Κεφάλαιο 9

5.7K 355 6
                                    

Δέκα λεπτά μετά βρίσκομαι έξω από το κατώφλι του σπιτιού του παππού και της γιαγιάς και μπαίνω μέσα με γρήγορα βήματα, με τον Αλέξη πίσω μου να μου φωνάζει να ηρεμήσω.

Βρίσκω τον παππού να κάθεται στην αυλή απολαμβάνοντας τον πρωινό καφέ του. Μόλις με βλέπει χαμογελάει. "Μαρίλια μου..." δεν τον αφήνω να ολοκληρώσει την πρόταση του. "Είναι αλήθεια;" τον ρωτάω με τα δάκρυα μου να εμφανίζονται και πάλι στα μάτια μου.
"Πες μου είναι αλήθεια; Κοροΐδευες όλη την οικογένεια τόσα χρόνια; Παππού πες μου, είναι αλήθεια;" του φωνάζω μέσα από τα δάκρυα μου.
"Κόρη μου ηρέμησε τι έπαθες;" με ρωτάει απορημένος αλλά αμέσως η έκφραση του αλλάζει όταν ο Αλέξης ενφανίζεται δίπλα μου. Καταλαβαίνει αμέσως για ποιο πράγμα μιλάω. "Πες μου παππού." του λέω με ένα παρακλητικό ύφος.
"Ελάτε να πάμε μέσα να κάτσουμε και θα μιλήσουμε. Μόνο ηρέμησε κόρη μου σε παρακαλώ." λέει και κατευθυνόμαστε και οι τρεις προς το εσωτερικό του σπιτιού.

Η γιαγιά κάθεται στην πολυθρόνα της και πλέκει αλλά μόλις μας βλέπει σηκώνεται και μας αγκαλιάζει. Όταν βλέπει ότι τα μάτια μου είναι κατακόκκινα από το κλάμα γυρνάει στους άλλους δύο ζητώντας εξηγήσεις.
"Ξέρει Βασιλική. Ήρθε η ώρα να πούμε την αλήθεια στα παιδιά." Τι; Η γιαγιά ξέρει για όλο αυτό; Βλέπω την γιαγιά να γνέφει στον παππού και κάθεται στην θέση της και ο παππούς δίπλα της στην άλλη πολυθρόνα. "Αλέξη πήγαινε φέρε στην αδερφή σου λίγο νερό και έλα να μιλήσουμε." Ο Αλέξης κατευθύνεται στην κουζίνα και εγώ προς τον τριθέσιο καναπέ αλλά η φωνή του παππού με σταματάει πριν καθίσω. "Μικρή μου;" μου λέει και ανοίγει τα χέρια του. Αυτή του η κίνηση από μικρή θυμάμαι δηλώνει την ανάγκη του να με πάρει στην αγκαλιά του. Χωρίς δισταγμό κάθομαι στα πόδια του και κουρνιάζω σαν μικρό παιδί στην αγκαλιά του. Μου χαϊδεύει τα μαλλιά όπως μου έκανε όταν ήμουν μικρή. Η αγκαλιά του ήταν πάντα για μένα μια ασπίδα προστασίας και ακόμα και τώρα το ίδιο νιώθω.

Ο Αλέξης επιστρέφει και μου προσφέρει το ποτήρι με το νερό και κάθεται στη θέση του απέναντι μας.
"Η αλήθεια είναι πως έχω ένα ακόμα γιο και το όνομα του είναι Αναστάσης..." ξεκίνησε να μας λέει ο παππούς. Από όλα αυτά που άκουσα κατάλαβα ότι είναι μια θλιβερή ιστορία. Την ιστορία αυτή ο παππούς την έμαθε από τον Αναστάση ο οποίος με τη σειρά του την έμαθε από μια νοσηλεύτρια που ήταν παρών στη γέννα του. Όταν έψαξε να βρει στοιχεία για τον πατέρα του βρήκε αυτή τη γυναίκα και του διηγήθηκε όσα η μητέρα του της είπε λίγο πριν πεθάνει, εκτός όμως από το όνομα του βιολογικού του πατέρα. Ο παππούς λοιπόν είχε σχέση με τη μητέρα του Αναστάση, την Κατερίνα, προτού παντρευτεί τη γιαγιά Βασιλική. Η Κατερίνα άφησε τον παππού και έφυγε μακριά γιατί ερωτεύτηκε κάποιον άλλο νεαρό αλλά τότε δεν το ήξερε ότι ήταν έγκυος στο παιδί του. Ο νεαρός δέχτηκε το παιδί του παππού έστω και αν δεν ήταν δικό του και παντρεύτηκε την Κατερίνα. Όταν η Κατερίνα βρισκόταν στον όγδοο μήνα ξεκίνησαν μαζί με τον άντρα της για να επιστρέψουν πίσω στο χωριό της αφού δεν ήθελε να γεννήσει σε ξένο τόπο με την ευχή ότι ο παππούς δεν θα την ανακάλυπτε. Ο κακός καιρός αλλά και η απότομη στροφή στο δρόμο είχαν ως αποτέλεσμα ο νεαρός να χάσει τον έλεγχο του αυτοκινήτου. Η κατάληξη ήταν τραγική αφού ο νεαρός πέθανε ακαριαία και η Κατερίνα ήταν σε σοβαρή κατάσταση. Το παιδί αυτό γεννήθηκε αλλά η Κατερίνα πέθανε λίγες ώρες μετά τη γέννα με αποτέλεσμα το μωρό να μείνει ορφανό.

Σ'αγαπώ. Ό,τι κι αν γίνει ψυχή μου. (TYS_GR)Where stories live. Discover now