Κεφάλαιο 2

8.2K 486 6
                                    

Περπατάμε και οι τέσσερις με βαρύ βήμα στο πεζοδρόμιο ενός πολυσύχναστου δρόμου και από ότι φαίνεται τίποτα δεν μπορεί να μπει εμπόδιο στη χαώδη κατάσταση στην οποία βρίσκεται το μυαλό μου.
Ακόμη και όταν οι σειρήνες ενός ασθενοφόρου που περνάει δίπλα μας ηχούν, ούτε αυτό δείχνει να μας συγκινεί.

Προχωράμε χαμένοι ο καθένας στις δικές του σκέψεις. Σκέψεις που βασανίζουν το μυαλό μου εδώ και μέρες και με κάνουν να τρελαίνομαι. Πως γίνεται να είμαι καλά όταν πρέπει να αποχαιρετήσω σε λιγότερο από μία ώρα τον έρωτα της ζωής μου; Μπορεί να μην χωρίζουμε λόγω κάποιου τσακωμού ή άλλου σοβαρού λόγου αλλά το να βρίσκεται το άλλο σου μισό στην άλλη άκρη της γης αυτό σημαίνει ότι θα ζούμε χωριστά λόγω απόστασης έστω και αν αυτό θα είναι μόνο για ένα χρόνο, αφού μετά θα πάω εγώ να τον συναντήσω. Φεύγουμε λοιπόν από την καφετέρια, όπου ο Ορέστης αποχαιρέτησε  όλους του τους φίλους εκτός φυσικά από τον Ιάσονα ο οποίος θα πάει κι εκείνος μαζί του.

Αμίλητοι μπαίνουμε στο αυτοκίνητο και όλοι μας εξακολουθούμε να είμαστε φορτισμένοι μετά τα όσα εξελίχθηκαν στην καφετέρια.

Πάντα ένας αποχαιρετισμός είναι δύσκολος. Όσο κι αν γίνεται για το καλό του Ορέστη, και οι σπουδές σίγουρα ανήκουν σε αυτή τη κατηγορία, δεν παύει όλο αυτό να είναι δύσκολο. Κατευθυνόμαστε προς το αεροδρόμιο αλλά το κλίμα που υπάρχει στο αυτοκίνητο δεν είναι και το καλύτερο αφού επικρατεί μια μεγάλη αμηχανία. Ο αδερφός μου, που είναι ο οδηγός, μαζί με τον Ιάσονα που κάθεται στην θέση δίπλα του προσπαθούν να χαλαρώσουν την ατμόσφαιρα με κάποια αστεία. Από την άλλη ο Ορέστης που κάθεται ακριβώς δίπλα μου κρατώντας με στην αγκαλιά του, το μόνο που κάνει είναι να με κοιτάζει στα μάτια ψιθυρίζοντας μου πόσο με αγαπάει.

Φτάνουμε στο αεροδρόμιο μετά από περίπου είκοσι λεπτά και καταλαμβαίνω πως έφτασε η ώρα να τον αποχωριστώ. Προσπαθώ να μείνω ήρεμη, δεν θέλω καθώς φεύγει να δει ότι είμαι σε άσχημη κατάσταση αλλά είμαι σίγουρη πως η θλίψη και ο πόνος που νιώθω σκιαγράφονται έντονα στο πρόσωπο μου. Ο Ορέστης αγκαλιάζει τον αδερφό μου και προσπαθώ να καταλάβω τι του λέει διαβάζοντας τα χείλη του. 'Να μου την προσέχεις αδερφέ', αυτή η φράση βγαίνει από το στόμα του Ορέστη και ξέρω πως αυτό το λέει για μένα.

Αμέσως μετά στρέφει την προσοχή του σε μένα, όπου βρίσκομαι λίγα μέτρα μακριά τους και με μεγάλα βήματα τον βλέπω να φτάνει μπροστά μου. Όση ώρα περπατούσε προς το μέρος μου δεν έχασα επαφή με τα μάτια του, που τώρα παρατηρώντας τα από κοντά προδίδουν τη θλίψη, τον πόνο αλλά και το φόβο που νιώθει. Ένα χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη μου αλλά δυστυχώς δεν είναι αληθινό γιατί όσο και να θέλω να του χαμογελάσω αυτή τη στιγμή είναι ακατόρθωτο, ειδικά τώρα που τα δάκρυα μου κάνουν την εμφάνιση τους.

Σ'αγαπώ. Ό,τι κι αν γίνει ψυχή μου. (TYS_GR)On viuen les histories. Descobreix ara