσουμε μέσα. Ύστερα έρχεται μία νοσοκόμα και την βάζει σε ένα καροτσάκι. Την παίρνει μέσα και εγώ μένω μόνος. Ο Λίαμ δεν έχει έρθει ακόμα και νευριάζω. Βγάζω το κινητό και παίρνω τον πατέρα της. "Πες μου Κόλιν." "Είμαι στο νοσοκομείο με την Τζεν. Μάλλον γεννάει." "Έρχομαι!" κλείνω το τηλέφωνο και βλέπω τον Λίαμ να έρχεται. Τον πλησιάζω. "Άργησες!" "Μην αρχίζεις τα ίδια! Που είναι η Τζεν;" "Την πήρανε μέσα." "Ωραία. Πηγαίνω να την δω και θα βγω για να σε ενημερώσω." αναστενάζω και τον κοιτάζω "Εντάξει." φεύγει και κάθομαι σε μια καρέκλα με το άγχος μου να δυναμώνει. Μετά από λίγα λεπτά βλέπω τον πατέρα της και την μητέρα της να έρχονται. Ο πατέρα της με βλέπει και έρχονται στο μέρος μου. "Τι έγινε; Που είναι η κόρη μου;" "Την έχουν μέσα." "Γεννάει;" "Σε λίγο θα βγει ο γιατρός να μας ενημερώσει." κάθονται και αυτοί κάτω και περιμένουν μαζί μου. Σκεπάζω το πρόσωπο μου με τα χέρια μου. Σε λίγες ώρες μπορεί να είμαι πατέρας. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Δαγκώνω τα χείλη μου από την αγωνία μου. Βλέπω τον Λίαμ να έρχεται και τρέχω προς το μέρος του. Μαζί μου και οι γονείς της. "Τι έγινε;!" "Ήρθε η ώρα. Είναι έτοιμη να γεννήσει." τα χάνω και αρχίζω να χαμογελάω. Μαζί και οι γονείς της. Τα έχω χάσει και είμαι ευτυχισμένος τόσο πολύ ταυτόχρονα. "Μπορείς να μπεις μέσα αν θες." γυρνάω και κοιτάζω τον πατέρας της. "Πήγαινε. Σε χρειάζεται." κουνάω το κεφάλι μου θετικά και ακολουθώ τον Λίαμ.

My TeacherWhere stories live. Discover now