Κεφάλαιο 29

5.1K 321 3
                                    

"Θείε Αναστάση;" φωνάζει τον θείο ο μικρός καθώς είμαστε στο αυτοκίνητο μαζί με τον μπαμπά μου και πηγαίνουμε προς το σπίτι.

Τρεις μέρες μετά τα γενέθλια του Ανδρέα πήραμε τελικά εξιτήριο.
"Έλα αγόρι μου, πες μου." απαντάει ο θείος μου που κάθεται στη θέση το συνοδηγού. "Ο νονός μου χθες μου είπε να σου πω κάτι." λέει ο Ανδρέας και απορώ τι μπορεί να έβαλε το παιδί να κάνει πάλι. "Σε ακούω, πες μου." λέει ο θείος αλλά πολύ φοβάμαι ότι αυτό που θα πει ο μικρός δεν θα είναι κάτι καλό αφού ο Αλέξης τον έβαλε.
"Μου είπε να σου πω πως είσαι ένας μαράκας γέρος με μαλέσα." λέει ο μικρός και όλοι γελάμε.
Ο Αλέξης προσπάθησε αλλά ευτυχώς για μας ο μικρός τα μπέρδεψε στο μυαλό του λέγοντας κάτι άλλο από αυτό που του είπε ότι Αλέξης. 'Είσαι ένας μαλάκας γέρος με μασέλα.' Αυτό προσπάθησε να μάθει στον μικρό ο αδερφός μου αλλά δεν τα κατάφερε επιτυχώς.

"Μάλλον δεν χώνεψε την υπόθεση διαζυγίου που του έδωσα και προσπαθεί να με εκδικηθεί με ότι βρει. Νομίζω ότι θα του δώσω μια υπόθεση διαθήκης μιας γριούλας η οποία έχει ως περιουσιακά το σπίτι της και πολλές ντουζίνες αρχαία πιάτα τα οποία θέλει να μοιράσει σε πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους." μας λέει και γελάμε ξανά. "Εντάξει και εκατό πιάτα να υπάρχουν σιγά σιγά θα τα καταγράψουν." λέει ο μπαμπάς. "Ναι έχεις δίκιο αλλά αν η γριούλα πάσχει από άνοια και πότε θυμάται και πότε όχι τότε τι κάνεις σε αυτή την περίπτωση;" λέει με ένα ακανταλιάρικο ύφος ο θείος και τα γέλια μας συνεχίζονται αλλά μόνο που κάνω εικόνα τον Αλέξη να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση θέλω να γελάσω ακόμα πιο πολύ.

"Ελάτε φτάσαμε σπίτι. Σταματήστε να γελάτε γιατί θα καταλάβει ο Αλέξης ότι δεν πέτυχε το σχέδιο του όταν σας δει." λέει ο μπαμπάς και κατεβαίνει από το αυτοκίνητο. "Οχι πρέπει να μάθει ότι απέτυχαν οι προσπάθειες του. Θα του πω ότι ο μικρός μου είπε για ένα γέρο που παίζει μαράκες στην Μαλεσία." λέει ο θείος και προσπαθούμε να μην γελάσουμε πάλι.

Βοηθώ τον μικρό να κατέβει από το αυτοκίνητο και πηγαίνουμε στο σπίτι μας. Ανοίγω την πόρτα και μυρωδιές χτυπούν αμέσως την μύτη μου. Μάλλον μαγειρεύει η μαμά αν και δεν είμαστε στο πατρικό μου αλλά στο δικό μου σπίτι.

Ο Ανδρέας πηγαίνει κατευθείαν στο δωμάτιο του για να πάρει τα παιχνίδια του μάλλον και ο μπαμπάς με τον θείο βγαίνουν έξω στην αυλή. Πηγαίνω στην κουζίνα και βλέπω την μαμά και την γιαγιά να μαγειρεύουν. "Γιαγιά δεν ήξερα ότι θα ερχόσασταν και εσείς." της λέω και την αγκαλιάζω.
"Δεν θα ερχόμασταν κορίτσι μου αλλά ο παππούς σου μουρμουράει από το πρωί ότι  θέλει να σας δει κι έτσι του έκανα τη χάρη και ήρθαμε. Ελπίζω να μην ενοχλούμε αγάπη μου." μου λέει και με φιλάει.
"Τι λες γιαγιά; Φυσικά και δεν ενοχλείτε. Πρέπει να πάω τώρα να δείξω στον Ανδρέα το δώρο του." τους δίνω από ένα φιλί και φεύγω.

Σ'αγαπώ. Ό,τι κι αν γίνει ψυχή μου. (TYS_GR)Where stories live. Discover now